Αββάς Αμμωνάς. I. Διηγήσεις για τον αββά Αμμωνά.

Μπορείτε να διαβάσετε και το υπόλοιπο βιβλίο εδώ: Αββάς Αμμωνάς. Διηγήσεις – Επιστολές – Διδασκαλίες.


Ι. ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΑΜΜΩΝΑ


1. Ένας αδελφός παρακάλεσε τον αββά Αμμωνά:

Δώσε μου μια συμβουλή.

Και ο γέροντας του λέει:

Πήγαινε, και να σκέφτεσαι όπως οι φυλακισμένοι κακούργοι. Εκείνοι διαρκώς ρωτάνε τους ανθρώπους: “Πού είναι ο άρχοντας; Και πότε θα έρθει εδώ;”. Και κλαίνε από την αγωνία. Έτσι και ο μοναχός οφείλει διαρκώς να προσέχει και να ελέγχει την ψυχή του, λέγοντας: “Αλίμονο μου! Πώς θα παρουσιαστώ στο κριτήριο του Χριστού και τι θα του απολογηθώ;. Αν έτσι συλλογίζεσαι πάντοτε, μπορείς να σωθείς.


2. Έλεγαν για τον αββά Αμμωνά ότι σκότωσε ακόμα και βασιλίσκο*. Πηγαίνοντας στην έρημο για να πάρει νερό από ένα πηγάδι, είδε το φαρμακερό φίδι. Έπεσε τότε με το πρόσωπο στη γη και είπε:

Κύριε, ή εγώ θα πεθάνω ή αυτό.

Και αμέσως ο βασιλίσκος έσκασε με τη δύναμη του Χριστού.

* Ο βασιλίσκος θεωρούνταν το πιο δηλητηριώδες απ’ όλα τα φίδια. Το τσίμπημα του προκαλούσε απότομο πρήξιμο και σχεδόν άμεσο θάνατο.


3. Είπε ο αββάς Αμμωνάς:

Δεκατέσσερα χρόνια έζησα στη Σκήτη, παρακαλώντας τον Θεό νύχτα και μέρα να με αξιώσει να νικήσω την οργή.


4. Διηγήθηκε κάποιος από τους πατέρες ότι ένας γέροντας πνευματικός, που ζούσε στα Κελλία και φορούσε ψάθινο ένδυμα, επισκέφθηκε τον αββά Αμμωνά. Όταν τον είδε ο γέροντας ντυμένο με το ψαθί, του είπε:

Αυτό εδώ δεν σε ωφελεί σε τίποτα.

Τότε εκείνος τον ρώτησε:

Τι με συμβουλεύεις να κάνω; Τρεις λογισμοί με βασανίζουν: Να πάω στην έρημο ή να φύγω σε ξένο τόπο, όπου κανείς δεν θα με γνωρίζει, ή να κλειστώ σε κελί και να τρώω κάθε δυο μέρες, χωρίς να συναντώ κανέναν.

Ο αββάς Αμμωνάς του αποκρίθηκε:

Κανένα από τα τρία δεν σε συμφέρει να κάνεις. Καλύτερα είναι να καθίσεις στο κελί σου, να τρως καθημερινά από λίγο και να έχεις διαρκώς στην καρδιά σου την προσευχή του τελώνη*. Έτσι μπορείς να σωθείς.

* «Ό Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18:13).


5. Μια θλίψη βρήκε κάποιους αδελφούς στον τόπο όπου έμεναν. Θέλοντας, λοιπόν, να τον εγκαταλείψουν, πήγαν να συναντήσουν τον αββά Αμμωνά. Την ώρα εκείνη ο γέροντας κατέβαινε το ποτάμι με το πλοίο. Όταν, όμως, τους είδε να βαδίζουν δίπλα στην όχθη του ποταμού, είπε στους ναύτες:

Βγάλτε με στη στεριά.

Εκεί φώναξε τους αδελφούς και τους είπε:

Εγώ είμαι ο Αμμωνάς, στον οποίο θέλετε να πάτε.

Τους παρηγόρησε και τους έπεισε να επιστρέψουν στον τόπο τους. Γιατί η δοκιμασία τους, δεν προξενούσε βλάβη στην ψυχή. Ήταν μια συνηθισμένη ανθρώπινη θλίψη.


6. Πήγε κάποτε ο αββάς Αμμωνάς να περάσει το ποτάμι. Βλέποντας, όμως, ότι ετοίμαζαν ακόμα το πλοίο της γραμμής, κάθισε εκεί κοντά και περίμενε.

Σε λίγο ήρθε στο σημείο εκείνο ένα άλλο πλοίο και παρέλαβε τους συγκεντρωμένους ανθρώπους.

Αββά, του είπαν, έλα κι εσύ απέναντι μαζί μας.

Δεν ανεβαίνω παρά μόνο στο πλοίο της γραμμής, αποκρίθηκε εκείνος.

Είχε μαζί του ένα δεμάτι φοινικόφυλλα. Καθισμένος λοιπόν εκεί, έπλεκε σχοινί κι έπειτα το έλυνε, ώσπου ετοιμάστηκε το πλοίο της γραμμής. Έτσι, πέρασε το ποτάμι.

Τότε οι αδελφοί του έβαλαν μετάνοια και τον ρώτησαν:

Γιατί το έκανες αυτό;

Για να μην παρασύρομαι ποτέ από τον λογισμό της βιασύνης, τους απάντησε. Το έκανα, όμως, και για παραδειγματισμό, ώστε να βαδίζουμε με τάξη στον δρόμο του Θεού.


7. Πήγε κάποτε ο αββάς Αμμωνάς να συναντήσει τον αββά Αντώνιο, αλλά έχασε τον δρόμο. Κάθισε, λοιπόν, και κοιμήθηκε λίγο. Όταν ξύπνησε, προσευχήθηκε στον Θεό:

Σε παρακαλώ, Κύριε και Θεέ μου, μην αφήσεις το πλάσμα σου να χαθεί.

Τότε του φανερώθηκε κάτι σαν ανθρώπινο χέρι να κρέμεται από τον ουρανό και να του δείχνει τον δρόμο, ώσπου ήρθε και στάθηκε απέναντι από τη σπηλιά του αββά Αντωνίου.


8. Ο αββάς Αντώνιος προφήτεψε στον αββά Αμμωνά:

Θα προκόψεις στον φόβο του Θεού.

Τον έβγαλε έξω από το κελί, του έδειξε μια πέτρα και του είπε:

Βρίσε αυτήν την πέτρα και χτύπησε την.

Εκείνος το έκανε.

Του λέει τότε ο αββάς Αντώνιος:

Είπε τίποτα η πέτρα;

Όχι, απάντησε.

Θα φτάσεις κι εσύ σ’ αυτό το μέτρο, του είπε ο αββάς Αντώνιος.

Έτσι κι έγινε. Γιατί πρόκοψε τόσο πολύ ο αββάς Αμμωνάς, ώστε από την πολλή του αγαθότητα να μη γνωρίζει πια την κακία.

Έτσι, για παράδειγμα, όταν έγινε επίσκοπος, του έφεραν μια κοπέλα έγκυο και του είπαν:

Ο τάδε την διέφθειρε. Βάλε τους επιτίμιο.

Εκείνος, όμως, σταύρωσε την κοιλιά της και πρόσταξε να της δώσουν έξι ζευγάρια σεντόνια, λέγοντας:

Μπορεί πάνω στη γέννα να πεθάνει αυτή ή το παιδί, και να μη βρεθούν σάβανα.

Του λένε τότε οι κατήγοροι της κοπέλας:

Γιατί το έκανες αυτό; Βάλε της επιτίμιο!

Και τους απαντά:

– Βλέπετε, αδελφοί, ότι κινδυνεύει να πεθάνει. Τι άλλο μπορώ να κάνω;

Και την άφησε να φύγει.

Ποτέ δεν τόλμησε ο γέροντας να καταδικάσει άνθρωπο.


9. Έλεγαν γι’ αυτόν ότι ήρθαν κάποιοι, προκειμένου να τους λύσει μια διαφορά. Ο γέροντας, όμως, έκανε τον τρελό. Τότε μια γυναίκα στάθηκε κοντά του και είπε:

Αυτός ο γέροντας είναι τρελός.

Την άκουσε, λοιπόν, εκείνος, τη φώναξε και της είπε:

Τόσους κόπους έκανα στις ερημιές για ν αποκτήσω αυτή την τρέλα, και θα τη χάσω σήμερα για σένα;


10. Πήγε κάποτε ο αββάς Αμμωνάς σ ̓ έναν τόπο για να φάει. Εκεί κοντά ήταν κι ένας αδελφός που είχε κακή φήμη. Συνέβη, μάλιστα, να πάει και να μπει στο κελί του αδελφού η γυναίκα για την οποία τον κατηγορούσαν.

Μαθαίνοντας το οι κάτοικοι της περιοχής εκείνης, αναστατώθηκαν. Συγκεντρώθηκαν και αποφάσισαν να διώξουν τον αδελφό από το κελί. Και όταν πληροφορήθηκαν ότι ο επίσκοπος Αμμωνάς βρισκόταν εκεί, πήγαν και τον παρακάλεσαν να έρθει μαζί τους.

Μόλις το έμαθε ο αδελφός, πήρε τη γυναίκα και την έκρυψε μέσα σ’ ένα μεγάλο πιθάρι.

Όταν έφτασε το πλήθος, ο αββάς Αμμωνάς κατάλαβε τι είχε γίνει, αλλά για την αγάπη του Θεού σκέπασε το πράγμα. Μπήκε μέσα, κάθισε πάνω στο πιθάρι και πρόσταξε να ψάξουν το κελί. Αφού, λοιπόν, έψαξαν και δεν βρήκαν τη γυναίκα, τους είπε:

– Τι έχετε να πείτε τώρα; Ο Θεός να σας συγχωρήσει.

Και αφού προσευχήθηκε, τους απομάκρυνε όλους. Έπιασε τότε από το χέρι τον αδελφό και του είπε:

Αδελφέ, πρόσεχε τον εαυτό σου [πρόσεχε σεαυτῷ] (Δευτ. 15:9).

Και με τα λόγια τούτα έφυγε.


11. Ρώτησαν τον αββά Αμμωνά:

Ποια είναι η στενή και γεμάτη δυσκολίες οδός; (πρβλ. Ματθ. 7:14).

Κι εκείνος αποκρίθηκε:

Η στενή και γεμάτη δυσκολίες οδός είναι τούτη: Να πολεμάει ο άνθρωπος τους λογισμούς του και να κόβει τα δικά του θελήματα από αγάπη προς τον Θεό. Έτσι εφαρμόζεται το ρητό: «Να εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε» [ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι] (Ματθ. 19:27).


12. Κάποιοι αδελφοί πήγαν στον αββά Αντώνιο και τον ρώτησαν για ένα χωρίο του Λευιτικού. Ο γέροντας, λοιπόν, βγήκε στην έρημο. Κρυφά, όμως, τον ακολούθησε ο αββάς Αμμωνάς, που γνώριζε τη συνήθεια του.

Αφού προχώρησε αρκετά ο γέροντας, στάθηκε σε προσευχή και φώναξε δυνατά:

Θεέ μου, στείλε τον Μωυσή να μου εξηγήσει αυτό το χωρίο!

Τότε ακούστηκε μια φωνή να μιλάει μαζί του.

Τη φωνή την άκουσα, έλεγε αργότερα ο αββάς Αμμωνάς, αλλά το νόημα των λόγων δεν το κατάλαβα.


13. Ο Παΐσιος, ο αδελφός του αββά Ποιμένος, είχε φιλικές σχέσεις με κάποιον που δεν ανήκε στη συνοδεία του. Αυτό δεν το ήθελε ο αββάς Ποιμένας. Σηκώθηκε, λοιπόν, και πήγε στον αββά Αμμωνά.

Ο αδελφός μου ο Παΐσιος, του λέει, έχει σχέσεις με κάποιον, κι αυτό δεν με αναπαύει.

Ακόμα ζεις Ποιμένα, του αποκρίνεται ο αββάς Αμμωνάς. Πήγαινε, κάθισε στο κελί σου και βάλε στην καρδιά σου ότι έχεις ήδη έναν χρόνο μέσα στο μνήμα.


14. Είπε πάλι ο αββάς Ποιμένας ότι έλεγε ο αββάς Αμμωνάς:

· Ένας άνθρωπος μπορεί να κρατάει σ’ όλη του τη ζωή το τσεκούρι, και να μην κατορθώνει να ρίξει το δένδρο. Κι ένας άλλος άνθρωπος, έμπειρος στο κόψιμο, με λίγα χτυπήματα ρίχνει το δένδρο.

Με τσεκούρι παρομοίαζε τη διάκριση.


15. Είπε πάλι (ο αββάς Ποιμένας) ότι έλεγε ο αββάς Αμμωνάς:

Εκατό χρόνια μπορεί να είναι κλεισμένος ένας άνθρωπος στο κελί του, και να μη μάθει πως πρέπει να ζει μέσα σ’ αυτό.


Το Γεροντικόν ήτοι Αποφθέγματα Αγίων Γερόντων. Π.Β. Πάσχου (επιμ.), εκδ. Αστήρ, Αθήνα 19813, του αββά Αμμωνά α΄-ια΄ (σελ. 15-16), του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου κε΄ (σελ. 4), του αββά Ποιμένος β΄, νβ΄, Ϟς΄ (σελ. 84, 90, 94).


Αββάς Αμμωνάς. Διηγήσεις – Επιστολές – Διδασκαλίες. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 2015. Έκδοση έκτη, αναθεωρημένη.

Σχολιάστε

Σχολιάστε