Μετά τὸ μύρο προχωροῦμε πρὸς τὴν ἁγία Τράπεζα, σ᾿ αὐτή τήν τελείωση τῆς ζωῆς, ὅπου, ὅταν φθάσουμε, δὲν θὰ χρειάζεται πλέον τίποτε ἄλλο γιὰ τὴν ἐπιζητουμένη εὐδαιμονία. ᾿Απὸ ἐκεῖ πραγματικὰ δὲν θὰ παραλαμβάνουμε πλέον θάνατο καὶ τάφο, καὶ μέθεξη καλύτερης ζωῆς, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν ᾿Αναστάντα, οὔτε τὰ δῶρα τοῦ Πνεύματος, ὅσα ἐπιτρέπεται νὰ λάβουμε, ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν Εὐεργέτη, τὸν ἴδιο τὸ Ναό, στὸν ὁποῖο στηρίζεται ὅλος ὁ κύκλος τῶν χαρίτων.
Βέβαια, Αὐτὸς ὑπάρχει στὸ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ Μυστήρια, Αὐτὸν χριόμαστε καὶ λουόμαστε, καὶ Αὐτὸς εἶναι τὸ δεῖπνο μας, συνυπάρχει δὲ ἐπίσης στοὺς μυουμένους, ὄχι κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο σὲ ὅλα, ἀλλὰ διαφορετικά· βαπτίζοντας, ἀπαλλάσσει τὸν πηλὸ ἀπὸ τὴν κακία καὶ ἐναποθέτει τὴν μορφή Του, χρίοντας τὸν καθιστᾶ ἐνεργὸ στὶς ἐνέργειες τοῦ Πνεύματος, τῶν ὁποίων ἔγινε ὁ ἴδιος θησαυροφυλάκιο ἐξ αἰτίας τῆς ᾿Ενσαρκώσεως. ῞Οταν δὲ φέρει τὸν μυούμενο στὴν Τράπεζα καὶ τοῦ δώσει νὰ φάει ἀπὸ τὸ Σῶμα Του, τὸν ἀλλάζει ὁλόκληρο καὶ τὸν μεταθέτει στὸ δικό Του ἦθος, καὶ ὁ πηλὸς δὲν εἶναι πλέον πηλός, ἀφοῦ δέχεται τὴ βασιλικὴ μορφή, ἀλλ᾿ εἶναι ἤδη σῶμα τοῦ Βασιλέως…