Οσίου Εφραίμ του Σύρου: Λόγος στον προφήτη Δανιήλ και στους αγίους Τρεις Παίδες. Και για κείνον που λέει, ο καιρός είναι πονηρός, δεν μπορώ να σωθώ.

Μπορείτε να διαβάσετε και τα υπόλοιπα κεφάλαια εδώ: Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα.


Τόμος Στ΄

Στ΄. Λόγος στον προφήτη Δανιήλ και στους αγίους Τρεις Παίδες. Και για κείνον που λέει, ο καιρός είναι πονηρός, δεν μπορώ να σωθώ.

Έλα λοιπόν, ας εξετάσουμε αυτά που αναφέρονται στον προφήτη Δανιήλ και τους αγίους Παίδες. Αυτοί οι όσιοι ζούσαν στις μέρες κατά τις οποίες ο Κύριος παρέδωσε την Ιερουσαλήμ στα χέρια του Ναβουχοδονόσορα*, του βασιλιά της Βαβυλώνας, εξαιτίας των αμαρτιών του λαού, και πρόσεχαν τους εαυτούς των συνεχώς από τη νεανική ηλικία.

1. Ναβουχοδονόσορ Β΄, ο Μέγας (604-562 π.Χ.). Στα 587 π.Χ. κυρίευσε και κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ, και οδήγησε τους Εβραίους αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα.

Λοιπόν μέσα σε τόσο πολλούς και ποικίλους πειρασμούς και θλίψεις αναδείχθηκαν άξιοι. Τι λογής μάλιστα κόπους δοκίμασαν αυτοί οι θεοφιλείς Παίδες στην αναταραχή που έγινε σ’ εκείνη την αιχμαλωσία, βλέποντας πρώτα πρώτα τον εκλεκτό λαό να εξολοθρεύεται άσπλαχνα από τους Ασσυρίους; Διότι ο Ιερεμίας λέει· «Δε σεβάσθηκαν τα πρόσωπα των ιερέων, δε σπλαχνίσθηκαν τους γέρους· οι άρχοντες κρεμάσθηκαν από τα χέρια, και οι νέοι εξαντλήθηκαν από τη μεταφορά ξύλων· και τα λοιπά» (Θρήνοι 4, 16· 5, 12-13).

Και παρόλο που έβλεπαν την αγία πόλη να ερημώνεται από τους ασεβείς, και το ναό του Θεού να κατακαίγεται από τη φωτιά, και τα άγια σκεύη να πιάνονται από ασεβή χέρια και να αφιερώνονται στα είδωλα (Δαν. 1, 2), και τους προφήτες να δένονται με σιδερένιες χειροπέδες, δεν απομακρύνθηκε από τον Θεό η καρδιά τους (πρβλ. Ψαλ. 43, 19), δεν κατηγόρησαν τον Θεό, δε δίστασαν. Όπως κάποιος κάπου λέει· «Να, αυτή η συμφορά προξενήθηκε από τον Κύριο· τι άλλο βαρύτερο περιμένω από τον Κύριο;» (Δ΄ Βασιλ. 6, 33).

Στη συνέχεια λοιπόν οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία· τους ακολουθεί αμέτρητη ταλαιπωρία στην οδοιπορία τους υποφέρουν κακουχίες και γυμνότητα και πείνα, επειδή δε μολύνθηκαν με τα απαγορευμένα. Στη συνέχεια οδηγήθηκαν στη Βαβυλώνα· τους ακολουθεί άλλος αγώνας. Γίνεται επιλογή των παιδιών, όπως λέει η Γραφή, ανάμεσα στα οποία συγκαταριθμείται ο Δανιήλ, ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ (Δαν. 1, 6).

Ο μισόκαλος Διάβολος λοιπόν, όταν είδε ότι ούτε κατά την πολιορκία της αγίας πόλης μπόρεσε να τους απομακρύνει από τον Κύριο, ούτε κατά την οδοιπορία, τούς έπεισε να φάνε απαγορευμένες τροφές, μπαίνει στην καρδιά του ασεβή βασιλιά, και τον πείθει, ώστε να διατάξει να τους προσφέρουν καθημερινά φαγητό από το τραπέζι του και κρασί από το δικό του, και να τους θρέψουν τρία χρόνια (Δαν. 1, 5)· ώστε να τους πείσει, έστω και με το βασιλικό πρόσταγμα, να φάνε από τα απαγορευμένα. Και πρόσεξε την πονηρία του Δράκοντα, ότι δηλαδή δεν όρισε την προθεσμία ούτε για μια μέρα, ούτε ως τις μέρες ενός μηνός, αλλά παρέτεινε τον αγώνα ως τρία χρόνια, για να νικήσει τους εραστές της ευσέβειας με το φόβο και τον καιρό.

Αυτοί όμως χωρίς ούτε μ’ αυτό να δειλιάσουν, και χωρίς να ντραπούν για τον πατροπαράδοτο νόμο, αξίωναν μυστικά από τον αρχιευνούχο να τους δοθούν όσπρια, για να μη μολυνθούν με το φαγητό από το τραπέζι του βασιλιά, επειδή δε φοβήθηκαν τον κίνδυνο από την ανυπακοή και την αντίσταση. Στη συνέχεια, όταν ο ευνούχος αρνήθηκε τη χορήγηση των οσπρίων, δεν απομακρύνθηκαν από το σκοπό της φιλοθεΐας. Ο Κύριος όμως, που δοξάζει και εξυψώνει αυτούς που τον δοξάζουν, θέλοντας να τους διαφυλάξει για λαμπρότερους αγώνες, κάνει τον Αμελσάδ, που τον όρισε ο αρχιευνούχος υπεύθυνο γι’ αυτούς, να τους προσφέρει το αίτημά τους (Δαν. 1, 16).

Και για να μάθεις ότι αυτό που γινόταν ήταν έργο του Θεού, από τα παιδιά που έτρωγαν στο βασιλικό τραπέζι δε βρέθηκαν λαμπρότερα και στη σοφία των γραμμάτων και στην εξωτερική εμφάνιση (9. Δαν. 1, 19). Αν όμως ήταν δειλά ή δίγνωμα, θα εκφράζονταν μ’ αυτά τα λόγια· «Τι να κάνουμε, αδελφοί; Μας νίκησε η ανάγκη. Υπάρχει βασιλική απειλή με τιμωρία τον θάνατο. Γιατί προκαλούμε στους εαυτούς μας, βασανιστήρια με την ανυπακοή; Ο Θεός έτσι θέλησε. Βλέπει και ο ίδιος την πίεση, που υποφέρουμε· και λοιπόν θα μας συγχωρήσει που παραβαίνουμε την εντολή του από ανάγκη. Βρισκόμαστε σε ξένη χώρα, είμαστε υπόδουλοι, χάσαμε τη χώρα μας. Αν μάλιστα εξασθενήσουμε εμείς με τη σκληραγωγία, ποιος θα φροντίσει και ποιος θα μας βοηθήσει; Δεν υπάρχει ούτε πατέρας, ούτε μητέρα, ούτε αδέλφια, ούτε συγγενής υπάρχει, που θα μπορέσει να μας παρασταθεί στη θλίψη διότι όλοι είναι φτωχοί, και όλοι είναι υπόδουλοι σε ξένη χώρα. Δε βλέπουμε κανέναν να ζει καλά, παρά μόνο αυτούς που συμμετέχουν στο βασιλικό τραπέζι. Εμείς όμως ακόμη και αν πεθάνουμε, δε θα αξιωθούμε ούτε ταφή, αλλά θα ριχθούν τα σώματα μας τροφή στα σκυλιά».

Όμως δε σκέφθηκαν οι δούλοι του Θεού τίποτε απ’ αυτά, αλλά ούτε επιθυμώντας την τροφή των οσπρίων, θα διάλεγαν αυτή τη συμπεριφορά, αλλά αγωνίζονταν να πάθουν με προθυμία για χάρη της αλήθειας.

Εσύ λοιπόν να διακρίνεις τη δόξα εκείνων που χόρτασαν από το βασιλικό τραπέζι και από το ευωδιαστό κρασί, και δε θέλησαν να υποφέρουν για χάρη της αλήθειας, και αυτών που απαρνήθηκαν τις απολαύσεις αυτής της ζωής, και υπέφεραν ταλαιπωρίες για χάρη της αλήθειας. Μ΄ αυτούς ας μας αξιώσει ο Κύριος να έχουμε μερίδα, μαζί με όλους τους Αγίους του. Αμήν.


Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα. τ. ΣΤ΄.
μετ. Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά.
εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, εκδ. Α΄ 1995.


Σχολιάστε

Σχολιάστε