Ο άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός (360-435).

Μπορείτε να διαβάσετε και υπόλοιπα κεφάλαια του βιβλίου εδώ: Ρουμάνικο Γεροντικό.


Ο άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός (360-435)

Αυτός ο μεγάλος ασκητής, θεολόγος, διοργανωτής μοναστηριών, διδάσκαλος, απολογητής και περίφημος εκκλησιαστικός συγγραφέας της Εκκλησίας του Χριστού του 4-5ου αιώνα ήταν και τα το γένος Δακο-ρουμάνος. Γεννήθηκε το έτος 360 μετά Χριστόν στην Δακία του Πόντου (Μικρή Σκυθία, σημερινή Ντομπρότζεα, στην επαρχία Τόμεως, 40 χιλιόμετρα βορειο-δυτικά της πόλης Κωνστάντζας).

Οι γονείς του, ευλαβείς και ευκατάστατοι χριστιανοί, έδωσαν στον γιο τους Ιωάννη Κασσιανό, (δηλαδή από τα μέρη των Κασσιένων) μια σπάνια χριστιανική διαπαιδαγώγηση, συνηθίζοντας τον από μικρό στην ανάγνωση των Αγίων Γραφών και στην πρακτική μιας υψηλής πνευματικής ζωής, δηλ. στην προσευχή, την άσκηση, την παρθενία και τον θεϊκό ζήλο.

Έχοντας την δίψα για την μόρφωση, δόθηκε από μικρός σ’ ένα από τα σχολεία της εποχής του που λειτουργούσαν στην Τόμι, Ιστρία, Αξιούπολη ή ίσως και σ’ ένα από τα γειτονικά μοναστήρια. Εδώ σπούδασε τα έργα των μεγάλων κλασσικών και φιλοσόφων, Ελλήνων και Λατίνων, και αργότερα τα πατερικά συγγράμματα από του 2-4ου αιώνα τα οποία κυκλοφορούσαν στον βορειοδυτικό ρουμανικό χώρο.

Στις προσωπικές του μαρτυρίες ο άγιος Ιωάννης Κασσιανός αναφέρει ότι από την παιδική του ακόμη ηλικία έζησε μεταξύ των μοναχών, των οποίων άκουγε τις συμβουλές και έβλεπε το παράδειγμα τους. Ανάμεσα στα αιωνόβια δάση, στα βόρεια της Ντομπρότζεα, κατά τον 4ον αιώνα υπήρχε ένα ανθηρό μοναχικό κέντρο με πολλά μοναστήρια και με δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες Σκύθες μοναχούς και ησυχαστές, εραστές του Θεού, στους οποίους άνθιζε η μοναχική έφεση, η ζωή της παρθενίας και ιδιαίτερα η αυστηρή άσκηση.

Η ζωή τους ήταν υπέρμετρα αξιοθαύμαστη, καθώς αναφέρει ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου (340-403) στο βιβλίο του «Κατά των ογδόντα αιρέσεων», αναφερόμενος στους μοναχούς της Δακίας του Πόντου.

Βλέποντας τον ιερό ζήλο για τον Χριστό και την άσκηση των Σκυθών μοναχών της πατρίδας του, ο άγιος Κασσιανός, αποφάσισε από την νεότητα του να σηκώσει τον χρηστό ζυγό του Χριστού, για να γίνει μοναχός σ’ ένα από τα μοναστήρια της επαρχίας Τόμεως, όπου ήδη ασκήτευε ο όσιος Γερμανός, συγγενής και φίλος του σ’ όλη του την ζωή. Η καλή του φήμη, η ενάρετη ζωή του, ο πόθος του για τον Θεό, καθώς και ο αδιάκοπος κόπος για τα πνευματικά, έκαναν τον νεαρό μοναχό Ιωάννη φίλο των μεγάλων επισκόπων της Τόμεως, όπως του αγίου Βετρανίου και του αγίου Θεοτίμου.

Επιθυμώντας να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους, και ιδιαίτερα τον Πανάγιο Τάφο του Χριστού, το έτος 380, όταν ήταν ακόμη 20 ετών αναχώρησε για τα Ιεροσόλυμα μαζί με την αδελφή του και τον όσιο Γερμανό. Εκεί οι δύο μοναχοί εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μοναστήρι της Βηθλεέμ, κοντά στο Σπήλαιο της Γεννήσεως του Χριστού.

Μετά από πέντε και πλέον χρόνια πνευματικής ασκήσεως στην Βηθλεέμ, ο άγιος Ιωάννης με τον φίλο του Γερμανό, οδηγήθηκαν από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος να επισκεφθούν τα μοναστήρια και τα ησυχαστήρια της Αιγύπτου, που ήταν η πατρίδα του χριστιανικού μοναχισμού.

Επί επτά και πλέον χρόνια οι δύο Δακο-ρουμάνοι μοναχοί επισκέφθηκαν τους οσίους μοναχούς, ηγουμένους, αναχωρητές και διδασκάλους της ερήμου της Αιγύπτου, διδασκόμενοι απ’ όλους την τέχνη της μοναχικής ασκήσεως, προοδεύοντας στην αγιότητα, την προσευχή και την ταπείνωση. Επίσης εδώ άρχισε να γράφει ο όσιος Ιωάννης ο Κασσιανός το μνημειώδες συγγραφικό του έργο που χωρίζεται σε 24 βιβλία και ονομάζεται «Συνομιλίες με τους Πατέρες».

Σ’ αυτό ζητά και λαμβάνει συμβουλές και λόγους διδασκαλίας από τους μεγάλους αναχωρητές που ασκήτευαν στην κοιλάδα του Νείλου, στην σκήτη της Θηβαΐδας, στο όρος της Νιτρίας, στην Ραϊθώ και στο Όρος του Σινά. Οι καλοί στρατιώτες του Χριστού μετακινούνταν από τόπο σε τόπο, από το ένα ησυχαστήριο στο άλλο, συγκεντρώνοντας από τον καθένα, σαν μέλισσες, το νέκταρ της σοφίας του Αγίου Πνεύματος.

Μετά από μια σύντομη επίσκεψη στην Βηθλεέμ οι δύο Δακο-ρουμάνοι ησυχαστές επέστρεψαν στην Αίγυπτο και σχόλαζαν εκεί μέχρι του έτους 399. Κατόπιν, επειδή εμφανίσθηκαν μερικοί ληστές στα μοναστήρια της κοιλάδας του Νείλου, που προξενούσαν πειρασμούς στον αρχιεπίσκοπο Θεόφιλο Αλεξανδρείας, στον άγιο Ιωάννη Κασσιανό και στον φίλο του Γερμανό, αυτοί μετέβησαν στην Κωνσταντινούπολη, στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο για τον οποίο είχαν ακούσει και τον αγαπούσαν πολύ.

Ο μεγάλος πατριάρχης και οικουμενικός διδάσκαλος, βλέποντας την αγιότητα της ζωής του οσίου Ιωάννη Κασσιανού καθώς και την θεολογική του δραστηριότητα, τον χειροτόνησε διάκονο και τον έκανε μαθητή του. Πέντε χρόνια έζησε ο άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός κοντά στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, διδασκόμενος απ’ αυτόν πολλά καλά έργα και ωφέλιμα λόγια.

Η εκθρόνιση του μεγάλου Πατριάρχη το 404, ανάγκασε τον όσιο Ιωάννη Κασσιανό να αναχωρήσει στην Ρώμη, μαζί με τον αχώριστο φίλο του Γερμανό, για να διεκδικήσει την προστασία του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Α΄.

Κατόπιν, μαθαίνοντας για τον θάνατο στην εξορία του καλού πνευματικού του πατέρα και ποιμένα, που συνέβη στην Κουκουσό της Αρμενίας το 407, ο άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός λυπήθηκε για την μεγάλη αδικία που έγινε από τον αυτοκράτορα Αρκάδιο, κατά του αγίου Χρυσοστόμου και δεν επέστρεψε πλέον στην Ανατολή, ούτε στην πατρίδα και στη γενέτειρα του, στο δέλτα του Δούναβη, αλλά εγκαταστάθηκε οριστικά στην νότια Γαλλία, στην Μασσαλία.

Εκεί θεμελίωσε δύο μοναστήρια, ένα για μοναχούς προς τιμή του αγίου Βίκτωρος και το άλλο για μοναχές, κατά το πρότυπο του οσίου Παχωμίου και του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, διοργανώνοντας έτσι για πρώτη φορά τον μοναχισμό στην Δύση, κατά τους κανόνας της μοναχικής ζωής της Ανατολής.

Όταν έγινε ιερέας και ηγούμενος σ’ αυτά τα δύο μοναστήρια ο άγιος Ιωάννης ο Κασσιανός, συγκέντρωσε γύρω του αρκετό αριθμό από μαθητές, τους οποίους ανέδειξε πνευματικά, κατά την μοναχική ζωή και ασκητική τάξη της Ανατολής, και αυτός αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια του κυρίως στην συγγραφή. Τα έργα του που σώζονται και είναι γνωστά μέχρι σήμερα, περιέχονται σε τρία βιβλία.

1) Περί λειτουργίας των κοινοβιακών μοναστηριών και περί θεραπείας των οκτώ της κακίας λογισμών, έργο που γράφτηκε το 420 σε δύο τόμους, κατά παράκληση του Επισκόπου Κάστορα από την Άπτα Ιουλία της νότιας Γαλλίας.

Στα τέσσερα πρώτα έργα ο άγιος ο Ιωάννης ο Κασσιανός ομιλεί για την ενδυμασία των μοναχών της Παλαιστίνης και Αιγύπτου, για τις προσευχές και τις νυκτερινές ψαλμωδίες, για τις καθημερινές ακολουθίες και για τις προϋποθέσεις εισόδου στα μοναστήρια των αρχαρίων μοναχών. Στα άλλα οκτώ έργα του ο άγιος Ιωάννης ομιλεί για τα οκτώ θανάσιμα αμαρτήματα, που επονομάζονται και «λογισμοί της κακίας» και είναι:

Η γαστριμαργία, η πορνεία, η φιλαργυρία, η οργή, η απόγνωση, η ακηδία, η κενοδοξία και η υπερηφάνεια.

2) Συνομιλίες με τους Πατέρες.

Από είκοσι τεσσερα κεφάλαια ή συνομιλίες απαρτίζεται το σωζόμενο προπαντός συγγραφικό έργο του αγίου Ιωάννη Κασσιανού. Το έργο αυτό διαιρείται σε τρία μέρη.

Το πρώτο μέρος χωρίζεται σε δέκα κεφάλαια, περιέχει τις πρώτες δέκα συνομιλίες (1-10), που είχε με τους πατέρες της ησυχαστικής ερήμου κατά το δεύτερο ταξίδι του στην Αίγυπτο (393-399), και αφιερώνεται στον επίσκοπο Λεόντιο, αδελφό του επισκόπου Κάστορα.

Το δεύτερο μέρος περιέχει επτά κεφάλαια, επτά δηλαδή συνομιλίες (11-17), τις οποίες είχε με πατέρες της περιοχής της Παλαιστίνης.

Το τρίτο μέρος, τα τελευταία επτά κεφάλαια, περιλαμβάνει τις συνομιλίες (18-24) τις οποίες έκανε με τους πατέρες της περιοχής της Διολκού. Αυτό το έργο γράφτηκε κατά τα έτη 420-429.

3) Περί της ενσάρκωσης του Κυρίου, κατά του Νεστορίου.

Σε επτά κεφάλαια, γραμμένο ολόκληρο στην νότιο Γαλλία, μεταξύ των ετών 429-430. Αυτό το τελευταίο έργο του αγίου Ιωάννη Κασσιανού, έχει ένα βαθύ θεολογικό και απολογητικό χαρακτήρα και καταπολεμεί την αίρεση του Νεστορίου, ο οποίος δεν ήθελε να ονομάζει την Παρθένο Μαρία Θεοτόκο, αλλά μόνο Χριστοτόκο.

Στα δύο πρώτα έργα ο άγιος Ιωάννης Κασσιανός παρουσιάζει στον χριστιανισμό της Δύσεως για πρώτη φορά την τάξη της μοναχικής ζωής της Ανατολής, δημιουργώντας έτσι ένα σταθερό σύνδεσμο μεταξύ των δύο χριστιανικών χωρών, της Ανατολής και της Δύσεως. Και με το τρίτο έργο του, ο Δακο-ρουμανος θεολόγος, κάνει γνωστή στην Δύση για πρώτη φορά, την αιρετική και αντορθόδοξη διδασκαλία του Νεστορίου.

Έτσι λοιπόν, ο άγιος Ιωάννης έγινε ο πρώτος διοργανωτής και θεμελιωτής του μοναχισμού στην Δυτική Ευρώπη, όπου έγινε γνωστή για πρώτη φορά η πατερική σκέψη και η μυστική ζωή, καθώς και τα πνευματικά βιώματα των μεγάλων πατέρων της Αιγύπτου, Σινά και Παλαιστίνης.

Συγχρόνως ο άγιος Ιωάννης θεωρείται και ένας μεγάλος απολογητής της αποστολικής πίστεως και βαθύς γνώστης των ορθοδόξων δογμάτων, μαχόμενος με κάθε τρόπο εναντίον του Νεστοριανισμού, του Πελαγιανισμού και του απόλυτου προορισμού.

Μετά από μια κοπιώδη και καρτερική άσκηση επί 60 χρόνια στην μοναχική ζωή, ο άγιος Ιωάννης Κασσιανός τελειώθηκε με ειρήνη στο μοναστήρι του στην Μασσαλία το έτος 435, παραδίνοντας την ψυχή του στα χέρια του Χριστού και αφήνοντας στα ίχνη του μερικές εκατοντάδες μαθητών του. Τα άγια του λείψανα βρίσκονται σ’ ένα υπόγειο παρεκκλήσιο του μοναστηριού του αγίου Βίκτωρος στην Μασσαλία, ενώ η κάρα και το δεξί του χέρι βρίσκονται στην εκκλησία για προσκύνημα των πιστών. Εθεωρείτο άγιος ακόμη και όταν ζούσε. Η μνήμη του τελείται στις 29 Φεβρουαρίου.


Ρουμάνικο Γεροντικό. εκδ. Ορθόδοξος κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1985.


Σχολιάστε

Σχολιάστε