Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Για την αρετή· προς νεώτερο ασκητή, τέσσερα κεφάλαια – Πρόλογος, Αρχή της πρώτης παραινέσεως.

Μπορείτε να διαβάσετε και τα υπόλοιπα κεφάλαια εδώ: Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα.


Για την αρετή·
προς νεώτερο ασκητή, τέσσερα κεφάλαια


Πρόλογος

Ο Κύριος που ήρθε στον κόσμο για τη σωτηρία των ανθρώπων πρόσταξε σ’ εμάς να αγαπούμε ο ένας τον άλλο (Ιω. 13, 34 και 15, 12). Είναι άλλωστε έργο αγάπης και το να παροτρύνουμε ο ένας τον άλλο, με φόβο Θεού. Επειδή λοιπόν ζήτησε η ευλάβεια σου να ακούσει λόγο από μένα τον τιποτένιο, υποχώρησα για να κάνω υπακοή και να γίνω συνεργός της χάριτος του Χριστού. Και τώρα για τα ίδια θέματα έγραψα σ’ αυτήν εδώ την επιστολή.

Αν λοιπόν βρεις κάτι ωφέλιμο, βάλε το μέσα στο νου σου, για να έχω και εγώ μισθό για τη συμβουλή μου, όταν εσύ καρποφορήσεις για τον Κύριο. Να μη ζητήσεις μάλιστα από μας, που ζούμε ανάμεσα σε μοναχούς, τέχνη λόγων που δεν την διδαχθήκαμε, ούτε κομψότητα λέξεων, που δεν τις ξέρουμε· αλλά αυτά που από αγάπη σου γράψαμε με απλότητα και ειλικρίνεια και ατεχνία, να τα δεχθείς με αγάπη, και να τα αυξήσεις στην προσωπική σου ζωή, επειδή είσαι ικανότερος από μας.

Και σαν να πήρες από μας για το χωράφι του νου σου σπόρους και κατάλληλες συνθήκες, κάνε πολλούς καρπούς. Και αυτά που τα είπαμε εμείς με λίγα λόγια και άτονα, να τα παρουσιάσεις με δύναμη σ’ αυτούς που ζουν μαζί σου, φιλομαθέστατε, και να τους συμβουλεύσεις να προφυλαχθούν από το βάθος της άγνοιας μας, που ούτε είμαστε συνηθισμένοι να γράφουμε λόγους εντυπωσιακούς, ούτε εξασκήσαμε την τέχνη των λόγων.

Και επειδή μας παρακίνησε η αγάπη να πληροφορήσουμε εσένα και όλους αυτούς που είναι μαζί σου, και όπως παλιά εκδηλώσαμε την αγάπη μας, όταν εσύ ζήτησες να μάθεις για την αρετή, και τώρα αφήσαμε στη διάθεση σου τον εαυτό μας, με τη βοήθεια της χάριτος, ως άσκηση αληθινών λόγων. Έτσι, και συ ο ίδιος θα διδάξεις με ζήλο τους άλλους, ανάλογα με τη χάρη που σου έχει δοθεί από τον Κύριο, ώστε να μην παρασύρονται οι αδελφοί από την απάτη της αμαρτίας.


Αρχή της πρώτης παραινέσεως

Αν κάθεσαι ολομόναχος στην έρημο, να μελετάς προσεκτικά την άσκηση και την προκοπή των τέλειων αναχωρητών· αν όμως ζεις σε κοινόβιο, μην καταφρονείς τους κοινοβιακούς κανόνες. Διότι και το ένα και το άλλο, όταν τα τηρεί κανείς με καθαρή συνείδηση σε κάθε μοναχική τάξη, θα είναι ευπρόσδεκτα από τον Θεό.

Αν λοιπόν κάθεσαι ολομόναχος, μη διαστρέφεις τα καλά παραδείγματα των αναχωρητών που έχουν προκόψει ορθά, αλλά να προσφέρεις τον εαυτό σου σε όλους ωφέλιμο παράδειγμα, εξετάζοντας πάντοτε το λόγο του Αποστόλου «Όλα επιτρέπονται, αλλά δε συμφέρουν όλα. Όλα επιτρέπονται, αλλά δεν οικοδομούν όλα» (Α΄ Κορ. 10, 23), για να μη σε κλονίσει ο Εχθρός από τη θέση σου, εξαιτίας της αυτοδικαίωσης σου.

Αν κάθεσαι σε κοινόβιο, μην απομακρύνεσαι από τον αποστολικό και νόμιμο κανόνα διότι αυτά που φαίνονται ότι είναι μικρές απροσεξίες, προξενούν μεγάλη βλάβη. Γι’ αυτό είναι ωραίο, πολύ ωραίο, το να μην υπερηφανεύεται κανείς, ούτε να βρεθεί κάτω από κατάκριση, επειδή κάνει τα έργα της φιλαυτίας. Είναι λοιπόν σωστό να παρευρίσκεται κανείς μαζί με τους ομόψυχους αδελφούς στη σύναξη, στην αγρυπνία, στο εργόχειρο, στις άλλες εργασίες, πράγμα που είναι σπουδαίο δείγμα ταπεινοφροσύνης· επίσης να παρευρίσκεται κανείς στην κοινή τράπεζα, εκτός αν είναι άρρωστος, και να μην εξουσιάζεται από τα θελήματα του, που σημαίνει να μην εξουσιάζεται από την κενοδοξία.

Πρέπει λοιπόν να ολοκληρώνει ο καθένας, με κάθε ταπεινοφροσύνη και υπομονή, το έργο που άρχισε να κτίζει. Το να είναι όμως κανείς ασταθής στον τρόπο ζωής και να περιπλανιέται με το λογισμό από τόπο σε τόπο και από έργο σε έργο, κάνει τον καρπό άγουρο, αν βέβαια καρποφορήσει ένας τέτοιος αδελφός. Και δε φέρνει ο Εχθρός σε όλους τους τόπους τους ίδιους πειρασμούς εναντίον του αδελφού.

Αλλά, αλλού συμβουλεύει να προτιμά ο αδελφός, για την αυτοδικαίωση του, τη σκληρότατη μοναχική πολιτεία και τον τραχύ βίο, και αλλού τον κάνει να αποφεύγει τους ωφέλιμους τόπους, με την πρόφαση ότι δεν υπάρχει κάποια μικρή συγκατάβαση προς τους αδύνατους αδελφούς, και έτσι νοθεύει ύπουλα το λογισμό του, διαφθείροντας ψυχικά τον αδελφό.

Και, όταν μένει στο κοινόβιο, τον προδιαθέτει να φαντάζεται την έρημο, επειδή σ’ εκείνο τον τόπο υπάρχει πολλή ησυχία· όταν όμως μένει στην έρημο, τον συμβουλεύει να την αποφεύγει, επειδή οι τόποι είναι κατάξεροι και δεν προσφέρουν και μια παρηγοριά.

Και αυτά τα υποκινεί όλο και πιο συχνά, για να κάνει τον αδελφό ακατάστατο και περιγέλαστο σε όλα, και έτσι να μην μπορέσει να εκπληρώσει καμιά αρετή. Διότι, όπως ακριβώς συμβαίνει, όταν κανείς αρχίσει να κτίζει έναν πύργο, και δείξει αδιαφορία για το κτίσιμο και πει· «Θα κτίσω καλύτερα μια στοά»· και μόλις αρχίσει να σκάβει τα θεμέλια, ξαναπεί «Είναι προτιμότερο να κτίσω ένα κελλί»· και αν αυτό το αφήσει μισοτελειωμένο, ο σκοπός του θα είναι ανώφελος· έτσι και ο μοναχός, αν δε μένει υπομονετικά με πνευματική σύνεση σε έναν τόπο, δεν μπορεί να δώσει τέλειο καρπό.

Γι’ αυτό λοιπόν, αν μένεις σε κοινόβιο, να ακολουθείς την τάξη, με κάθε ευλάβεια και φόβο Θεού. Και αν ακόμη είναι καθορισμένο να τρως δυο φορές την ημέρα, φάε από τις τροφές ευχαριστώντας τον Θεό. Και ότι κάνουν οι πιο ευλαβείς από τους αδελφούς, κάνε το και συ με καθαρή συνείδηση, και θα προκόψεις πολύ με τη χάρη του Κυρίου.

Αν όμως σε ενοχλήσει ο λογισμός σου, ότι είναι πολλά αυτά που έχουν παρατεθεί στην τράπεζα, εμείς ας σκεφθούμε ότι η προετοιμασία δεν έγινε με τη δική μας εντολή. Αν πάλι είναι φτωχικά και λιγοστά αυτά που ευκολύνεται να παραθέσει το κοινόβιο, και αρχίσει να δυσανασχετεί ο λογισμός μας μ’ αυτό, σκέψου ότι ο Κύριος, αφού κατέβηκε από τη δόξα του και έγινε άνθρωπος, δε θεώρησε ανάξιο το να φάει κρίθινο ψωμί.

Πρέπει λοιπόν με πνευματική σύνεση να αντιμετωπίζουμε τον Εχθρό, με κάθε τρόπο, για να αποκρούσουμε τις πανουργίες του με τη δύναμη που προσφέρει ο σταυρός. Διότι το να εγκρατεύεται κανείς υπερβολικά, όπως νομίζω, δεν είναι επαινετό πράγμα· όμως και να καταφρονεί την εγκράτεια που χρειάζεται, δεν είναι ωφέλιμο. Διότι, όπως το να απέχει κανείς για πολύ χρονικό διάστημα από τις καθορισμένες τροφές προκαλεί παράλυση και ατονία για τη συμμετοχή στις ακολουθίες, έτσι και το να ξεχειλίζει ο λαιμός από το φαγητό είναι αξιοκατάκριτο.

Διότι ο Κύριος λέει· «Αλίμονο σ’ εσάς που είστε χορτασμένοι τώρα, διότι θα πεινάσετε» (Λουκ. 6, 25). Αλλά και δια μέσου αυτής της ακρασίας του ο ακρατής άνθρωπος θα πέσει στις σαρκικές ηδονές. Πρέπει λοιπόν με ευσέβεια και με σωστό τρόπο να κυβερνούμε το σώμα μας.

Όταν μάλιστα μένεις στην έρημο να ασκείς διαρκώς τις αρετές που πρέπει: το ορθό και ταπεινό φρόνημα, την εγρήγορση και την ανδρεία, την αμεριμνία και την αφιλαργυρία, την τέλεια αγιότητα και την καρτερία στους κόπους, τη διάθεση να παρηγορείς όλους και την ακρίβεια στη μακροθυμία, τη σταθερότητα της διάνοιας που πρέπει για τον Θεό, γεγονός που προξενεί εξασθένιση των παθών και διωγμό των δαιμόνων, την αφοβία της σωματικής αρρώστιας ή της παρουσίας του θανάτου.

Αλλά έτσι, να περιμένεις με τόση χαρά την αναχώρηση απ’ αυτό τον κόσμο, σαν να πρόκειται να σε ανακαλέσουν από την καταναγκαστική εργασία στα μεταλλεία ή από την εξορία, και να σε φέρουν στη βασιλεία των ουρανών, σύμφωνα με τον Απόστολο που είπε· «Επιθυμώ να πεθάνω και να είμαι μαζί με τον Χριστό» (Φιλιπ. 1, 23).

Εκείνος που μένει σε κοινόβιο πρέπει να επιδιώκει τα εξής: να είναι υπάκουος, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, χωρίς καμιά αντιλογία· να επιδιώκει να έχει συμπόνια και να είναι ακενόδοξος· να μην αγαπά τα αξιώματα και να μην επιδιώκει τις τιμές· να είναι πρόθυμος στις αγρυπνίες και τις προσευχές· να είναι καρτερικός στην άσκηση και στις εργασίες· να φεύγει και να μη μιλάει και να ησυχάζει.

Να φεύγει από τη μια τους αιρετικούς και βλαβερούς ανθρώπους, και από την άλλη να μη λέει αυτά που είναι απαγορευμένα και δεν αρέσουν στον Θεό, και να ησυχάζει από τους θορύβους και από τις βιοτικές φροντίδες· να μη γυρίζει από κελλί σε κελλί, να μη βάζει μπροστά στον αδελφό εμπόδιο ή σκάνδαλο (Ρωμ. 14, 13), να μη μιλάει άκριτα, να μην είναι υποδουλωμένος στο θυμό ή την οργή, να μην καλλωπίζεται φορώντας ωραία ενδύματα, να μην περιποιείται το σώμα του για να το παρουσιάσει ωραίο, να μην έχει αχαλίνωτα τα μάτια του.

Ας φροντίζει να μην παρουσιασθεί σαν πανέξυπνος, για να μην πέσει σε κενοδοξία, η οποία προκαλεί ηδονή και οργή και λύπη· αλλά περισσότερο, ας φροντίζει να κάνει τον εαυτό του απλό και κυρίως απονήρευτο. Ας φροντίζει να τηρεί το σώμα του, μακριά από την αμαρτία, για να μη φανεί ψεύτης στον Δημιουργό· διότι προσφέραμε τους εαυτούς μας δώρο στον Κύριο και δεν εξουσιάζουμε πια το σώμα μας. Γιατί είτε μας στενοχωρούν, είτε μας πολεμούν, δεν είναι δυνατό να πάρουμε πίσω το δώρο, για να το χρησιμοποιήσουμε κατά το θέλημα μας.

Διότι, όπως όταν κάποιος κάνει τάμα να προσφέρει ένα δώρο στον Κύριο, και ο ιερέας το πάρει αυτό και το αφιερώσει στο ναό, και αν ακόμη συμβεί να αλλάξει γνώμη κατόπιν, αυτός που πρόσφερε το δώρο, δεν έχει πια δικαίωμα να το πάρει πίσω, ύστερα από την προσφορά του στον Κύριο· αν μάλιστα θα επιχειρούσε να το κλέψει κρυφά, δε θα απαλλάσσονταν από την κατηγορία, με τη δικαιολογία ότι πήρε πίσω το δικό του πράγμα, αλλά θα τιμωρηθεί ως ιερόσυλος· έτσι και αυτοί που αφιέρωσαν τις ψυχές τους στον Θεό, δεν εξουσιάζουν το σώμα τους.

Είναι μακάριοι αυτοί που φύλαξαν αυτό το δρόμο και τίμησαν την ευσέβεια· διότι με χαρά και υμνολογώντας τον Θεό θα μπουν στη βασιλεία των ουρανών· αυτή τη βασιλεία μακάρι να την απολαύσουμε όλοι μας με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ’ αυτόν ανήκει η δόξα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα. τ. Β΄.
μετ. Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά.
εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, εκδ. Α΄ 1989.


Σχολιάστε

Σχολιάστε