Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Για την κατάνυξη.

Μπορείτε να διαβάσετε και τα υπόλοιπα κεφάλαια εδώ: Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα.


Για την κατάνυξη

Χορηγός όλων των αγαθών, και πηγή από την οποία πηγάζουν οι θεραπείες, και θησαυρός των οικτιρμών, είσαι μόνο εσύ, ο Θεός· αγαθός και εύσπλαχνος, που χορηγείς πάντοτε αγαθά σ’ αυτούς που τα ζητούν.

Επειδή και εγώ ο ίδιος γνώρισα με την πείρα μου συνεχώς αμέτρητες θεραπείες και αγαθές δωρεές, που μου χαρίζεις καθημερινά, γι’ αυτό χωρίς φόβο σε ικετεύω, Χριστέ, εσένα τον ανεξίκακο Θεό, να έρθει σ’ εμένα, κατά τη συνήθεια της, η θεία σου χάρη, για να συγκεντρώσει τη διάνοια μου, και να θεραπεύσει πάλι τα κρυφά τραύματα μου.

Διότι, να, οι περισπασμοί και οι μετεωρισμοί ξαναερεθίζουν διαρκώς τα τραύματα μου, που δε φαίνονται. Εσύ όμως, μακρόθυμε, που πάντοτε θεραπεύεις με την θεία χάρη σου και με τους οικτιρμούς σου, θεράπευσε ως εύσπλαχνος τις άφθονες αδυναμίες εμένα του αμαρτωλού.

Εγώ απεναντίας, καθόλου δεν μπόρεσα να σου ανταποδώσω, Δέσποτα Κύριε, κάποια αμοιβή για τις θεραπείες. Διότι από που μπορούν να βρουν αντάξια τιμή οι δικές σου θεραπείες; Γιατί ούτε ο ουρανός, ούτε η γη μπορεί να ανταποδώσει την τιμή, όπως αξίζει, στις θεραπείες σου – και είναι θεραπείες της αγαθοσύνης σου οι πολλοί οικτιρμοί σου – επειδή δεν είναι δυνατό να αγορασθούν οι ουράνιες και άγιες θεραπείες, γιατί δε βρίσκουν αντάξια τιμή.

Όμως, Σωτήρα μου, τα προσφέρεις αυτά δια μέσου των δακρύων, και τα χαρίζεις σε όλους δια μέσου του πικρού θρήνου. Ποιος λοιπόν δε θα θαυμάσει; Ποιος λοιπόν δε θα μείνει έκπληκτος; Και ποιος δε θα δοξολογήσει την πολλή ευσπλαχνία της αγαθοσύνης σου, Σωτήρα των ψυχών μας, διότι ευδοκείς να δεχθείς δάκρυα αντί για μισθό, σαν πληρωμή για τις θεραπείες σου;

Ω δύναμη των δακρύων, ως ποιο σημείο έφθασες; Στον ίδιο τον ουρανό μπαίνεις ανεμπόδιστα με πολλή παρρησία. Ω δύναμη των δακρύων, διότι τα τάγματα των Αγγέλων με όλες τις αγγελικές δυνάμεις χαίρονται πάντοτε με τη δική σου παρρησία. Ω δύναμη των δακρύων, πως κατορθώνεις να παρουσιάζεσαι με χαρά, αν θέλεις, μπροστά στον άγιο και υψηλό θρόνο του άχραντου Δεσπότη Χριστού; Ω δύναμη των δακρύων, πως σε μια στιγμή πετώντας, υψώνεσαι στον ουρανό, και παίρνεις από τον Θεό αυτά που ζήτησες; Διότι σε συναντά με χαρά κρατώντας τη συγχώρηση.

Δώρισε λοιπόν, Κύριε, σ’ εμένα τον ανάξιο δάκρυα κάθε μέρα, και δύναμη, ώστε καθώς θα αναβρύζει διαρκώς η καρδιά μου πηγές δακρύων, μαζί με τη γλυκύτητα τους, να φωτισθεί με την καθαρή προσευχή, για να εξαφανισθεί το μεγάλο χρέος με λίγα δάκρυα, και να σβησθεί εντελώς σ’ εκείνη τη ζωή η αναμμένη φωτιά με λίγο κλάμα. Διότι, αν κλάψω εδώ, θα γλυτώσω σ’ εκείνη τη ζωή από την άσβεστη φωτιά.

Επειδή καθημερινά παροργίζω, Δέσποτα, τη μακροθυμία σου, έχω μπροστά στα μάτια μου τη δική μου σκληρότητα και τη δική σου ευσπλαχνία. Αλλά νικά η αγαθότητα της μακροθυμίας σου, τη δική μου σκληρότητα. Και διότι τα πουλιά με πολλή ευσπλαχνία τρέφουν τα παιδιά τους, και αν ακόμη παραμερίζονται από τα ίδια τα παιδιά τους, ποτέ δεν αδιαφορούν, ώστε να φτάσουν να τα εγκαταλείψουν, διότι υπερισχύει μέσα τους η στοργή.

Και αν συμβαίνει τα πουλιά να είναι τόσο εύσπλαχνα, πόσο περισσότερο, Δέσποτα, νικιέται η θεία χάρη σου από τους δικούς σου οικτιρμούς, ώστε να ελεήσεις όλους αυτούς που σε ποθούν; Το ίδιο μάλιστα και η μητέρα που προσβάλλεται από το παιδί της, δεν το βαστά η καρδιά της να το εγκαταλείψει, διότι νικιέται από τη στοργή της. Και αν μάλιστα αυτή που θηλάζει νικιέται από τη στοργή, πόσο περισσότερο νικιέται καθημερινά από τους οικτιρμούς σου η χάρη της φιλανθρωπίας σου, Δέσποτα, που αγαπάς τις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να σώσεις και να ελεήσεις εκείνους που διαρκώς σε ποθούν;

Επειδή λοιπόν υποφέρω από τον άγριο Εχθρό που διαρκώς με ενοχλεί, θα κραυγάσω με δάκρυα προς την ευσπλαχνία σου νύχτα και μέρα, για να με ελευθερώσεις από τους πολέμους του. Και διότι ποιος θα μπορέσει να υπομείνει τις ενέργειες του Πονηρού, αν απομακρυνθεί και για μια στιγμή η χάρη σου, Δέσποτα; Διότι την κάθε ώρα με λόγια και με έργα καταθλίβει την ψυχή μου.

Η δύναμη σου, Χριστέ, που επέπληξε τα κύματα της θάλασσας (Ματθ. 8, 26), ας τον επιπλήξει, ώστε να αχρηστευθεί και να απομακρυνθεί από μένα τον δούλο σου, διότι καθημερινά ανανεώνει εναντίον μου τα τεχνάσματα του γιατί φροντίζει να εξουσιάσει τη διάνοια μου, για να την απομακρύνει από τη γλυκύτητα και την καλή μελέτη των θείων εντολών σου. Στείλε, Δέσποτα, τη χάρη σου γρήγορα, για να διώξει μακριά από τον δούλο σου τον μεγάλο Δράκοντα μαζί με όλους τους αισχρούς και πονηρούς λογισμούς.

Η δική σου η παραβολή (Λουκ. 18, 1 κέ), Δέσποτα, θα σε κάνει να δεχθείς την προσευχή μου· διότι έχεις πει ότι σε κάποια πόλη ήταν ένας δικαστής, που δε φοβόταν τον Θεό, και επίσης δεν ντρεπόταν εντελώς κανένα άνθρωπο· και ότι στην ίδια πόλη ήταν μια φτωχή χήρα που καθημερινά τον παρακαλούσε και του έλεγε, «Δος μου το δίκαιο μου, προστατεύοντας με από τον αντίδικο μου»· και για αρκετό καιρό περιφρόνησε άσπλαχνα τη χήρα που ήταν συνεχώς λυπημένη· όμως η υπομονή της χήρας κατάφερε να έχει το ποθούμενο αποτέλεσμα, και να φέρει σε ίσιο δρόμο αυτόν τον άσπλαχνο και σκληρό δικαστή. Η αδικημένη χήρα πλησιάζει τον άσπλαχνο και παραβάτη δικαστή, για να την προστατεύσει από τον αντίδικό της· ενώ εγώ πλησιάζω τον εύσπλαχνο, τον μακρόθυμο και αγαθό Κύριο μου, που έχει τη δύναμη στη γη και στον ουρανό να ακούει τις προσευχές γρήγορα.

Άγιο θείο στόμα, διότι είσαι Θεός δοξασμένος, που δεν ψεύδεσαι, δώσε το δίκαιο γρήγορα και προστάτευσε όλους αυτούς που νύχτα και μέρα ελπίζουν σ’ εσένα. Μην καθυστερήσεις, Κύριε, να με προστατεύσεις. Γλύτωσε με από τον Εχθρό, και ευκόλυνε με να πορευθώ προς εσένα, ώστε νικώντας τον Εχθρό με την θεία χάρη σου να ευλογήσω μόνο εσένα και να δοξάσω μόνο εσένα, εύσπλαχνε, μακρόθυμε, που θέλεις να σωθούν όλοι οι άνθρωποι.

Επειδή χάθηκε ο χρόνος της ζωής μου μέσα στη ματαιότητα και στους αισχρούς λογισμούς, δώρισε μου φάρμακο για να θεραπευθώ εντελώς από τα κρυφά τραύματα μου, και δώσε μου δύναμη, ώστε έστω και μια ώρα να εργασθώ με προθυμία στον αμπελώνα σου· ο καιρός της μάταιας ζωής μου βρίσκεται στην ενδεκάτη ώρα (Ματθ. 20, 9).

Κυβέρνησε το πλοίο που μεταφέρει την πραμάτεια μου, οδηγώντας το με τις εντολές σου, και δώρισε σ’ εμένα να τον τιποτένιο έμπορο (Ματθ. 13, 45) σύνεση, ώστε να εμπορευθώ την πραμάτεια μου, όσο έχω καιρό· διότι πραγματικά το ταξίδι του πλοίου πλησίασε στο τέλος· με πρόλαβε μεγάλη κακοκαιρία, και ο καιρός φωνάζει σ’ εμένα τον διστακτικό· «Έλα, δείξε, οκνηρέ, όλη την εμπορική δραστηριότητα του χρόνου της ζωής σου»· και η ώρα του θανάτου με φοβίζει εμένα τον άθλιο.

Διότι κοιτάζω τα έργα μου, και τρέμει η ψυχή μου· και βλέπω την αμέλεια μου, που οφείλεται στην οκνηρία μου, και ριγούν τα κόκκαλα μου· διότι η ώρα του χωρισμού ήρθε μπροστά στα μάτια μου, και φοβήθηκα πάρα πολύ μόλις την αντιλήφθηκα. Να, αντί να χαρώ, περισσότερο φοβήθηκα, επειδή δεν έκανα έργα αντάξια με την θεία χάρη σου. Διότι την ώρα του θανάτου μεγάλος φόβος κυριεύει όλους τους αμαρτωλούς που μοιάζουν μ’ εμένα.

Αλλά επίσης η ώρα του χωρισμού της ψυχής από το σώμα είναι χαρά για όλους τους αγίους και για όλους τους δίκαιους και για όλους τους ασκητές. Και επίσης η ώρα του χωρισμού είναι λύπη για τους απρόθυμους και νωθρούς, όταν φέρνουν στη μνήμη τους την αμέλεια τους και την απροθυμία του περασμένου καιρού της ζωής τους. Και τότε η μεταμέλεια βασανίζει φοβερά την καρδιά του ανθρώπου που έδειξε σ’ αυτή τη ζωή αδιαφορία για τη σωτηρία του. Μεγαλύτερος απ’ αυτόν το φόβο του θανάτου και του χωρισμού, είναι ο βασανισμός εξαιτίας της μεταμέλειας του.

Αντίθετα όμως οι δίκαιοι, οι άγιοι και οι ασκητές χαίρονται την ώρα του θανάτου και του χωρισμού, επειδή βλέπουν μπροστά στα μάτια τους να είναι μεγάλος ο κόπος από την άσκηση τους, ο κόπος από τις αγρυπνίες και τις προσευχές, τις νηστείες και τα δάκρυα, τις χαμαικοιτίες και τους σάκκους*. Σκιρτά από χαρά η ψυχή τους, διότι παροτρύνεται να βγει από το σώμα της για να αναπαυθεί.

* 5. Σάκκος· ασκητικό ένδυμα τραχύ, κατασκευασμένο από μαλλιά κατσίκας.

Είναι επίσης φοβερή η παρουσία του θανάτου για τους αμαρτωλούς και τους νωθρούς και για κείνους που δεν ενδιαφέρονται να ζουν με καθαρότητα στη μάταια αυτή ζωή. Και είναι πολύ μεγάλη λύπη η ώρα του χωρισμού για τον αμαρτωλό άνθρωπο· γιατί δεν επιτρέπεται διόλου να πει κανείς κάτι, και μάλιστα εκείνη την ώρα το πρόσταγμα του Θεού μεταχειρίζεται αυστηρότητα.

Αλίμονο, αλίμονο, ψυχή μου, για ποιο λόγο άραγε αδιαφορείς για τη ζωή σου; Γιατί ζεις όλες τις μέρες της ζωής σου αναποφάσιστα; Δεν ξέρεις ότι το κάλεσμα γίνεται ξαφνικά; Και τι θα κάνεις εκεί, μπροστά στο βήμα του φοβερού Δικαστή, αν αμελήσεις εδώ; Ποια απολογία έχεις να απολογηθείς; Δεν καταλαβαίνεις, άθλιε, πως σε ξεγελά ο Εχθρός; Και αγνοείς, αναποφάσιστε, πως επίσης κλέβει καθημερινά τον ουράνιο πλούτο;

Πρόσεξε, πρόσεξε, ψυχή μου, την ώρα του πολέμου (Α΄ Πετρ. 4, 7). Παρακάλεσε τον Θεό προσευχόμενη με δάκρυα. Κραύγασε στον Θεό με πόνο της καρδιάς, και αμέσως ο Θεός θα στείλει, για να σε βοηθήσει, σπλαχνικό Άγγελο, και θα σε ελευθερώσει απ’ αυτό τον πόλεμο και την ταραχή που προκαλεί ο Εχθρός.

Φρόντισε να μη βρεθείς την ώρα του χωρισμού μέσα σε λύπη και στεναγμούς, και κλάψεις ανώφελα στον αιώνα του αιώνα, και έρθουν την ώρα εκείνη όλα στη σκέψη σου, και πεις, ψυχή μου, μέσα σου, θρηνώντας πικρά· «Εγώ κάθε ώρα όλα αυτά τα έφερνα στη μνήμη μου· και διακηρύττοντας από πιο πριν, έλεγα στον εαυτό μου· θα προσπαθήσω να περάσω τις μέρες που είμαι πάνω στη γη έτσι, ώστε να μην αμαρτήσω. Ούτε πάλι θα απομακρυνθώ από τις εντολές του Θεού, αλλά θα κάνω πάντοτε με πολλή προθυμία αυτά που αρέσουν στον Θεό». Τώρα όμως βρέθηκα άδειος, χωρίς να έχω εντελώς, ούτε ένα καλό έργο.

Έλα, ψυχή μου, στα συγκαλά σου κάνοντας συνεχώς τον αγώνα σου, να έχεις πάντοτε φόβο· πόθησε τον Θεό σου και δείξε την αγάπη σου σ’ αυτόν με τα καλά έργα, για να σε βρει ολοπρόθυμη να τον περιμένεις με μεγάλη χαρά, όταν έρθει η ώρα του θανάτου και του χωρισμού. Να έχεις το νου σου, ψυχή μου, στο δικό σου πολίτευμα και στο κάλεσμα του Θεού.

Διότι η ώρα της αναχώρησης δε φέρνει λύπη σ’ αυτόν που ελευθερώθηκε από όλα τα γήινα, αλλά ο θάνατος φέρνει λύπη στον αναποφάσιστο άνθρωπο, φέρνει λύπη στον αμαρτωλό, φέρνει λύπη στον αδιάφορο, φέρνει λύπη και στον οκνηρό, που έδειξε απροθυμία να κάνει αυτά που αρέσουν στον Θεό, φέρνει λύπη στον πολυκτήμονα, που έδεσε την ψυχή του σε πράγματα υλικά, φέρνει λύπη και στον πλούσιο, διότι τον χωρίζει από τον πλούτο του, φέρνει λύπη στον κοσμικό άνθρωπο, διότι τον χωρίζει από τη ζωή χωρίς να το θέλει, φέρνει λύπη και στους γονείς, διότι τους χωρίζει από τα ποθητά παιδιά τους, φέρνει λύπη και στους αδελφούς, διότι τους χωρίζει μεταξύ τους με κλάμα.

Όλοι αυτοί λυπούνται την ώρα του θανάτου, επειδή είναι δεμένοι με πράγματα αυτού του κόσμου. Εσύ όμως για ποιο λόγο στενάζεις και λυπάσαι, ψυχή μου ελεύθερη, που απομακρύνθηκες από τον κόσμο και από τα πράγματα του κόσμου;

Έτσι να μένεις πάντοτε, όπως ο Κύριος σε κάλεσε να είσαι ελεύθερη, και βάδιζε με αρχοντιά το δρόμο του Θεού, κάνοντας με πολλή προθυμία όσα είναι αρεστά σ’ αυτόν. Αν είσαι δοσμένος στον Θεό με όλη σου την ψυχή, ποτέ δε θα φοβηθείς την ώρα του θανάτου, αλλά κυρίως ο θάνατος και ο χωρισμός από το σώμα θα σου δώσουν χαρά.

Σώσε με, μακρόθυμε, σώσε με, Υιέ του Θεού, αναμάρτητε Χριστέ, και χάρισε μου, Σωτήρα μου, ως δώρο τη μελέτη της ζωής*, για να μην έχω ποτέ στην καρδιά μου άλλη μελέτη και φροντίδα εκτός απ’ αυτή· ώστε να εκτελώ πάντοτε τα δικά σου θελήματα· και καθώς θα βοηθά η θεία χάρη σου εμένα τον αμαρτωλό, θα γίνω ολοπρόθυμος, θα βαδίσω επαινετά μέσα στις εντολές σου, για να διαχειρισθώ καλά το χρήμα, που ο ίδιος μου έδωσες, Βασιλεύ ουράνιε, και αφού διαχειρισθώ την καλή «πραμάτεια» μέσα στον αγρό σου, Σωτήρα μου, να επαινεθώ από σένα, Δέσποτα μου· και να πω θαρρετά με καθαρή καρδιά, όταν θα έρθεις, Κύριε· «Είμαι μακάριος, διότι ήρθες, Δέσποτα».

* Εννοεί την αληθινή ζωή.

Ντύσε με, μέ ένδυμα αντάξιο με τους γάμους του αθανάτου Νυμφίου, που το απέκτησα εγώ με τη βοήθεια της θείας χάριτός σου. Θα ανάψω και το λυχνάρι, που μου χάρισε η δική σου θεία χάρη, Χριστέ, και η μακροθυμία σου· θα βγω με χαρά για να σε προϋπαντήσω, δοξάζοντας και υμνώντας τον αθάνατο Νυμφίο, ώστε να αξιωθώ να γίνω συμμέτοχος των Δικαίων και των Αγίων, που σε ευαρέστησαν, στους αιώνες. Αμήν.


Οσίου Εφραίμ του Σύρου. Έργα. τ. Α΄.
μετ. Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά.
εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, εκδ. Α΄ 1988.


Σχολιάστε

Σχολιάστε