Αββάς Αμμωνάς. ΙΙΙ. Από τα διδάγματα του αββά Αμμωνά.

Μπορείτε να διαβάσετε και το υπόλοιπο βιβλίο εδώ: Αββάς Αμμωνάς. Διηγήσεις – Επιστολές – Διδασκαλίες.


ΙΙΙ. ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΑΜΜΩΝΑ

Υπάρχουν τέσσερα κακά, και αν ο άνθρωπος έχει έστω και ένα απ’ αυτά, ούτε να μετανοήσει, μπορεί ούτε να εισακουστεί από τον Θεό, όταν προσεύχεται,

Πρώτο κακό είναι η υπερηφάνεια. Ο υπερήφανος νομίζει ότι ζει καλά, ότι η διαγωγή του αρέσει στον Θεό και στους ανθρώπους, ότι ωφελούνται πολλοί με τη συναναστροφή του και ότι αναχωρώντας στην έρημο, απαλλάχθηκε πια από τις πολλές αμαρτίες. Στον άνθρωπο που σκέφτεται έτσι, δεν κατοικεί ο Θεός.

Ο μοναχός, πολύ περισσότερο, πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο κι από τα άλογα ζώα και να πιστεύει ότι τα έργα του δεν ευαρεστούν τον Θεό. Ο προφήτης. άλλωστε, έχει πει ότι «όλη η αρετή του ανθρώπου είναι σαν ρούχο ρυπαρό, ενώπιον του Θεού» [ὡς ράκος ἀποκαθημένης πᾶσα ἡ δικαιοσύνη ἡμῶν] (πρβλ. Ησ. 64:6). Κι αν η ψυχή δεν πιστέψει πραγματικά, πως είναι πιο ακάθαρτη από τα άλογα ζώα, τα πουλιά και τα σκυλιά, ο Θεός δεν εισακούει την προσευχή της.

Γιατί τα ζώα. τα σκυλιά και τα πουλιά ούτε αμάρτησαν ποτέ ενώπιον του Θεού, ούτε θα αντιμετωπίσουν την τελική Κρίση. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι ο αμαρτωλός άνθρωπος είναι πιο ελεεινός από τα ζώα. Τον συμφέρει, όπως τα ζώα, να μην αναστηθεί από τους νεκρούς και να μην υποστεί την Κρίση. Τα ζώα δεν κατακρίνουν και δεν υπερηφανεύονται, αλλά και αγαπούν εκείνους που τα τρέφουν. Ο άνθρωπος, όμως, δεν αγαπά, όπως οφείλει, τον Θεό, που τον έπλασε και τον τρέφει.

Δεύτερο κακό είναι η μνησικακία. Αν κάποιος μνησικακεί εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου, ακόμα και εκείνου που τυχόν τον τύφλωσε, τότε η προσευχή του δεν ανεβαίνει στον Θεό. Ας μην πλανιέται ο μνησίκακος, πιστεύοντας ότι θα ελεηθεί ή θα συγχωρεθεί από τον Θεό, έστω κι αν αναστήσει νεκρούς.

Τρίτο κακό είναι η κατάκριση. Όποιος κατακρίνει άνθρωπο που αμαρτάνει, είναι κι αυτός αξιοκατάκριτος, έστω κι αν κάνει σημεία και θαύματα.

Ο Χριστός είπε: «Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μη σας κρίνει κι εσάς ο Θεός» [Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε] (Λουκ. 6:37). Ο χριστιανός, λοιπόν, δεν πρέπει να κρίνει κανέναν άνθρωπο. «Ούτε ο Πατέρας, βλέπετε, κρίνει κανέναν, αλλά έδωσε στον Υιό όλη την εξουσία να κρίνει τους ανθρώπους» [οὐδὲ γὰρ ὁ πατὴρ κρίνει οὐδένα, ἀλλὰ τὴν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ υἱῷ] (Ιω. 5:22).

Επομένως, όποιος κρίνει πριν από την Κρίση που θα κάνει ο Χριστός, αυτός είναι αντίχριστος. Άλλωστε, πολλοί που πρώτα ήταν ληστές και πόρνοι, ύστερα έγιναν όσιοι και δίκαιοι. Και μπορεί να είδαμε τις αμαρτίες τους, δεν αντιληφθήκαμε, όμως, τις κρυφές αρετές τους και τους κρίναμε άδικα.

Τέταρτο κακό είναι η έλλειψη της αγάπης. Χωρίς αυτήν, καθώς λέει ο απόστολος, κι αν ακόμα λαλήσουμε τις γλώσσες των αγγέλων, κι αν κατέχουμε όλη την ορθή πίστη, κι αν μετακινήσουμε βουνά, κι αν δώσουμε στους φτωχούς όλα τα υπάρχοντα μας, κι αν παραδώσουμε το σώμα μας στο μαρτύριο, σε τίποτα δεν ωφελούμαστε. [Εάν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι] (πρβλ. Α΄ Κορ. 13:1-3).

Αλλά μπορεί να ρωτήσετε: “Πώς είναι δυνατό να δώσει κανείς όλα του τα υπάρχοντα στους φτωχούς και να μην έχει αγάπη; Η ελεημοσύνη δεν είναι αγάπη;”. Δεν είναι τέλεια αγάπη η ελεημοσύνη, αλλά μέρος της αγάπης. Γιατί υπάρχουν πολλοί που άλλους ελεούν και άλλους αδικούν, άλλους φιλοξενούν και προς άλλους μνησικακούν, άλλους προστατεύουν και άλλους εμπαίζουν, τους ξένους συμπαθούν και τους δικούς τους μισούν. Δεν είναι αυτή αγάπη, λοιπόν, δεν είναι.

Η αληθινή αγάπη κανέναν δεν μισεί, κανέναν δεν εμπαίζει, κανέναν δεν κατακρίνει, κανέναν δεν πικραίνει, κανέναν δεν αποστρέφεται, ούτε πιστό, ούτε άπιστο, ούτε ξένο, ούτε αμαρτωλό ούτε πόρνο, ούτε ακάθαρτο. Απεναντίας, περισσότερο αγαπά τους αμαρτωλούς, τους αδύναμους και τους αμελείς. Γι’ αυτούς πονά και πενθεί και κλαίει.

Περισσότερο συμπάσχει με τους κακούς και τους αμαρτωλούς παρά με τους καλούς. Έτσι μιμείται τον Χριστό, που κάλεσε τους αμαρτωλούς σε μετάνοια τρώγοντας και πίνοντας μαζί τους [Καὶ ἐγένετο αὐτοῦ ἀνακειμένου ἐν τῇ οἰκίᾳ, καὶ ἰδοὺ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἐλθόντες συνανέκειντο τῷ ᾿Ιησοῦ καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ. καὶ ἰδόντες οἱ Φαρισαῖοι εἶπον τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες. πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν. οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν] (βλ. Ματθ. 9:10-13).

Γι’ αυτό και, δείχνοντας ποια είναι η αληθινή αγάπη, δίδαξε: «Να είστε καλοί και σπλαχνικοί, όπως είναι ο Πατέρας μας ο ουράνιος» [Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί] (πρβλ. Λουκ. 6:36). Εκείνος στέλνει τη βροχή σε κακούς και καλούς και ανατέλλει τον ήλιο για δικαίους και αδίκους [ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους] (πρβλ. Ματθ. 5:45). Έτσι και όποιος έχει αληθινή αγάπη, όλους τους αγαπά, όλους τους ελεεί, για όλους προσεύχεται.

Υπάρχουν μερικοί που κάνουν ελεημοσύνη και στηρίζουν τη σωτηρία τους μόνο σ’ αυτήν, ενώ και πολλά αμαρτήματα διαπράττουν και πολλούς μισούν και το σώμα τους μολύνουν. Αυτοί πλανώνται, ελπίζοντας στην ελεημοσύνη τους, με την οποία νομίζουν ότι ευαρεστούν τον Θεό.

 

Σχολιάστε

Σχολιάστε