Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Πνευματικά γυμνάσματα. Μελέτη ΛΓ΄. Στην Πεντηκοστή, κατά την οποία ενήργησε το Πνεύμα το Άγιο στους Αποστόλους.

Μπορείτε να διαβάσετε το υπόλοιπο βιβλίο εδώ :

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Πνευματικά Γυμνάσματα.


Μελέτη ΛΓ΄. Στην Πεντηκοστή, κατά την οποία ενήργησε το Πνεύμα το Άγιο στους Αποστόλους.

Συλλογίσου αγαπητέ, πως το Πανάγιο Πνεύμα όταν κατέβηκε στο υπερώο εν είδει πύρινων γλωσσών, σαν ένας σφοδρότατος άνεμος και βροντή, γέμισε όλο τον οίκο, στον οποίο ήταν καθισμένοι οι θείοι Απόστολοι και προσεύχονταν· «καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι» (Πραξ. β΄. 2)· και τον έκανε σαν μία κολυμβήθρα, όπως λέει ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, για να βαπτίσει τους Αποστόλους με την θεία χάρη του, περί του οποίου αυτού βαπτίσματος προείπε σ’ αυτούς ο Κύριος· «ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετά πολλάς ταύτας ἡμέρας» (Πράξ. α΄ 5).

Επλήρωσε δε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι, μετατρέποντας τον σε κολυμβήθρα πνευματική, και εκπληρώνοντας την επαγγελία του Σωτήρα, την οποία και τους έλεγε κατά την Ανάληψη, ότι ο Ιωάννης μεν βάπτισε με νερό, εσείς δε θα βαπτισθείτε με Πνεύμα Άγιο…αλλά απέδειξε αληθινή και την κλήση που τους έδωσε· γιατί με τον εξ ουρανού ήχο, όντως υιοί βροντής έγιναν οι Απόστολοι» (Λόγος στην Πεντηκοστή).

Τότε λοιπόν, αυτό το Πανάγιο Πνεύμα ενήργησε στους Αποστόλους τρεις μεταβολές (και αυτές οι μεταβολές είναι κυρίως ο καρπός και των παρόντων πνευματικών γυμνασμάτων).

Α΄. Μεταβολή του νου.

Η α΄ μεταβολή ήταν του νου των Αποστόλων, η οποία μετέβαλε σ’ αυτούς εκείνες τις πρώτες ιδέες που είχαν περί των πραγμάτων του κόσμου αυτού και τους έκανε να γνωρίσουν καθαρά, το ταπεινό και μάταιο των παρόντων αγαθών, και εξ εναντίας να γνωρίσουν το μεγαλείο και αιώνιο των μελλόντων, εκείνοι οι ίδιοι όπου λίγο πρωτύτερα φιλονικούσαν αναμεταξύ τους ποιος από αυτούς να ήταν ο πρώτος και μεγαλύτερος· «ἐγένετο δέ καί φιλονικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων» (Λουκ. κβ΄ 24).

Ύστερα αφού έλαβαν το Πνεύμα το Άγιο, μετρούσαν σαν μεγάλη ευτυχία, το να είναι μικρότεροι από όλους· το να καταφρονούνται από όλους, για τον Χριστό και το να λογίζονται ως ασθενείς, μωροί, άτιμοι, όνειδος, σκύβαλα και σκουπίδια του κόσμου και των ανθρώπων· «ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ἡμεῖς ἄτιμοι, ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγεννήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι» (Α΄ Κορ. δ΄ 10).

Τώρα αδελφέ στοχάσου αν ίσως έγινε και σ’ εσένα αυτή η μεταβολή του νου δια μέσου αυτών των πνευματικών γυμνασμάτων όπου ανάγνωσες και μέχρι ποιου βαθμού έφθασες, διότι αν ίσως και έως τώρα νόμισες ένα μεγάλο καλό, το να σε τιμούν και να σε έχουν οι άνθρωποι σε υπόληψη, το να ζεις στην καρδιά όλων, δηλαδή το να σε αγαπούν όλοι, το να γυρεύεις πάντοτε καινούργιες ηδονές και να ξοδεύεις σ’ αυτές. τον καιρό που σου δόθηκε για να κερδίσεις τα αιώνια αγαθά και το να ζεις με τέλη και αντιρρήσεις κοσμικές, φανερό είναι ότι ο νους σου οδηγείτο έως τώρα, από το πνεύμα του κόσμου και όχι από το Πνεύμα του Θεού και πρέπει γι’ αυτό να λυπάσαι και να μετανοείς. Διότι πέθανε ο Χριστός και αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς, όχι για να σου δώσει το πνεύμα του κόσμου. Αλλά για να σου δώσει το Πνεύμα το δικό του και εσύ με την κακή ζωή που έζησες, δεν έγινες δεκτικός του θείου του Πνεύματος· «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. β΄ 12).

Πρέπει όμως από τώρα και ύστερα να είσαι αποφασισμένος να κάνεις όλα τα εναντία, δηλαδή να οδηγείσαι με τις διδασκαλίας του Ευαγγελίου και του Αγίου Πνεύματος, και να μη λογαριάζεις άλλη τιμή, παρά εκείνη όπου σε μεγαλύνει εμπρός στον Θεό και να μην υπολογίζεις άλλο καλό, παρά εκείνο όπου σου προξενεί την απόλαυση του Παραδείσου.

Είναι καλό σημάδι, πως η χάρη του Αγίου Πνεύματος, άρχισε να φωτίζει τον νου σου και θέλει να σε μεταβάλει από εκείνον όπου ήσουν, σε άλλον άνδρα, καθώς είναι γραμμένο περί του Σαούλ· «καί ἐφαλεῖται ἐπί σέ Πνεῦμα Κυρίου, καί στραφήσῃ εἰς ἄνδρα ἄλλον» (Α΄. Βασιλ. ι΄. 6) και πρέπει γι’ αυτό να χαίρεσαι και να ευχαριστείς τον Κύριο που σε φώτισε με το Άγιο του Πνεύμα, για να μη περιπατείς πλέον σαν νήπιος, αλλά σαν άνδρας τέλειος· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐφρόνουν ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δέ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τά τοῦ νηπίου» (Α΄. Κορ. ιγ΄ 11)· και για να μην ακολουθείς πλέον το φρόνημα της σάρκας, που είναι θάνατος, αλλά το φρόνημα του Πνεύματος, που είναι ζωή· «τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος· τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ζωή καί εἰρήνη» (Ρωμ. η΄. 6).

Να ντραπείς λοιπόν, για την περασμένη ζωή που έζησες, όχι σαν οικείος του Χριστού, αλλά σαν ξένος και αλλότριος, με το να μη είχες το Πνεύμα του Χριστού, επειδή κατά τον Απόστολο· «εἴ τις Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἔχει οὗτος, οὐκ ἔστιν αὐτοῦ» (Ρωμ. η΄ 9).

Και παρακάλεσε ταπεινά το Άγιο Πνεύμα να μεταβάλει τελείως τον νου σου στο θείο του θέλημα, φωτίζοντας τον με την χάρη του. Όχι επιφανειακά, αλλά κατά βάθος για να μη στερηθείς και εσύ τον φωτισμό και την χάρη του και να λες όπως ο Δαβίδ· «και το φως των οφθαλμών μου, και αυτό ουκ έστι μετ  εμού» (Ψαλμ. λζ΄ 10)· αλλά μάλλον να λαμβάνεις επάνω στον αμυδρότερο φωτισμό, άλλον καθαρότερο και λαμπρότερο φωτισμό και να λες· «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. λε΄ 10).

Πώς δε να συγκρατείς τον φωτισμό αυτό του Αγίου Πνεύματος στον νου σου και πώς να μη τον αφήσεις να σβήσει; Άκουσε τι σου λέει ο θείος Χρυσόστομος· καθώς το φως του λύχνου με το λάδι ανάβει και συγκρατείται, και όταν σωθεί το λάδι τότε σβήνει και αυτό, έτσι και η χάρη του Αγίου Πνεύματος ανάβει και μας φωτίζει, όταν έχουμε καλά έργα, και ελεημοσύνη στην ψυχή μας. Όταν δε τα καλά έργα λείψουν και η ελεημοσύνη, αναχωρεί από εμάς και το φως του Αγίου Πνεύματος· «καθάπερ γάρ τό λυχνιαῖον φῶς ἐλαίῳ κατέχεται καί ἀναλωθέντος τούτου, κᾀκεῖνο σβέννυται, οὕτω δή καί ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, παρόντων μέν ἡμῖν ἔργων ἀγαθῶν, καί ἐλεημοσύνης πολλῆς ἐπιχεομένης τῇ ψυχῇ, μένει καθάπερ ἐλαίῳ κατεχομένη ἡ φλόξ· ταύτης δέ οὐκ οὔσης, ἄπεισι καί ἀναχωρεῖ» (Τόμ. Θ΄ λόγος 55).

Καθώς και το Πνεύμα Κυρίου όπου δόθηκε στον Σαούλ, αναχώρησε από λόγου του, με το να μη είχε γνώμη ορθή και έργα θεάρεστα· «Πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α΄. Βασιλ. ις΄ 14)· γι’ αυτό και ο Παύλος παραγγέλλει γράφοντας· «τό Πνεῦμα μή σβέννυτε» (Α΄. Θεσσ. ε΄ 19).

Γιατί λέει ο Μέγας Βασίλειος και καθώς άλλη μεν θερμότητα βρίσκεται στα σώματα καθ’ έξιν πολυχρόνια, άλλη δε κατά διάθεσιν ολιγοχρόνια, έτσι και το Πνεύμα το Άγιο, σε άλλους μεν παραμένει καθ’ έξιν δια την στερεότητα της καλής τους γνώμης, όπως ακολούθησε στον Ελδάδ και Μωδάδ, περί των οποίων γράφουν οι αριθμοί, ότι προφήτευαν πάντοτε.

Σε άλλους δε, μόνο βρίσκεται σαν διάθεση, και γρήγορα αναχωρεί για το αστερέωτο της γνώμης τους, όπως ακολούθησε στον Σαούλ και στους εβδομήκοντα πρεσβυτέρους, οι οποίοι μία φορά μόνο προφήτευσαν, και ύστερα έχασαν το χάρισμα της προφητείας. «Ὡς ἐν σώμασιν ὑγίεια, ἤ θερμότης, ἤ ὅλως εὐκίνητοι διαθέσεις, οὕτω καί ἐν ψυχῇ πολλάκις ὑπάρχει τό πνεῦμα, τοῖς διά τό τῆς γνώμης ἀνίδρυτον εὐκόλως ἥν ἐδέξατο χάριν ἀπωθουμένοις οἷος ὁ Σαούλ καί οἱ πρεσβύτεροι οἱ ἑβδομήκοντα τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, πλήν τοῦ Ἐλδάδ καί Μωδάδ· τούτοις γάρ μόνοις ἐκ πάντων φαίνεται παραμεῖναν τό Πνεῦμα· καί ὅλως εἴ τις τούτοις τήν προαίρεσιν παραπλήσιος» (Κεφ. κς΄. Περί του Αγίου Πνεύματος).

Β΄. Μεταβολή της καρδιάς.

Συλλογίσου αγαπητέ την β΄. μεταβολή όπου έκανε το Πανάγιο Πνεύμα στην καρδιά των Αποστόλων, οι οποίοι στην αρχή ήταν τόσο φιλόζωοι, τόσο φιλόσαρκοι, τόσο δειλοί, που για να φυλάξουν τη ζωή τους, ο ένας άφησε τον διδάσκαλο του στο πάθος και έφυγε γυμνός· «καί εἷς τις νεανίσκος ἠκολούθει αὐτῷ περιβεβλημένος σινδόνα ἐπί γυμνοῦ… ὁ δέ καταλιπών τήν συνδόνα γυμνός ἔφυγεν ἀπ᾿ αὐτῶν» (Μαρκ. Ιδ΄ 51. (Αυτός ήταν ο αδελφόθεος Ιάκωβος, ο οποίος φορούσε ένα μόνο ιμάτιο σε όλη του την ζωή, όπως λέει ο ιερός Θεοφύλακτος), ο άλλος τον αρνήθηκε και όλοι οι άλλοι αναχώρησαν· «καί ἀφέντες αὐτόν πάντες ἔφυγον». (Μαρκ. ιδ΄. 51).

Και ήταν τόσο τρομαγμένοι, σαν λαγοί, που έστεκαν κλεισμένοι από τον φόβο τους μέσα στο υπερώο και δεν τολμούσαν να βγουν έξω, σχεδόν σε όλο το διάστημα των πενήντα ημερών όπου πέρασαν μετά την Ανάσταση. Αλλά αφού κατέβηκε σ’ αυτούς το Άγιο Πνεύμα, μετέβαλε την ασθένεια της καρδιάς τους σε ανδρεία και γενναιότητα.

Έτσι βγήκαν έξω σαν τόσοι άφοβοι λέοντες και κήρυτταν τον εσταυρωμένο Ιησού εμπρός σε όλο το πλήθος του λαού με μέτωπο ανοικτό, με στήθος ανδρειωμένο και με τόλμη και παρρησία, χωρίς να δειλιάσουν, ούτε από φοβερισμούς, ούτε από δαρμούς, ούτε από βάσανα και μαρτύρια, ούτε από τον ίδιο τον θάνατο· αλλά  επιθυμούσαν όλα αυτά σαν τρυφές και ξεφαντώματα και χαίρονταν υπερβολικά όταν τα ελάμβαναν· «οἱ μέν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πραξ. ε΄. 41).

Τότε θα έβλεπες εκείνον τον δειλότατο και φιλόζωο Πέτρο, όπου πρωτύτερα δεν μπόρεσε να ακούσει χωρίς φόβο, ούτε ένα ψιλό λόγο ενός δυστυχισμένου κοριτσιού, πως στάθηκε με τόση αφοβία και τόλμη και δημηγόρησε μεγαλοφώνως μπροστά σ’ ένα μυριάριθμο πλήθος ανθρώπων, χωρίς να στοχάζεται πως είναι ολότελα άνθρωποι, αλλά πως είναι κνώδαλα και φυτά ή λίθοι, και με την δημηγορία του έλκυσε στην πίστη του Χριστού τρεις χιλιάδες λαού· «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πράξ. β΄. 14).

Τότε θα έβλεπες εκείνους τους αλιείς και αγράμματους, πλουτισμένους από τόση σοφία και σύνεση, ώστε να κάνουν τους σοφούς και γραμματισμένους να θαυμάζουν και να απορούν· «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καί ἰδιῶται ἐθαύμαζον». (Πράξ. δ΄ 13). Και αυτό γιατί; γιατί έδωσε στην καρδιά τους χύμα γνώσεως το Πνεύμα το Άγιο, καθώς είναι γραμμένο περί του Σολομώντα· «καί ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σολομών καί χῦμα καρδίας» (Γ΄ Βασιλ. δ΄ 29)· και διότι «ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται» (Α΄ Βασιλ. ι΄ 26).

 Ώ χάρη! ω ενέργεια! ω πυρ του Αγίου Πνεύματος, το οποίο όταν μία φορά ανάψει την καρδιά, τους λαγούς κάνει λέοντες, τους αδύνατους δυνατούς, τους ασόφους σοφούς, τους πήλινους κατασκευάζει πύρινους και τους πρώην ανδριάντες μεταβάλλει σε άνδρες τέλειους. Και αυτό είναι εκείνο που ο Θεός υποσχέθηκε να δώσει δια του Προφήτου Μιχαία λέγοντας· «οὐκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου» (Μιχ. γ΄ 8).

Τώρα και εσύ αδελφέ όπου αναγιγνώσκεις αυτά, στοχάσου, εάν έλαβες αυτή την γενναιότητα και θέρμη στην καρδιά σου, για να μην φοβάσαι σάρκα, κόσμο και κοσμοκράτορα, αυτό είναι σημείο πως μεταβλήθηκες από το Πνεύμα Κυρίου, καθώς είναι γραμμένο· «τότε μεταβαλεῖ τό Πνεῦμα καί διελεύσεται, καί ἐξιλάσεται· αὕτη ἡ ἰσχύς τῷ Θεῷ μου» (Αββακ. α΄ 11).

Στοχάσου, και εάν εσύ πρωτύτερα γύρευες με όλη την ορμή των επιθυμιών σου τα αγαθά του κόσμου, τα πλούτη, τις δόξες, τις ηδονές και λογάριαζες ότι ήταν μακαριότερος όποιος είχε από αυτά τα αγαθά περισσότερα. Να ξέρεις ότι έως τώρα η καρδιά σου ήταν πεπαλαιωμένη, αναίσθητη και πωρωμένη σαν πέτρα από το Πνεύμα του κόσμου και της σάρκας. Και λυπήσου γι’ αυτό και μετανόησε, πως σε τόσους χρόνους της ζωής σου, δεν έγινες άξιος να λάβεις δια του Αγίου Πνεύματος μία καινούργια καρδιά αισθητική του συμφέροντος σου, την οποία υποσχέθηκε να σου δώσει ο Θεός· «καί δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ὑμῖν· καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην καί τό πνεῦμά μου δώσω ἐν ὑμῖν» (Ιεζεκ. λς΄. 26).

Εάν δε τώρα γυρεύεις όλα τα εναντία και αντί να υπερηφανεύεσαι για τα πλούτη, εσύ περισσότερο ταπεινώνεσαι και χαίρεσαι στην πτωχεία· αντί να θέλεις τις τρυφές και τα ξεφαντώματα, εσύ αγαπάς την ολιγάρκεια και εγκράτεια, να ξέρεις, ότι το Πνεύμα το Άγιο άρχισε να μεταβάλει την καρδιά σου σε άλλη καρδιά, καθώς είναι γραμμένο περί του Σαούλ. «Καί ἐγενήθη ὥστε ἐπιστραφῆναι τῷ ὤμῳ αὐτοῦ ἀπελθεῖν ἀπό Σαμουήλ, μετέστρεψεν αὐτῷ ὁ Θεός καρδίαν ἄλλην». (Α΄. Βασίλ. ι΄. 9)

Επομένως να ευφρανθείς και ευχαρίστησε τον Κύριο, όπου δια του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο σου καθάρισε τον νου, αλλά και σου θέρμανε την καρδιά και θέλει να σε μεταβάλει από σαρκικό σε πνευματικό· από νήπιο μωρό, σε άνδρα σοφό· και από κοσμικό και εθνικό, σε αληθινό Χριστιανό. Γιατί τέτοιες θεοπρεπείς και παράδοξες μεταβολές συνηθίζει να ενεργεί το Πνεύμα το Άγιο, καθώς θεολογεί περί αυτού ο Μέγας Θεολόγος Γρηγόριος· «τοῦτο τό Πνεῦμα (σοφώτατον γάρ καί φιλανθρωπότατον) ἄν ποιμένα λάβῃ, ψάλτην ποιεῖ πνευμάτων πονηρῶν κατεπᾴδοντα καί βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ ἀναδείκνυσιν· ἐάν αἰπόλον συκάμινα κνίζοντα, προφήτην ἐργάζεται· τόν Δαβίδ καί τόν Ἀμώς ἐνθυμήθητι· ἐάν μειράκιον εὐφυές λάβῃ πρεσβυτέρων ποιεῖ κριτήν καί παρ᾿ ἡλικίαν· μαρτυρεῖ Δανιήλ ὁ νικήσας ἐν λάκκῳ λέοντας· ἐάν ἁλιέας εὕρῃ, σαγηνεύει Χριστῷ, κόσμον ὅλον τῇ τοῦ λόγου πλοκῇ συλλαμβάνοντας. Πέτρον λάβε μοι καί Ἀνδρέαν καί τούς τῆς βροντῆς υἱούς τά πνευματικά βροντήσαντας· ἐάν τελώνας, εἰς μαθητείαν κερδαίνει καί ψυχῶν ἐμπόρους δημιουργεῖ· φησί Ματθαῖος, ὁ χθές τελώνης, καί σήμερον εὐαγγελιστής· ἐάν διώκτας θερμούς, τόν ζῆλον μετατίθησι, καί ποιεῖ Παύλους ἀντί Σαύλων καί τοσοῦτον εἰς εὐσέβειαν, ὅσον εἰς κακίαν κατέλαβε». (λογ. Εις την Πεντηκοστή).

Να ντραπείς λοιπόν αδελφέ, διότι έως τώρα ήσουν μακράν από τέτοιους συλλογισμούς, πορευόμενος στα κακά θελήματα της καρδιάς σου και μη δίνοντας τόπο σ’ αυτήν, για να κατοικήσει το Πνεύμα το Άγιο· και συντόμως ειπείν, διότι έζησες σαν ένας «ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος ο οποίος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι καί οὐ δύναται γνῶναι» (Α΄. Κορ. β΄ 14).

Πάρε απόφαση στο υπόλοιπο της ζωής σου, να μη λυπήσεις πλέον το Πνεύμα το Άγιο, με καμία άτακτη και κακή όρεξη της καρδιάς σου, κατά την παραγγελία που σου δίνει ο Απόστολος· «καί μή λυπῆτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ» (Εφεσ. δ΄. 30)· ούτε να εναντιωθείς ως σκληροκάρδιος στο Άγιο του θέλημα, σαν τους σκληροκάρδιους εκείνους Εβραίους, προς τους οποίους είπε ο Στέφανος· «σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καί τοῖς ὠσίν· ὑμεῖς ᾀεί τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιπίπτετε» (Πράξ. ζ΄. 51)· αλλά να δώσεις όλη την καρδιά σου σ’ αυτό, με όλες της τις επιθυμίες, για να ενοικήσει, καθώς αυτό το ίδιο το πνεύμα σε προστάζει λέγοντας· «υἱέ δός μοι σήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ΄. 26).

Θα δώσεις δε, την καρδιά σου στο Πνεύμα το Άγιο, εάν μελετάς πάντοτε σ’ αυτήν το όνομα του Ιησού, του Υιού του Θεού, με μία αδιάλειπτη προσευχή. Επειδή το Πνεύμα το Άγιο μολονότι και εκπορεύεται εκ μόνου του Πατρός, όμως είναι και λέγεται και Πνεύμα του Υιού για την ομοουσιότητα και εν τω Υιώ αναπαύεται και χαίρει, όταν αυτός ονομάζεται· «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τό Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ ἐν ταῖς καρδίαις, κράζον ἀββᾶ ὁ Πατήρ»· (Γαλ. δ΄. 6)· ”ἵνα διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς καί πνευματικῆς προσευχῆς , ἐν μέν τῷ Πνεύματι θεωρῇς τόν Υἱόν, ἐν δέ τῷ Υἱῳ θεωρῇς τόν Πατέρα, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος· και για να καταξιωθείς δια της νοεράς εργασίας αυτής, να βρεις και να δεις νοερά την χάρη του Αγίου Πνεύματος, την οποία έλαβες μεν δια του αγίου βαπτίσματος, την έχωσες δε σαν σπινθήρα μέσα στα πάθη και τις αμαρτίες.

Και τέλος πάντων, επειδή και το Πανάγιο Πνεύμα· ο άλλος παράκλητος, το συμπληρωτικό πρόσωπο της Αγίας Τριάδας· ο χορηγός όλων των χαρισμάτων, η ζωή των ζώντων· η κίνηση των κινουμένων· και η τελειότητα απάντων των όντων, θέλησε εκ μόνης της φιλανθρωπίας του, να ειδοποιήσει στην καρδιά σου, τις πρώτες γραμμές και το πρώτο σχέδιο της χάριτος του, παρακάλεσε τον να μη σε αφήσει ατελή, αλλά να φέρει σε τελειότητα αυτήν την ειδοποίηση και το έργο που άρχισε σε σένα, χαρίζοντας σου το χάρισμα της διαμονής και της μέχρι τέλους υπομονής στην χάρη του.

Το οποίο χάρισμα, είναι το μεγαλύτερο από όλα τα χαρίσματα και αυτό μόνο συνιστά και επισφραγίζει τον προορισμό καθενός, κατά τους θεολόγους και δια του χαρίσματος αυτού, να σε αξιώσει από εδώ ακόμη, να γίνεις όλος πνευματικός, όλος αγγελοειδής, όλος άγιος και υιός Θεού, και Θεός κατά χάρη, από εκεί που είσαι τώρα γη και σποδός· καθώς λέει ο Μέγας Βασίλειος· «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελθόν εἰς ψυχήν ἀνθρώπου, ἔδωκε μέν ζωήν, ἔδωκε δέ ἀθανασίαν· ἤγειρε κείμενον· τό δέ κινηθέν κίνησιν ἀΐδιον ὑπό Πνεύματος Ἁγίον, ζῶον ἅγιου ἐγένετο· ἔσχε δέ ἄνθρωπος ἀξίαν πνεύματος εἰσοικισθέντος ἐν αὐτῷ προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου Θεοῦ, ὤν πρό τοῦ, γῆ καί σποδός»· (ομιλ. Περί τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, ἧς ἡ ἀρχή, ἐνθυμηθῶμεν πᾶσα ψυχή).

Γ΄. Μεταβολή της γλώσσας.

Συλλογίσου αγαπητέ την γ΄. μεταβολή όπου ενήργησε το Πνεύμα το Άγιο στην γλώσσα των Αποστόλων· διότι εκείνοι όπου πρωτύτερα δεν μιλούσαν άλλο παρά γήινα και χαμερπή, για δόξες και τιμές προσωρινές και μάταιες· «δός ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καί εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μάρκ. ι΄. 37)· εκείνοι όπου μιλούσαν περί του Χριστού ταπεινά και ευτελή· «ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὦδε εἶναι καί ποιήσωμεν σκηνάς τρεῖς, μίαν σοί καί Μωσεῖ μίαν καί μίαν Ἠλίᾳ» (Λουκ. θ΄. 33).

Εκείνοι όπου πρωτύτερα έφθασαν έως και να συμφωνήσουν με τον Ιούδα και να κατηγορήσουν την ευλογημένη εκείνη Μαρία και να θυμωθούν καταπάνω της, διότι άλειψε τα πόδια του Ιησού με τόσο πολυέξοδο μύρο, λέγοντες με αγανάκτηση· «εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γάρ τοῦτο πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καί δοθῆναι πτωχοῖς καί ἐνεβριμῶντο αὐτῇ» (Μάρκ. ιδ΄. 4).

Αυτοί λέω οι ίδιοι, ύστερα από τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος, δεν μιλούσαν πλέον για κάτι άλλο, παρά για τα μεγαλεία του Θεού, για υψηλά και μεγάλα πράγματα, για την βασιλεία των ουρανών, για την θεολογία της Αγίας Τριάδας, για το ακατανόητο μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας· διότι είναι Θεός αληθινός ο Χριστός· με ρητορική ανήκουστη, με ελευθεροστομία ασύγκριτη και με γλώσσας διάφορες· «ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ». (Πράξ. β΄ 11).

Τώρα στοχάσου εσύ αγαπητέ, τα λόγια όπου μιλούσες πρωτύτερα από τα παρόντα γυμνάσματα, και τα λόγια όπου πρέπει τώρα να λαλείς, για να λάβεις και εσύ την μεταβολή αυτή της γλώσσας, από την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Την γλώσσα σου την έδωσε ο Θεός αδελφέ, σαν όργανο για να λαλείς όλα τα καλά, όχι τα κακά. Έτσι πρέπει να την μεταχειρίζεσαι και εσύ κατά τον σκοπό που ο Θεός σου την έδωσε· δηλαδή στο να δοξολογείς και να αινείς με αυτήν πάντοτε τον Θεό, και να μελετάς τα θεία του λόγια καθώς έχει γραφτεί· «πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β΄ 11).

Και πάλι «καί ἡ γλῶσσά μου μελετήσει τήν δικαιοσύνην σου, ὅλην τήν ἡμέραν τόν ἔπαινόν σου»· (Ψαλμ. λδ΄. 32)· και όχι στο να λαλείς λόγια ανευλαβή κατά του Θεού και στο να ονομάζεις το θείο του όνομα σε πράγματα μάταια· «οὐ λήψῃ γάρ φησι τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπί ματαίῳ» (Εξοδ. κ΄. 7). Στο να κατηγορείς και να μέμφεσαι τον εαυτό σου και όχι στο να τον επαινείς μόνος σου «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καί μή τό σόν στόμα· ἀλλότριος, καί μή τά σά χείλη» (Παροιμ. κζ΄. 2).

Στο να συμβουλεύεις τον αδελφό σου όλα εκείνα όπου είναι συμφέροντα για την σωτηρία του και να τον στερεώνεις στο καλό και την αρετή, και όχι στο να ακονίζεις σαν μαχαίρι τη γλώσσα σου εναντίον του, περιπαίζοντας τον, κατηγορώντας τον και βρίζοντας τον καταφρονητικά με θυμό· «ἠκόνησαν ὡς ραμφαίαν τήν γλῶσσαν αὐτῶν» (Ψαλμ. ξγ΄. 30) ή και δίνοντας του κακές συμβουλές, με λόγια απαλά μεν και φιλικά, επίβουλα δε και εχθρικά, για να τον κακοποιήσεις και να τον βλάψεις· «ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπέρ ἔλαιον καί αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ. νδ΄. 24).

Και για να πω με ένα λόγο, στην γλώσσα σου πρέπει να έχεις τα μεγαλεία του Θεού, τα λόγια της παλαιάς και νέας Γραφής· τα περί της θείας προνοίας· τα περί της κρίσεως· και τα περί της αγαθότητας του· και όλες οι συνομιλίες σου να είναι περί πνευματικών και θείων πραγμάτων και περί ωφελείας ψυχικής. Εάν περί τέτοιων μεταχειρίζεσαι την γλώσσα σου, να ξέρεις, ότι ο Κύριος έπλασε νοερώς την δική σου γλώσσα, καθώς έπλασε κάποτε και του κωφού και μογιλάλου· «καί πτύσας ἥψατο τῆς γλώσσης αὐτοῦ… καί ἐλύθη ὁ δεσμός τῆς γλώσσης αὐτοῦ». (Μάρκ. ζ΄ 33). Και είναι καλό σημάδι, ότι άρχισε το Πνεύμα το Άγιο να μεταβάλει και την δική σου γλώσσα, και να λαλεί αυτό δι’ αυτής, όπως κάποτε λαλούσε και δια των Αποστόλων και δια του Δαβίδ «Πνεῦμα Κυρίου ἐλάλησεν ἐν ἐμοί καί ὁ λόγος αὐτοῦ ἐπί γλώσσης μου» (Β΄. Βασιλ. κγ΄. 2).

Να ντραπείς λοιπόν αδελφέ, πως έως τώρα μιλούσες σαν ένας σαρκικός και νήπιος και όχι ωσάν πνευματικός και τέλειος άνδρας· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν» (Α΄. Κορ. ιγ΄ 11) και η γλώσσα σου μελετούσε την αδικία, καθώς λέει ο Ησαΐας· «ἡ γλῶσσα ἡμῶν ἀδικίαν μελετᾷ» (νθ΄. 3).

Αποφάσισε στο εξής να μη αφήνεις να βγουν από το στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη και μάταια, αλλά ωφέλιμα και σωτήρια προς οικοδομή των ακουόντων, καθώς σου παραγγέλλει ο Απόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴτις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Εφέσ. δ΄ 29)· διότι ο λόγος είναι σκιά του έργου, καθώς είπε ένας σοφός – (αυτός είναι ο Δημόκριτος ειπών· «λόγος ἔργου σκιή») -· και οι λόγοι οι κακοί, προξενούν και τα έργα τα κακά, καθώς και εκ του εναντίου, οι λόγοι οι καλοί, προξενούν και τα έργα τα καλά.

Γι’ αυτό είπε και ο Σολομών, ότι στο χέρι της γλώσσας στέκεται η ζωή και ο θάνατος· «θάνατος καί ζωή ἐν χειρί γλώσσης» (Παροιμ. ιη΄. 21). Και καθώς όποιος βαστάει μυρωδικά και τον εαυτό του ευωδιάζει και τους άλλους, ομοίως και όποιος βαστάει βρωμερά και τον εαυτό βρωμίζει και τους άλλους· τοιουτοτρόπως και όποιος λαλεί τα καλά λόγια, ή τα κακά και τον εαυτό του ωφελεί, ή βλάπτει και τους ακούοντας τον.

Και τέλος πάντων, παρακάλεσε το Πνεύμα το Άγιο, να δυναμώσει αυτό που άρχισε να ενεργεί σε εσένα· «δυνάμωσον ὁ Θεός τοῦτο, ὅ κατειργάσω ἐν ἡμῖν» (Ψαλμ. ξζ΄. 31)· και να δείξεις μία τέλεια μεταβολή στην γλώσσα σου δια της χάριτος του, ώστε να μη σε αφήσει να σφάλεις πλέον με αυτήν σε κανένα λόγο άπρεπο· «εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ» (Ιακώβ. γ΄. 2)· αλλά να μεταχειρισθεί την γλώσσα σου σαν ένα κονδύλι, για να την κινεί με την δεξιά του στο να λαλείς εκείνα μόνο όπου αυτό θέλει και βούλεται· ώστε όπου, εσύ μεν να λες· «ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (Ψαλμ. μδ΄ 2)· εκείνοι δε όπου σε βλέπουν και σε ακούνε, να λένε· «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ ὑψίστου». (Ψαλμ. ος΄ 10).

Αναδημοσίευση από

Σχολιάστε

Σχολιάστε