Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: Υλικά βοηθήματα.

Μπορείτε να διαβάσετε και υπόλοιπα κεφάλαια του βιβλίου εδώ: Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ: «Υἱέ, δός μοι, σὴν καρδίαν…».


ΥΛΙΚΑ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

Θα αρκεσθούμε με τ’ αποσπάσματα αυτά από έργα των αγίων Πατέρων, αφού εξηγούν την προσευχή του Ιησού με τρόπο ικανοποιητικό.

Στα άλλα πατερικά έργα δίνεται η ίδια διδασκαλία. Θεωρούμε αναγκαίο για τους προσφιλείς πατέρες και αδελφούς μας να επαναλάβουμε την προειδοποίηση πως δεν πρέπει να βιάζονται να διαβάσουν τα έργα των Πατέρων πάνω στις πιο ψηλές μοναχικές καταστάσεις και εργασίες, παρόλο που η αγάπη για γνώση προσελκύει σε ένα τέτοιο διάβασμα και παρόλο που το διάβασμα τούτο οδηγεί στην έκσταση και την αγαλλίαση.

Η ελευθερία μας, ανάλογα με τους καιρούς, πρέπει να ’ναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Όταν υπήρχαν πνευματικοί οδηγοί, οι προσηλώσεις των αρχαρίων εύκολα γίνονταν αντιληπτές και θεραπεύονταν. Τώρα όμως δεν είναι κανείς για να θεραπεύσει ή ακόμη για να προσέξει τις προσηλώσεις. Συχνά μια ολέθρια προσήλωση εκλαμβάνεται σαν μεγάλη πρόοδος από άπειρους οδηγούς· το πρόσωπο που έχει την προσήλωση παρακινείται σε πιο μεγάλη προσήλωση. Μια προσήλωση, που άρχισε να ενεργεί πάνω σε ένα Μοναχό χωρίς να γίνει αντιληπτή, συνεχίζει να ενεργεί και να τον βγάζει, όσο πάει πιο πολύ, από την αληθινή πορεία.

Δεν θα είναι λάθος να πει κανείς πως η πλειονότητα των ανθρώπων έχει κάποιο είδος προσήλωση· αυτοί που απαρνήθηκαν κάθε τους προσήλωση είναι πολύ λίγοι, ενώ είναι απλώς ανύπαρκτοι οι άνθρωποι που ποτέ δεν είχαν προσήλωση σε κάτι. Κατά συνέπεια, τώρα που τα πατερικά βιβλία έχουν γίνει τα μόνα μέσα καθοδήγησης μας θα’ πρεπε να τα διαβάζουμε με ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή μήπως το μόνο μέσο καθοδήγησης μας μετατραπεί σε πηγή λαθεμένης δραστηριότητας και της σύγχυσης που απορρέει απ’ αυτή.

«Ας αναζητήσουμε», λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος σχετικά με την εκλογή του πνευματικού οδηγού μας, «όχι εκείνους που έχουν τη δωρεά της πρόγνωσης και της πνευματικής διορατικότητας κι’ αντίληψης, αλλά μάλλον αυτούς που είναι αδιαμφισβήτητα ταπεινοί και που ο χαρακτήρας τους και ο τόπος παραμονής τους αντιστοιχούν στις ασθένειες μας» (Κλίμαξ 4, 123).

Το ίδιο πρέπει να λεχθεί και για τα βιβλία, όπως είπαμε κιόλας πιο πάνω. Δε θα’ πρεπε να διαλέγουμε τα βιβλία με το πιο υψηλό κι’ εξαιρετικό περιεχόμενο, αλλά μάλλον εκείνα που είναι πιο κοντά στην κατάσταση μας και που εξηγούν την εργασία που είναι κατάλληλη για μας.

«Είναι μεγάλο κακό» λέει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος «να διδάσκεται ένα υψηλό δόγμα σε κάποιον που είναι ακόμη στη βαθμίδα των αρχάριων και που στο πνευματικό ανάστημα είναι ακόμη νήπια» (Κεφ. 74).

Ο σαρκικός και φυσικός άνθρωπος, ακούγοντας τη φράση «πνευματική» καθοδήγηση, την καταλαβαίνει ανάλογα με την κατάσταση του, τη διαστρέφει και τη διαστρεβλώνει και, ακολουθώντας την με τη διαστρεβλωμένη της σημασία, παίρνει λαθεμένο δρόμο και προσηλώνεται σ’ αυτή με πείσμα, σαν σε δρόμο που του υποδείχτηκε με ιερή καθοδήγηση.

Κάποιος Γέροντας έφτασε στη Χριστιανική τελείωση με την ιδιαίτερη πρόνοια του Θεού μετά που εισήλθε στην άσκηση της ησυχίας από τη νεανική του ηλικία, αντίθετα προς τους κανόνες. Στην αρχή έζησε στην ησυχία σε κάποιο δάσος στη Ρωσία, μένοντας σ’ ένα λασποκάλυβο, κι’ ύστερα στο όρος Άθω. Ύστερα από την επιστροφή του στη Ρωσία έζησε σε κοινόβιο σε ανεπιχορήγητο Μοναστήρι.

Βλέποντας στον Γέροντα τα αναμφίβολα σημάδια της αγιότητας, πολλοί από τους αδελφούς πήγαιναν σ’ αυτόν για συμβουλές. Ο Γέροντας έδινε οδηγίες από τη δική του πείρα και προξενούσε βλάβη στις ψυχές των αδελφών. Ένας Μοναχός που ήξερε τον Γέροντα καλά του είπε:

«Πάτερ! Μιλάς στους αδελφούς για εργασίες και καταστάσεις που στέκονται πέρα από την αντίληψη και την πείρα τους. Το αποτέλεσμα είναι πως ερμηνεύουν τα λόγια σου με το δικό τους τρόπο και με το να ενεργούν σύμφωνα με την ερμηνεία εκείνη βλάπτουν τον εαυτό τους».

Ο γέροντας απάντησε με άγια απλοϊκότητα:

«Το καταλαβαίνω κι εγώ! Μα τι να κάνω; Θεωρώ όλους σαν ανώτερους μου κι’ όταν ρωτούν απαντώ από τη δική μου πείρα (κατά κυριολεξία «κατάσταση»)».

Ο κοινός ή γενικός μοναχικός τρόπος ήταν άγνωστος στον Γέροντα. Όχι μοναχά η αμαρτία είναι φρίκη για μας, μα και το καλό είναι φρικτό όταν δε το κάνουμε στην κατάλληλη του ώρα και όταν το κάνουμε όχι στο πρεπούμενο μέτρο. Έτσι είναι φρίκη όχι μοναχά η λιμοκτονία μα κι’ η υπερβολή στο φαΐ, ή μια τροφή που ποιοτικά δεν κάνει για την ηλικία ή την κράση μας.

«Οὐδὲ βάλλουσιν οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς· εἰ δὲ μήγε, ῥήγνυνται οἱ ἀσκοί, καὶ ὁ οἶνος ἐκχεῖται καὶ οἱ ἀσκοὶ ἀπολλοῦνται· ἀλλὰ οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς βάλλουσι καινούς, καὶ ἀμφότεροι συντηροῦνται» (Ματθ. 9, 17). Ο Κύριος είπε τα λόγια τούτα για τις ενάρετες πράξεις, που πρέπει οπωσδήποτε να συμφωνούν με την κατάσταση του πράττοντος. Αλλιώς θα καταστρέψουν τον πράττοντα και οι ίδιες θα αφανιστούν δηλαδή, θα αναληφθούν άκαρπα και θα βλάψουν και θα καταστρέψουν τη ψυχή· κι’ αυτό είναι ακριβώς το αντίθετα του σκοπού τους.

Εκτός από τα βοηθήματα που εξηγήθηκαν πιο πάνω για να βοηθούνται οι αρχάριοι να ασκούνται στην προσευχή του Ιησού υπάρχουν κι’ άλλα. Απαριθμούμε τα κυριότερα απ’ αυτά.

1. Ένα κομποσχοίνι ή μια κλίμακα*. Το κομποσχοίνι συνήθως αποτελείται από εκατό κουκούτσια ή χάντρες, ενώ η κλίμακα από εκατό σκαλιά, μια που στον κανόνα που εκτελείται με την προσευχή του Ιησού οι προσευχές μετρούνται συνήθως με τις εκατό. Το κομποσχοίνι χρησιμοποιείται για να καταμετρούνται οι γονυκλισίες· επίσης οι Μοναχοί κάθονται και ασκούνται στην προσευχή του Ιησού στην αρχή με το κομποσχοίνι. Όταν όμως με την προσευχή δυναμώσει η προσοχή, είναι αδύνατο να προσευχηθεί κανείς με κομποσχοίνι και να μετρά τις προσευχές. Η προσοχή ολόκληρη τότε είναι απορροφημένη στην προσευχή.

* Είδος δερμάτινου κομποσχοινιού με σκαλιά αντί για χάντρες, σαν κλίμακα, από την οποία ανεβαίνουμε στον ουρανό

2. Είναι πολύ χρήσιμο να ασκείται κανείς στην προσευχή του Ιησού κάνοντας την με γονυκλισίες και υποκλίσεις ως τη μέση που γίνονται χωρίς βιασύνη και με συναίσθηση μετάνοιας, όπως τις έκανε ο ευλογημένος εκείνος νέος ο Γεώργιος, για τον οποίο διηγείται ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος στο λόγο του για την πίστη (Φιλοκαλία, εκδ. «Αστέρος», Αθήνα, 1973, Τόμ. Ε΄, σελ. 74).

3. Στην εκκλησία και μάλλον γενικά όταν ασκούμαστε στην προσευχή προς τον Ιησού είναι χρήσιμο να έχουμε τα μάτια κλειστά.

4. Υποβοηθεί επίσης πολύ να έχουμε το αριστερό χέρι στο στήθος πάνω από την αριστερή θηλή, λίγο πιο πάνω απ’ αυτή. Μ΄ αυτή την τεχνική υποβοηθείται κανείς να νοιώσει τη δύναμη του λόγου που βρίσκεται μέσα στο στήθος.

5. Οι πατέρες συμβουλεύουν τους ησυχαστές να έχουν ένα κάπως σκοτεινό δωμάτιο ή κελλί με παράθυρα κλεισμένα με κουρτίνες για να φυλάγεται ο νους από τον περισπασμό και να υποβοηθείται να συγκεντρώνεται στην καρδιά.

6. Οι ησυχαστές συμβουλεύονται να κάθονται πάνω σ’ ένα χαμηλό σκαμνί, πρώτα γιατί η συγκεντρωμένη προσευχή χρειάζεται μια θέση ανάπαυσης και ύστερα κατά μίμηση του παραδείγματος του τυφλού ζητιάνου που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο και που στεκόταν στην άκρη του δρόμου φωνάζοντας τον Κύριο Ιησού «Υἱὲ Δαυῒδ Ἰησοῦ, ἐλέησόν με» (Μάρκ. 10, 47) κι’ εισακούστηκε και θεραπεύτηκε. Το χαμηλό αυτό σκαμνί συμβολίζει την κοπριά πάνω στην οποία καθόταν ο Ιώβ έξω από την πόλη, όταν τον κτύπησε ο διάβολος από την κεφαλή ως τα πόδια με μια φοβερή αρρώστια (Ιώβ 2, 8).

Ο Μοναχός πρέπει να δει τον εαυτό του σακατεμένο, παραμορφωμένο, κατακουρελιασμένο από την αμαρτία, αποδιωγμένο κι’ απόκληρο από τη φυσική του κατάσταση εξ αιτίας της, ξεπεσμένο σ’ ότι είναι αφύσικο, και από την άθλια του κατάσταση πρέπει να βοά στον πανοικτίρμονα και παντοδύναμο Ιησού, τον Λυτρωτή της ανθρώπινης φύσης: Ελέησον με.

Το χαμηλό σκαμνί είναι πολύ βολικό για την άσκηση στην προσευχή του Ιησού. Αυτό δε σημαίνει πως απαγορεύεται να στέκει κανείς· επειδή, όμως, όλος σχεδόν ο χρόνος του ησυχαστή είναι αφιερωμένος στην προσευχή, του επιτρέπεται να επιδίδεται σ’ αυτή καθιστός και κάποτε ακόμη πλαγιασμένος. Ιδιαίτερα οι άρρωστοι και οι ηλικιωμένοι πρέπει να προσέχουν να μη κοπιάζουν υπέρμετρα για να μη εξαντλούν τις δυνάμεις τους και να κάνουν έτσι αδύνατη την άσκηση τους στο πνευματικό έργο.

Η ουσία της εργασίας βρίσκεται στον Κύριο και στο όνομα του. Ο παραλυτικός αποτέθηκε στο κρεβάτι του μπροστά στον Κύριο μέσω της στέγης του σπιτιού και δέχτηκε τη θεραπεία. Η θεραπεία έλκεται με την πίστη και την ταπείνωση.

7. Όσοι ασκούνται στην πνευματική εργασία μερικές φορές είναι υποχρεωμένοι να χύνουν κρύο νερό πάνω τους ή να τοποθετούν πετσέτες βρεγμένες με νερό στα μέρη του σώματος τους όπου υπάρχει υπεραιμία. Το νερό πρέπει να είναι στη θερμοκρασία του που έχει το καλοκαίρι και σε καμιά περίπτωση πολύ κρύο, γιατί τέτοιο νερό απλώς αυξάνει τη θερμοκρασία. Γενικά η νοητική ενασχόληση τείνει να προκαλεί πυρετό σε ορισμένες κράσεις.

Ο αββάς Δωρόθεος ένοιωθε ένα τέτοιο πυρετό όταν σπούδαζε την επιστήμη της πνευματικής ζωής και γι’ αυτό ήταν που δροσιζόταν με νερό (Όσιος Αββάς Δωρόθεος. Πώς πρέπει να πορευθεί κανείς το Δρόμο του Θεού). Τέτοιο πυρετό θα πρέπει σίγουρα να νοιώθουν όσοι βιάζουν πολύ τον εαυτό τους στην ένωση του νου με την καρδιά μέσω υλικών βοηθημάτων, στα οποία δίνουν υπέρμετρη σπουδαιότητα και παραλείπουν να δώσουν σημασία στα πνευματικά βοηθήματα.

Στην περίπτωση ιδιαίτερης φυσικής προσπάθειας για την απόκτηση της εγκάρδιας προσευχής μια θερμότητα αρχίζει να ενεργεί μέσα στην καρδιά. Η θερμότητα αυτή είναι το άμεσο αποτέλεσμα μιας τέτοιας προσπάθειας. Κάθε μέλος του ανθρώπινου σώματος που εκτίθεται σε τριβή θερμαίνεται. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της καρδιάς ύστερα από μακρά και συνεχή ένταση. Η θερμότητα που εμφανίζεται σαν αποτέλεσμα ζωηρής φυσικής προσπάθειας είναι επίσης υλική. Είναι θερμότητα της σάρκας και του αίματος, στο βασίλειο της πεσμένης φύσης μας.

Ένας άπειρος ασκητής, όταν αρχίσει να νοιώθει αυτή τη θερμότητα, οπωσδήποτε θα το θεωρήσει τούτο σαν κάτι το αξιοθαύμαστο και θα νοιώσει ευχαρίστηση κι’ απόλαυση μ’ αυτό· κι’ αυτό είναι η αρχή της αυταπάτης. Όχι μόνο δεν πρέπει να σκεφτούμε τίποτε το ιδιαίτερο γι’ αυτή τη θερμότητα, αλλά αντίθετα πρέπει να πάρουμε ειδικά προφυλακτικά μέτρα μόλις αυτή εμφανιστεί.

Η προφύλαξη είναι αναγκαία γιατί η θερμότητα αυτή, όντας του αίματος, δεν περνά μόνο σε διάφορα μέρη του στήθους, αλλά και μπορεί πολύ εύκολα να κατέβει πιο χαμηλά στα κάτω μέρη του στομάχου και να προξενήσει εκεί την πιο βίαιη έξαψη και πύρωση. Είναι φυσικό πως θα πρέπει ν’ αρχίσει τότε να ενεργεί η σαρκική επιθυμία, γιατί αυτό είναι χαρακτηριστικό των τμημάτων εκείνων του σώματος στην κατάσταση της έξαψης.

Μερικοί, που έφτασαν σ’ αυτή την κατάσταση και δεν κατάλαβαν τι τους συνέβαινε, ενέδωσαν στη σύγχυση, τη μελαγχολία και την απελπισία, όπως είναι γνωστό από την πείρα. Θεωρώντας την κατάσταση τους απελπιστική, κατέφυγαν σε διάσημους Γέροντες και στη συμβουλή τους αναζητούσαν θεραπεία για τη ψυχή τους, βασανισμένοι όπως ήταν από την αμφιβολία και την αθλιότητα.

Ακούγοντας οι Γέροντες πως στην επίκληση του ονόματος του Ιησού είχε εμφανιστεί η πιο βίαιη πύρωση μαζί με λαγνεία, τρόμαξαν για τις πονηρίες του διαβόλου. Είδαν σ’ αυτή την περίπτωση μια τρομερή πλάνη. Διέταξαν τους παθόντες να πάψουν την άσκηση τους στην προσευχή του Ιησού σαν αιτία αυτού του κακού. Μίλησαν σε πολλούς άλλους ασκητές γι’ αυτό το φαινόμενο σαν αξιοσημείωτο και καταστρεπτικό επακόλουθο της άσκησης στην προσευχή του Ιησού. Και πολλοί πίστεψαν την κρίση τους από σεβασμό προς το ξακουστό όνομα τους· πίστεψαν πως η κρίση τους ήταν καρπός πραγματικής πείρας.

Στην πραγματικότητα η τρομερή αυτή πλάνη είναι απλώς αποτέλεσμα υπεραιμίας που φέρνει η βίαιη, ή με άγνοια χρήση των υλικών βοηθημάτων. Η υπεραιμία αυτή εύκολα μπορεί να θεραπευτεί μέσα σε δυο ή τρεις μέρες με την τοποθέτηση λινού ρούχου, βρεγμένου με νερό σε θερμοκρασία καλοκαιρινή, στα φλογισμένα μέρη.

Πολύ πιο επικίνδυνο και πολύ πλησιέστερα στην πλάνη είναι, όταν ο ασκητής νοιώθει τη φυσική αυτή θερμότητα μέσα στην καρδιά του ή στο στήθος του και την παίρνει για δωρεά της Χάριτος, τη θεωρεί κι’ αυτή και κατά συνέπεια και τον εαυτό του σαν κάτι, αρχίζει να φαντάζεται ευφροσύνη για τον εαυτό του, να σκοτίζει, να πλανά, να εμπλέκει και να καταστρέφει τον εαυτό του με την έπαρση.

Όσο περισσότερο σωματικό κόπο και προσπάθεια κάνει ένας ασκητής, τόσο περισσότερο ανεβαίνει η θερμότητα του αίματος. Κι’ έτσι πρέπει να είναι! Για το μετριασμό αυτής της θερμότητας και για να την παρεμποδίσει κανείς να κατέβει προς τα κάτω, δεν πρέπει να καταβάλλεται ιδιαίτερη προσπάθεια να πιέζεται ο νους μέσα στο εσωτερικό της καρδιάς, η καρδιά δεν πρέπει να παραδουλεύεται και δεν πρέπει να παράγεται θερμότητα με υπερβολική συγκράτηση της αναπνοής και κούραση της καρδιάς.

Αντίθετα, η αναπνοή πρέπει να ελέγχεται απαλά και πολύ απαλά πρέπει να οδηγείται ο νους σε ένωση με την καρδιά. Πρέπει να προσπαθούμε να βεβαιωνόμαστε πως η προσευχή ενεργεί στην ίδια την κορυφή της καρδιάς όπου εγκατοικεί η δύναμη του λόγου σύμφωνα με τους Πατέρες κι’ όπου κατά συνέπεια πρέπει να τελείται η θεία λατρεία.

Όταν η θεία Χάρη επισκιάσει την εργασία της προσευχής κι’ αρχίσει να ενώνει το νου με την καρδιά, η υλική θερμότητα του αίματος εξαφανίζεται ολότελα. Τότε η αγία ενέργεια της προσευχής υφίσταται μια μεγάλη αλλαγή. Γίνεται κατά κάποιο τρόπο φυσική, ολοφώτεινη κι’ ελεύθερη. Τότε μέσα στην καρδιά γεννιέται μια άλλη θερμότητα, λεπτή, άυλη και πνευματική, που δεν προκαλεί καμιάν έξαψη ή πύρωση.

Αντίθετα, αυτή δροσίζει, φωτίζει, σταλάζει δρόσο, αναζωογονεί και ενεργεί σαν ιαματικό, πνευματικό, καταπραϋντικό βάλσαμο· και γεννά άφατη αγάπη για τον Θεό και για τους ανθρώπους. Αυτό είναι που λέει ο Άγιος Μάξιμος ο Καψοκαλυβίτης για αυτή τη ζέση από τη δική του ευλογημένη πείρα.


Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ. «Υἱέ, δός μοι, σὴν καρδίαν…». (Ορθόδοξη αναφορά στην καρδιακή ή νοερά προσευχή του Ιησού).
Μετάφραση: Επιφανίου Ασσιώτη
Εκδόσεις: Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1978.


Σχολιάστε

Σχολιάστε