Άγιος Αντώνιος ο Μέγας.

Μπορείτε να διαβάσετε και υπόλοιπα κεφάλαια του βιβλίου εδώ: Νερό από την έρημο.


ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

Εισαγωγή

Γεννήθηκε το 251 ή 252 στην Κόμα της νότιας Μέμφιδας. Έχασε τους πλούσιους γονείς του, όταν ήταν 20 χρονών. Από τότε ανέλαβε τη φροντίδα για την αδελφή του. Όταν άκουσε μια μέρα στην Εκκλησία να διαβάζεται: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι», συνεπάρθηκε από θείο ζήλο. Μοίρασε την περιουσία του, εκτός από ένα μικρό μέρος για την αδελφή του, κι άρχισε την άσκηση.

Πρώτα έξω από την πόρτα του σπιτιού του, μετά κοντά στο χωριό του και ύστερα σε βουνό της δεξιάς όχθης του Νείλου. Έγινε ονομαστός και συγκέντρωσε πλήθος μαθητών. Στον καιρό των διωγμών του Μαξιμίνου πήγε στην Αλεξάνδρεια για να ενισχύσει τους πιστούς. Ξαναγύρισε στην έρημο, όπου τα πλήθη τον επισκέπτονταν. Κατέβηκε πάλι στην Αλεξάνδρεια με την προτροπή του Μεγάλου Αθανασίου για να τον ενισχύσει στον αγώνα του εναντίον των Αρειανών.

Επιστρέφοντας στην έρημο, δεν έζησε πολύ καιρό. Σε ηλικία 105 χρονών άλλαξε την εδώ ζωή με την αληθινή και αιώνια. Τη μνήμη του γιορτάζουμε στις 17 Ιανουαρίου.


Όταν ο Αντώνιος, βρισκόμενος στην έρημο, πληροφορήθηκε ότι οι Αρειανοί ισχυρίστηκαν πως συμφωνούσε μαζί τους, συγχύστηκε πολύ κι αγανάκτησε. Γι’ αυτό μόλις το ζήτησαν οι ποιμένες της Εκκλησίας, έσπευσε να κατέβει στην Αλεξάνδρεια, για να διαψεύσει τους δυσφημιστές.

Αποκήρυξε δημόσια την αίρεση, δηλώνοντας πως τη θεωρεί τόσο απομακρυσμένη από την πίστη του Χριστού, ώστε πιο πέρα απ’ αυτή μόνο ο Αντίχριστος βρίσκεται. Δίδασκε παράλληλα τα αληθινά δόγματα, πως ο Υιός του Θεού δεν είναι κτίσμα, ούτε προήλθε από τη θνητή φύση, αλλά είναι ο αναλλοίωτος Λόγος και η αιώνια σοφία του Πατέρα. Πως είναι ασέβεια να λέγεται ότι υπήρξε κάποτε καιρός που δεν υπήρχε, γιατί ο Λόγος υπήρχε προαιώνια αχώριστος με τον Πατέρα.

Ακόμα τους έλεγε πως δεν έπρεπε να θεωρούν μέλη της Εκκλησίας τους ασεβέστατους οπαδούς του Άρειου, γιατί δεν μπορούσε να σταθεί σχέση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, στους πιστούς και σε κείνους που σε τίποτε δε διαφέρουν από τους ειδωλολάτρες. Γιατί, αφού νομίζουν τον Υιό κτίσμα, λατρεύουν έτσι την κτίση κι όχι τον Θεό που τη δημιούργησε, προκαλώντας την αγανάκτηση ολόκληρου του κόσμου, μια και τον Δημιουργό και Κυβερνήτη του, υπολογίζουν ένα με τα δημιουργήματα.

Το ποίμνιο της Εκκλησίας αγαλλόταν ακούγοντας έναν τόσο σπουδαίο άνθρωπο να καταδικάζει την αίρεση και να κατατροπώνει με το κύρος του, τους πονηρούς λύκους. Όλοι οι κάτοικοι της πόλης έτρεχαν να δουν τον Αντώνιο και να πάρουν την ευλογία του. Μάλιστα ήρθαν και μερικοί ειδωλολάτρες ιερείς, ζητώντας επίμονα να συναντήσουν τον άνθρωπο του Θεού, έτσι τον έλεγαν, γιατί η φήμη των προηγούμενων θαυμάτων του, τους είχε συνταράξει, κι ήθελαν οπωσδήποτε να τον πλησιάσουν και ν’ ακουμπήσουν στο ράσο του, πιστεύοντας πως θα τους βγει σε καλό.

Τις λίγες εκείνες μέρες που έμεινε ο Αντώνιος στην Αλεξάνδρεια, έγιναν τόσοι πολλοί χριστιανοί, όσοι σε άλλες συνθήκες δε θα γίνονταν ούτε σ’ ένα χρόνο. Τέτοια ήταν η ακτινοβολία του κι η ικανότητα του να πείθει. Αργότερα, επειδή μερικοί νομίζοντας πως τον ενοχλεί η παρουσία τόσου κόσμου, εμπόδιζαν τους ανθρώπους να τον πλησιάζουν, αυτός ατάραχος έλεγε χαριτολογώντας: «δεν είναι τούτοι περισσότεροι από τους δαίμονες που μας πειράζουν στην έρημο!».

Η μεγάλη σωφροσύνη του Αγίου έκανε τους ειδωλολάτρες σοφούς να μη τολμούν να τα βάλουν μαζί του. Παρ’ όλο που δεν πήγε ποτέ σε σχολείο, πάντα στις συζητήσεις τους ανάγκαζε να υποχωρούν ντροπιασμένοι.

Κάποτε τον είχαν πλησιάσει δύο, σκοπεύοντας να γελάσουν μαζί του. Αυτός καθώς τους αντίκρυσε, κατάλαβε τους σκοπούς τους και τους μήνυσε, πως ήταν άσκοπο ν’ ασχοληθούν μαζί του, φιλόσοφοι αυτοί, μ’ έναν ανόητο. Κι όταν εκείνοι απάντησαν πως δεν νομίζουν ότι είναι ανόητος, παρά μόνο πως είναι και πολύ σοφός μάλιστα, τους είπε·

«Αν ήρθατε σ’ έναν τρελό, κάνατε μάταιο κόπο, αν πάλι νομίζετε πως είμαι συνετός, γιατί δεν ακολουθείτε το παράδειγμα μου; Θα συμφωνείτε βέβαια πως πρέπει να μιμούμαστε το καλό. Εγώ αν ερχόμουν να σας επισκεφτώ θα το έκανα με σκοπό να σας μοιάσω λοιπόν και σεις μια και ήρθατε σ’ εμένα, κάντε ότι κι εγώ, γίνετε Χριστιανοί».

Οι ειδωλολάτρες, ντροπιασμένοι αλλά και γεμάτοι θαυμασμό γύρισαν κι έφυγαν.

Άλλοτε, κάποιοι αφελείς που τον συνάντησαν, νόμισαν πως βρήκαν την ευκαιρία να τον χλευάσουν που δεν είχε μάθει γράμματα. Τους λέει λοιπόν:

– «Πείτε μου τη γνώμη σας ποιο προηγείται, ο νους ή τα γράμματα; και είναι ο νους που οφείλεται στα γράμματα ή εκείνα σ’ αυτόν;».

Απάντησαν βέβαια πως «ο νους έρχεται πρώτος».

– «Λοιπόν, τους αποστομώνει ο Αντώνιος, όποιος έχει νου γερό, δεν έχει ανάγκη από γράμματα».

Ο διάλογος προκάλεσε έκπληξη σ’ όλους, γιατί δεν ήταν συνηθισμένο, ένας αγράμματος να δείχνει τόση σύνεση. Όλοι άλλωστε θαύμαζαν τον ασκητή, γιατί, παρ’ όλο που ανατράφηκε και γέρασε μέσα στην έρημο, ήταν πρόσχαρος και συμπαθητικός. Σε κανέναν δεν προκαλούσε αντιπάθεια, παρά μόνο ευχαρίστηση γιατί ήταν γλυκομίλητος.

Μιαν άλλη φορά ήρθαν να τον βρουν μερικοί νεοπλατωνικοί και του ζητούσαν να τους εξηγήσει σχετικά με την πίστη του Χριστού, γιατί καθώς έλεγαν, τους έρχονταν γέλια κάθε φορά που αποφάσιζαν να καταπιαστούν με τη μελέτη του κηρύγματος του σταυρού.

Ο Αντώνιος τους κοίταξε αυστηρά, συγχρόνως όμως τους λυπήθηκε ή ψυχή του, για την κραυγαλέα τους άγνοια, και τους είπε·

– «Τι νομίζετε πως είναι προτιμότερο, να ομολογούμε το σταυρό του Χριστού, ή να τον κατηγορούν για διαφθορέα παντρεμένων γυναικών και παιδιών όπως τους θεούς σας; Το ανέβασμα στο σταυρό δείχνει ανδρεία και περιφρόνηση του θανάτου, τα άλλα φανερώνουν υποδούλωση σε ασελγείς επιθυμίες.

Έπειτα τι είναι λογικώτερο, να λέμε ότι ο Υιός του Θεού, χωρίς ν’ αλλοιωθεί η θεία του ιδιότητα, φόρεσε από άπειρη αγάπη φθαρτό σώμα ώστε μετέχοντας στην ανθρώπινη φύση, να κάνει τους ανθρώπους να μετάσχουν στη θεία και πνευματική, ή να εξομοιώνουμε τη θεότητα με τα άλογα ζώα, λατρεύοντας τετράποδα και ερπετά και ομοιώματα θνητών ανθρώπων; Γιατί εσείς, που θέλετε να σας αποκαλούν σοφούς, αυτά τα τελευταία πιστεύετε.

Και πως τολμάτε να κοροϊδεύετε εμάς, επειδή λέμε πως ο Χριστός εμφανίστηκε στη γη ως άνθρωπος, τη στιγμή που σεις ισχυρίζεστε ότι η ψυχή φεύγει από τον ουρανό και αφού πλανηθεί άσκοπα από δω κι από κει πέφτει άξαφνα από το στερέωμα και μπαίνει στο πρώτο σώμα που θα συναντήσει, ανεξάρτητα αν αυτό είναι σώμα ανθρώπου ή τετράποδου ή ερπετού;

Η δική μας πίστη προβάλλει ως σκοπό της παρουσίας του Χριστού στον κόσμο, τη σωτηρία του γένους των ανθρώπων. Εσείς πελαγοδρομείτε μέσα στην πλάνη, με την εντύπωση πως διερευνάτε την υπόθεση της αγέννητης ψυχής. Εμείς βρίσκουμε πως ο παντοδύναμος Θεός, με την φιλάνθρωπη Πρόνοια του, μπορούσε κι αυτό το παράδοξο να πραγματοποιήσει, δηλαδή να ενανθρωπήσει.

Εσείς βρίζετε και προσβάλλετε τον Δημιουργό του νου, αφού θεωρείτε την ψυχή, την εικόνα τού νου, αλήτη, που γυρίζει και κατοικεί μέσα σε κτήνη και πτώματα, που μετακομίζει από σώμα σε σώμα. Κι αν η ψυχή είναι έτσι μεταβαλλόμενη, τότε κι ο νους δεν θα ’ναι αναλλοίωτος, μια και ότι είναι η εικόνα, τέτοιο είναι και το πρωτότυπο.

«Περιφρονείτε το σταυρό, αλλά τι νομίζετε πιο θαυμαστό και σπουδαίο, να υπομένει κανείς τον εμπαιγμό των πονηρών και να μη δειλιάζει ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο του θανάτου, ή ν’ ακολουθεί τα παραμύθια για τα ψευτοθαύματα του Όσιρη και της Ίσιδας και τις μηχανορραφίες του Τυφώνα και τα τρεχάματα του Κρόνου και το φάγωμα των παιδιών του και τις πατροκτονίες;

Βέβαια ο σταυρός, ο φόβος και ο τρόμος των δαιμόνων, ο εξολοθρευτής του θανάτου, είναι για σας μωρία, ενώ σοφία είναι αυτά εδώ τα παιδαριώδη. Αλλά πως χλευάζετε τον Σταυρωμένο και δε θαυμάζετε παράλληλα και την Ανάσταση του; Αυτοί που μίλησαν για το σταυρό, οι ίδιοι έγραψαν και για την Ανάσταση.

Ή γιατί επιχειρηματολογείτε χρησιμοποιώντας μόνο το θέμα του σταυρού και παραβλέπετε το πλήθος των θαυμάτων που έκαμε ο Χριστός, τις αναστάσεις νεκρών, την απόδοση του φωτός σε τυφλούς, τις θεραπείες παράλυτων, το καθάρισμα τόσων λεπρών, το βάδισμα πάνω στα κύματα της θάλασσας κι όλα τ’ άλλα καταπληκτικά σημάδια που άφησε στο πέρασμά του από τη γη;

Όλ’ αυτά δεν αποδεικνύουν πως δεν πρόκειται για έναν κοινό άνθρωπο, αλλά για τον ίδιο τον Θεό; Αδικείτε τον εαυτό σας όταν δεν ερευνάτε με γνήσιο κι απροκατάληπτο πνεύμα το Ευαγγέλιο. Αν υποβαλόσασταν στον κόπο να το μελετήσετε ειλικρινά θα μένατε χωρίς καμιά αμφιβολία, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, που ήρθε στον κόσμο για να χαρίσει στους ανθρώπους τη σωτηρία.

Συνήθως δε μας εξηγείτε καθαρά τι πιστεύετε. Κι αλήθεια, τι μπορεί να πει κανείς για τα κτήνη, παρά μόνο να περιγράψει την αλογία τους και την αγριότητα τους; Ισχυρίζεστε ότι όλες αυτές οι αφελείς θρησκευτικές ιστορίες σας είναι αλληγορικοί μύθοι, ότι η αρπαγή της Κόρης, υπονοεί τη λατρεία της γης, ο κουτσο-Ήφαιστος τη λατρεία της φωτιάς, η Ήρα του αέρα, ο Απόλλωνας του ήλιου, η Άρτεμη της σελήνης, ο Ποσειδώνας της θάλασσας και τα λοιπά.

Το σφάλμα σας βρίσκεται στο γεγονός ότι και πάλι δε λατρεύετε τον Θεό που δημιούργησε όλ’ αυτά, παρά μόνο τα δημιουργήματα του. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κτίση αξίζει τον θαυμασμό, αλλά έπρεπε να μένετε στον θαυμασμό κι όχι να τη θεοποιείτε και να τη λατρεύετε. Μ΄ αυτό τον τρόπο, την τιμή που ανήκει στον κτίστη την αποτίνετε στα κτίσματα κι είναι σαν να τιμάτε ένα ωραίο σπίτι, βάζοντας στην άκρη τον αρχιτέκτονα που το έφτιαξε, σαν να επαινείτε ένα γυμνασμένο στρατό, αδιαφορώντας για το στρατηγό που τον κατάρτισε. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτά; Δεν αξίζει να σας χλευάζουμε εμείς περισσότερο, παρά να χλευάζετε σεις τη σταύρωση του Κυρίου μας;».

Κι επειδή οι ειδωλολάτρες σοφοί, γεμάτοι αμηχανία δεν εύρισκαν τι να πουν, ο Αντώνιος συνέχισε: «Επειδή σεις περισσότερο πείθεστε στους αποδεικτικούς συλλογισμούς κι ασκείτε επαγγελματικά τη σοφιστική τέχνη, έχετε την απαίτηση κι η δική μας θεοσέβεια να στηρίζεται πάνω σε λογικές αποδείξεις. Αλλά για πείτε μου, πώς κατά τη γνώμη σας, μπορεί να γίνει η εξακρίβωση της αλήθειας, και κυρίως γύρω από τον Θεό, με λογικούς συλλογισμούς ή με αρχική παραδοχή; Και τι προηγείται, η πίστη ή η απόδειξη;».

Οι σοφιστές απάντησαν μ’ ένα στόμα πως «η ακριβής γνώση της αλήθειας ξεκινά από την αρχική αποδοχή».

Είπε τότε ο Αντώνιος: «Σωστά απαντήσατε η πίστη έχει πηγή της τα βιώματα της ψυχής, ενώ η λογική απόδειξη είναι απλώς τεχνική μέθοδος. Είναι λοιπόν, φυσικό, όσοι πιστεύουν, να βρίσκουν περιττή την εξακρίβωση με συλλογισμούς, του αντικειμένου της πίστης τους. Να γιατί δε μπορούμε να συνεννοηθούμε. Εκείνο που για μας είναι ένα απερίγραπτο βίωμα, εσείς θέλετε να σας το τοποθετήσουμε μέσα στα καλούπια της λογικής και να επινοήσουμε τις κατάλληλες λέξεις για να εκφράσουμε αυτό που ζούμε εμπειρικά. Πολλές φορές τούτο είναι αδύνατο και σεις δε μπορείτε να καταλάβετε. Μα δεν είναι πιο χρήσιμο να μεταβάλλουμε την πίστη μας σε ζωή, παρά να κατασκευάζουμε λογικές αποδείξεις;

»Λοιπόν, εμείς οι Χριστιανοί δε φτάσαμε στην αποδοχή του μυστηρίου της πίστης μας από τα μονοπάτια της λογικής, αλλά οδηγημένοι από τη χάρη του Θεού, που χορηγείται στους πιστούς μέσω του Ιησού Χριστού. Κοιτάξτε τη δική μου αγραμματοσύνη. Αν και δεν έχω πάει ποτέ σε δάσκαλο για να διδαχτώ λογική, πιστεύω στον Θεό αναγνωρίζοντας την ύπαρξη του μέσ’ απ’ τα δημιουργήματά του και την πατρική του πρόνοια γι’ αυτά.

Άλλωστε η δική μας πίστη είναι ζωντανή, στηρίζεται στη ζωή και τη διδασκαλία του ιστορικού προσώπου του Χριστού, ενώ η σοφία η δική σας είναι απλώς αποτέλεσμα σοφιστικών συνδυασμών.

Αλλά και κάτι άλλο. Δε βλέπετε πως μέρα με τη μέρα οι φαντασιώσεις και τα φληναφήματα [=φλύαροι, ανόητοι, ανούσιοι λόγοι] σας υποχωρούν ανάμεσα στο λαό, ενώ παράλληλα ή πίστη στον Χριστό απλώνεται παντού; Κι ότι εσείς, παρ’ όλες τις προσπάθειες σας να κατασκευάζετε λογικά επιχειρήματα, δεν κατορθώνετε να μεταπείσετε κανέναν Χριστιανό να γίνει ειδωλολάτρης, ενώ αντίθετα, εμείς, οι αγράμματοι, διδάσκοντας την πίστη του Χριστού, λιγοστεύουμε καθημερινά τους τελευταίους οπαδούς των δεισιδαιμονιών σας, κερδίζοντας συνεχώς όσους αποκτούν την επίγνωση της Χριστιανικής αλήθειας και πιστεύουν στη θεότητα του Ιησού;

Εσείς δεν καταφέρνετε να εμποδίσετε το άπλωμα της πίστης του Χριστού, αν και ξέρετε να χρησιμοποιείτε τις λέξεις με εξαιρετική ικανότητα. Εμείς, με τα φτωχά μας εφόδια, κηρύττουμε έναν Σταυρωμένο και κατατροπώνουμε τους δαίμονες που σέβεστε για θεούς. Όπου σχηματίζεται το σημείο του σταυρού, δεν αντέχει στη δύναμη του καμιά σκοτεινή δαιμονική ενέργεια κι οι θαυματοποιοί σας γίνονται ανίσχυροι.

Πείτε μου την αλήθεια, τι έχουν γίνει τα μαντεία σας, που πάνε οι γιορτές των Αιγυπτίων κι οι ψευτοπροφητείες των μάγων; Όλα εξασθένησαν κι εξαφανίστηκαν μόλις στήθηκε ο σταυρός του Χριστού. Ποιος λοιπόν αξίζει κοροϊδία, ο σταυρός που τα κατάργησε ή αυτά που καταργήθηκαν;

Κι αυτό ακριβώς είναι το θαυμαστό ενώ οι δικές σας λατρείες ποτέ δε διώχτηκαν, αλλ’ αντίθετα πάντα απολαμβάνουν το σεβασμό των συμπολιτών σας, την ώρα που οι πιστοί του Χριστού καταδιώκονται, η δική μας πίστη ανθεί και αυξάνει, κι η δική σας φθείρεται κι εξαφανίζεται. Οι θεοί σας μαραζώνουν, αν και περιβάλλονται με τιμές από άρχοντες κι ισχυρούς. Ο Χριστός κι η διδασκαλία του, αν και χλευάζεται από τους σοφούς και καταδιώκεται από την εξουσία, κατακτά την οικουμένη.

Πότε προηγουμένως οι άνθρωποι έφτασαν τόσο κοντά στη γνώση του Θεού; Πότε αναδείχτηκαν τέτοια λαμπρά παραδείγματα σωφροσύνης και αρετής; Πότε παρατηρήθηκε τόση περιφρόνηση προς τον θάνατο; Όλ’ αυτά είν’ επακόλουθα της σταυρικής θυσίας του Ιησού. Πώς μπορεί κανείς ν’ αμφιβάλλει βλέποντας τους μάρτυρες να αδιαφορούν μπροστά στον θάνατο και να θυσιάζουν τη ζωή τους για την πίστη τους, ή βλέποντας τις διακόνισσες της Εκκλησίας να φυλάνε, ως νύφες του Χριστού, τα σώματα τους καθαρά κι άψογα, μένοντας απαθείς απέναντι στις ηδονές;

Όσα ανέπτυξα είναι αρκετά για να πείσουν ότι η Χριστιανική πίστη είναι ο μόνος αληθινός δρόμος για να γνωρίσει ο άνθρωπος τον Θεό. Εσείς όμως έχετε την απαίτηση να σας παρουσιάσω λογικούς συλλογισμούς, αλλιώτικα στέκεστε αμετάπειστοι. Εμείς, καθώς μας δίδαξε ο Κύριος μας, δεν έχουμε εμπιστοσύνη σε φιλοσοφικές αποδείξεις. Προτιμούμε να στηριζόμαστε στη δύναμη της πίστης.

Να λοιπόν! Έχουν έρθει εδώ πέρα, ζητώντας τη θεραπεία τους μερικοί δαιμονισμένοι. Ζήτησα πριν από λίγο και φέρνουν τώρα τους δυστυχισμένους αυτούς ανθρώπους εδώ κοντά μας. Δοκιμάστε να τους θεραπεύσετε με όποιο μέσο σας επιτρέπει η θρησκεία σας, με συλλογισμούς ή κάποιο τέχνασμα ή λογικό τρόπο, επικαλούμενοι τα είδωλά σας. Μη φοβάστε, δοκιμάστε τη δύναμη των θεών σας! Δεν έχετε εμπιστοσύνη πως μπορούν να επέμβουν και να σώσουν αυτούς τους κακόμοιρους; Λοιπόν, αφού παραδέχεστε την αδυναμία τους, δείτε τώρα την αήττητη δύναμη του σταυρού του Χριστού».

Και λέγοντας αυτά σχημάτισε τρεις φορές το σημείο του ζωοποιού σταυρού πάνω στους αρρώστους κι επικαλέστηκε τον Κύριο. Αμέσως οι άνθρωποι σηκώθηκαν, απαλλαγμένοι από τα δαιμόνια που τους βασάνιζαν, ευχαριστώντας και δοξάζοντας τον παντοδύναμο Θεό, που τους έκανε καλά. Οι φιλόσοφοι μόνο που δεν έπεσαν ξεροί απ’ την κατάπληξη, όχι μόνο για το θαύμα, που ήταν βέβαια εκπληκτικό, μα και για τη μέθοδο που ακολούθησε ο σοφός Αντώνιος για να τους πείσει.

Ο άγιος τους είδε έτσι που βουβάθηκαν τρομαγμένοι και τους είπε χαμογελαστά: «Τι εκπλήσσεστε για το γεγονός! Δεν το έκανα φυσικά εγώ, αλλά ο Χριστός που είναι πάντα έτοιμος να ενεργήσει οτιδήποτε για χάρη όσων πιστεύουν σ’ αυτόν. Ελάτε και θα διαπιστώσετε πως η πίστη μας δεν είναι λόγια και συλλογισμοί κι αποδείξεις, αλλά έμπρακτη αγάπη. Αν πιστέψετε κι αποδεχτείτε τον Χριστό ως σωτήρα σας, δεν θα χρειάζεστε πια τις λογικές αποδείξεις, θα σας αρκεί η γεμάτη εμπιστοσύνη παράδοση σ’ Αυτόν».

Αυτά είπε κι έκανε ο Αντώνιος. Οι φιλόσοφοι αμίλητοι και κατάπληκτοι τον χαιρέτισαν με βαθύ σεβασμό κι έφυγαν με την απόφαση ν’ ακολουθήσουν σύντομα το δρόμο του γέροντα.


Μεγάλου Αθανασίου, Βίος και Πολιτεία οσίου Αντωνίου 69 έξ. 72 έξ. Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων (ΒΕΠΕΣ). Έκδ. Αποστολικής Διακονίας τόμ. 33, σελ. 45 έξ. και 46 έξ.


Νερό από την έρημο.
Συλλογή κειμένων και σχόλια: Ηλία Βουλγαράκη. Απόδοση στα νεοελληνικά: Κωστή Κυριακίδη.
Αποστολική Διακονία, εκδ. Β΄ 1996.


Σχολιάστε

Σχολιάστε