Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Αόρατος Πόλεμος. Κεφάλαιο ΙΓ΄. Περί του, πως πρέπει να πολεμάει κάποιος, εναντίον της άλογης θέλησης των αισθήσεων. Και σχετικά με τις πράξεις, που πρέπει να πραγματοποιήσει η θέληση, προκειμένου να αποκτήσει τις έξεις των αρετών.

Μπορείτε να διαβάσετε το υπόλοιπο βιβλίο εδώ :

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Αόρατος Πόλεμος.


ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ. ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος
Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου,
Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος

* Σημ. μας: Το κείμενο έχει διορθωθεί

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ΄. Περί του, πως πρέπει να πολεμάει κάποιος, εναντίον της άλογης θέλησης των αισθήσεων. Και σχετικά με τις πράξεις, που πρέπει να πραγματοποιήσει η θέληση, προκειμένου να αποκτήσει τις έξεις των αρετών.

Κάθε φορά, που η άλογη θέληση των αισθήσεων από το ένα μέρος και η θέληση του Θεού από το άλλο, πολεμούν την λογική σου θέληση και θέλει κάθε μία να νικήσει, πρέπει να γυμνάζεσαι εσύ με πολλούς τρόπους, για να νικήσει ολοκληρωτικά η θέληση του Θεού.

Και α΄, όταν πολεμηθείς από τις κινήσεις καμιάς άλογης θέλησης των αισθήσεων, πρέπει να αντισταθείς δυνατά, για να μην συγκατατεθεί σε κείνες, η ανωτέρω θέληση του λογικού.

β΄. Αφού σταματήσουν, σήκωσε τες πάλι κατεπάνω σου για να τις νικήσεις και να τις διώξεις μακριά σου, με μεγαλύτερη ορμή και δύναμη.

Και πάλι, μετά από αυτά, ανακάλεσε τες στον γ΄ πόλεμο, στον οποίο θα συνηθίσεις να τις μισήσεις με όλη σου την ψυχή και να τις σιχαίνεσαι.*

* [Όσοι μεν αφού πρόκοψαν στην Πρακτική, έγιναν δυνατοί στο λογισμό, με το να ελευθερωθούν από κάθε ψεύτικη και άλογη δόξα, απόκτησαν δε ορθό λόγο δια μέσου της θεωρίας των αληθινών και Πνευματικών λόγων, αυτών που βρίσκονται τόσο στην θεία Γραφή, όσο και στην Κτίση.

Αυτοί μπορούν να αντιστέκονται και να πολεμούν τα πάθη και τους λογισμούς με αντίρρηση θυμοειδή, δηλαδή, πότε με ρητά της αγίας Γραφής, τα αντίθετα στα πάθη που τους πολεμούν και στους λογισμούς, καθώς με αυτήν την αντιλογία ο Κύριος πολέμησε και νίκησε, τις τρεις προσβολές που του έφερε ο πειράζων, της φιληδονίας, φιλοδοξίας και φιλαργυρίας. Και άλλοτε με τον ορθό και φυσικό λόγο, τον αποδεικνύοντα το ψεύδος και την απάτη των σπειρόμενων λογισμών και των πολεμούντων παθών, γι’ αυτό και αυτοί λέγονται αληθινά, ότι πολεμούν κατ’ ευθείαν τους εχθρούς και τους νικούν και στεφανώνονται.

Όσοι όμως είναι αδύνατοι στον λογισμό, είναι καλύτερα να πολεμούν τους λογισμούς και τα πάθη πλαγίως. Δηλαδή, αμέσως μόλις τους πολεμήσουν οι λογισμοί ή τα πάθη, να προστρέχουν στον Θεό με την προσευχή, έως ότου να καταπαύσουν με την προσευχή και τις κινήσεις των παθών και τις ομιλίες των λογισμών, καθώς διδάσκει ο Αββάς Ισαάκ. (Αν και αυτό, δεν λέγεται κυρίως πόλεμος, αλλά φυγή πολέμου, που γίνεται λόγο της αδυναμίας).

Όμως, και οι ασθενείς αυτοί, κάποτε, ή όταν τους ενοχλούν υπερβολικά τα πάθη και οι λογισμοί, ή όταν γνωρίζουν τον εαυτόν τους πως έχει δύναμη εν καιρώ, πρέπει να πολεμούν και κατ’ ευθείαν τους λογισμούς και τα πάθη, για να φανεί και η δική τους ανδρεία και το ελεύθερο της προαιρέσεως τους και το μισόκακο, καθώς και αυτό βλέπουμε στον ίδιο τον Αββά Ισαάκ. «Εάν δε γένηται φησι καιρός αντιστήναι και παλαίσαι προς αυτά (τα πάθη δηλ.) και τούτο ποιήσωμεν».

Πλην, όταν κατ’ ευθείαν πολεμούμε τα πάθη και τους λογισμούς, ακαταμάχητη βοήθεια είναι το να κρατάμε ως όπλο πολεμικό, ή με την καρδιά ή με τα χείλη, το όνομα του Κυρίου Ίησού, δηλαδή το «Κύριε Ίησοῦ Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με», καθώς λέμε παρακάτω στο ις΄ κεφάλαιο. Γιατί με αυτόν τον τρόπο και τους εχθρούς πολεμάμε και νικάμε και σε αυτό δεν υπερηφανευόμαστε, με το να καταγράφουμε τη νίκη αυτή στο νικοποιό όνομα του Κυρίου.

Σημείωσε, ότι άρμα μέγιστο και δυνατότατο, στον πόλεμο των λογισμών και των παθών, είναι η καταφρόνηση. Δηλαδή, το να καταφρονεί κάποιος, σαν γαυγίσματα σκύλων, τις προσβολές των λογισμών και τις κινήσεις των παθών (και μάλιστα τους λογισμούς εκείνους και τα πάθη, που έφθασε να πολεμήσει και να διώξει πρωτύτερα, αυτά δε πάλι με αναίδεια τον ενοχλούν) και γενόμενος σοβαρός και σιωπηλός στον εαυτό του, να μη θέλει, ούτε να γυρίση να τα δει, ούτε να τα ακούσει, εκπληρώνοντας το ψαλμικό εκείνο που λέει «Εγώ όμως (είμουν) σαν κουφός που δεν άκουγα και σαν άλαλος που δεν ανοίγει το στόμα του» [ἐγὼ δὲ ὡσεὶ κωφὸς οὐκ ἤκουον καὶ ὡσεὶ ἄλαλος οὐκ ἀνοίγων τὸ στόμα αὐτοῦ·] (Ψαλμ. 37, 14). Αλλά να τρέχει στο δρόμο της αρετής και της προκοπής του, χωρίς να εμποδίζεται από τα μηδαμινά φόβητρα των λογισμών. Και όποιος το αγαπά, ας χρησιμοποιήσει αυτό το όπλο και θα ωφεληθεί πολύ].

Αυτοί οι τρεις πόλεμοι, πρέπει να γίνονται σε κάθε μας άτακτη επιθυμία (εκτός από τα πάθη τα σαρκικά, για τα οποία θα μιλήσω στο κατάλληλο σημείο).

Τελευταία, πρέπει να κάνεις και πράξεις αντίθετες σε κάθε πάθος σου.

Για παράδειγμα, αν κάποιος σε ατίμασε και συ πολεμείσαι από τις κινήσεις της ανυπομονησίας, πρόσεχε καλά και θα νιώσεις ότι αυτές οι κινήσεις, πολεμούν πάντα την ανώτερη και λογική θέληση και προσπαθούν να την υποτάξουν και να την κάνουν να συγκατατεθεί.

Οπότε, εσύ στον α΄ πόλεμο αντιστάσου στις κινήσεις αυτές με όλες σου τις δυνάμεις και βιάσου να μην παρεκκλίνει, ούτε να κάνει συγκατάθεση σε αυτές η λογική σου επιθυμία, λέγοντας και συ μαζί με τον Ώσηέ. «Αντιτασσόμενος θα τους συντρίψω» [ἀντιτασσόμενος ἀντιτάξομαι αὐτοῖς] (1, 6), και να μη σταματήσεις ποτέ αυτή την μάχη, έως ότου γνωρίσεις, ότι ο εχθρός σχεδόν κουρασμένος παρέμεινε σαν νεκρωμένος και νικημένος. (Πρόσεχε όμως καλά και φυλάξου από την πονηριά του διαβόλου. Γιατί, όταν αυτός καταλάβει ότι αντιστεκόμαστε δυνατά στις κινήσεις κάποιου πάθους, όχι μόνο δεν τις ξεσηκώνει τότε καταπάνω μας, αλλά και αν είναι σηκωμένες, προσπαθεί να τις σταματήσει, να μη μας πολεμούνε, για να μην αποκτήσουμε με την εκγύμναση, εκείνη την έξη των αρετών και επιπλέον, για να μας κάνη να πέσουμε και σε κενοδοξία και σε υπερηφάνεια, κάνοντάς μας με τρόπο επιδέξιο να νομίσουμε πως σαν γενναίοι στρατιώτες κατατροπώσαμε γρήγορα τους εχθρούς μας).

Γι’ αυτό εσύ, αγαπητέ, πέρασε στον β΄ πόλεμο, δηλαδή ξεσήκωσε κατεπάνω σου με την ενθύμηση εκείνους τους λογισμούς, που σου έγιναν αίτια της ανυπομονησίας. Και με συχνές επιθυμίες και με περισσότερη βία από την πρώτη, καταδίωξε τις κινήσεις τους μακριά από σένα· λέγοντας με τον Δαβίδ· «Θα κυνηγήσω τους εχθρούς μου και θα τους κατακυριεύσω και δεν θα υποχωρήσω μέχρις ότου εξαφανιστούν» [καταδιώξω τοὺς ἐχθρούς μου καὶ καταλήψομαι αὐτοὺς καὶ οὐκ ἀποστραφήσομαι, ἕως ἂν ἐκλίπωσιν·] (Ψαλμ. 17, 38).

Μα επειδή δεν είναι αρκετό το να διώξουμε μόνο τους εχθρούς μας, αλλά πρέπει και να τους μισήσουμε από την καρδιά μας για να μη νικηθούμε από αυτούς άλλη φορά, για αυτό και εσύ με τον γ΄ πόλεμο πρέπει να εναντιωθείς με τόση οργή στους λογισμούς της ανυπομονησίας, έως ότου να τους μισήσεις και να τους σιχαθείς, λέγοντας εκείνο το ψαλμικό. «Την αδικία την μίσησα και την σιχάθηκα» [ἀδικίαν ἐμίσησα καὶ ἐβδελυξάμην] (Ψαλμ. 118, 163), και, «Με τέλειο μίσος, τους μίσησα· έγιναν προσωπικοί μου εχθροί» [τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτούς, εἰς ἐχθροὺς ἐγένοντό μοι] (Ψαλμ. 138, 22).

Τελευταία, για να κάνεις τέλεια την ψυχή σου με τις έξεις* των αρετών, πρέπει να κάνεις ακόμη και πράξεις εσωτερικές που να είναι αντίθετες απευθείας στην ανυπομονησία σου· κατά το «Απομακρύνσου από το κακό και κάνε το καλό» [ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν] (Ψαλμ. 33, 14).

* [Έξη θα πει, μία μεγάλη ευκολία, που λαμβάνει κάποιος στην αρετή ή στην κακία ή σε κάποιο άλλο κανένα έργο και τέχνη. Η οποία ευκολία αποκτάται και γίνεται, από πολυχρόνιες και συνεχείς πράξεις και ενέργειες της αρετής ή κακίας ή του έργου και της τέχνης. Γι’ αυτό και αυτή η έξη, δεύτερη φύση ονομάζεται επειδή, καθώς η φύση, ούτως και αυτή με ευκολία προβάλλει τις ενέργειές της].

Για παράδειγμα, αν επιθυμείς να αποκτήσεις τελείως την έξη της υπομονής, δεν φθάνει μόνον να εξασκείσαι με τους τρόπους του πολέμου, που είπα, άλλα πρέπει ακόμη και να αγαπάς την καταφρόνηση, που έλαβες από εκείνον που σε ατίμασε ή σε έβρισε, επιθυμώντας να ατιμαστείς πάλι και να βριστείς, όπως και πρώτα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Και να είσαι προετοιμασμένος να υπομείνεις ακόμη βαρύτερες ατιμίες και βρισιές, επειδή και οι παρόμοιες πράξεις είναι αναγκαίες, για να μας κάμουν τέλειους στις αρετές. Γιατί αλλιώς, οι άλλες πράξεις όσο πολλές και δυνατές και αν είναι, δεν είναι όμως ικανές να αποσπάσουν την κακία από τις ρίζες της. Γι’ αυτό είναι ανάγκη, εκεί που ήταν προηγουμένως φυτευμένη και ριζωμένη η κακία, εκεί αντί αυτής να φυτευθεί και να ριζωθεί η αντίθετή της αρετή*, για να γίνουν κατά τους ιατρούς τα αντίθετα θεραπεία των αντιθέτων.

* [Άριστα διδάσκεται αυτό εδώ, γι’ αυτό σύμφωνα και ο Αββάς Ισαάκ λέει, ότι, είναι καλύτερο να υποκλέπτουμε και να νικάμε τα πάθη με την ενθύμηση των αντιθέτων σε αυτά αρετών, παρά με την αντίσταση. «Κρείσσον εν τη μνήμη των αρετών υποκλέπτειν τα πάθη, ή τη άντιστάσει».

Οπότε, επειδή και τα τρία είναι τα μέρη της ψυχής, λογιστικό, επιθυμητικό και θυμικό, γνώριζε, ότι από αυτά τα τρία γεννούνται και οι τριών ειδών λογισμοί.

Και από μεν το λογιστικό γεννιούνται οι λογισμοί της απιστίας, της αχαριστίας προς τον Θεό και του γογγυσμού, της αδιακρισίας, της αγνωσίας και απλά, όλοι οι καλούμενοι καθολικά βλάσφημοι λογισμοί.

Από δε το επιθυμητικό γεννιούνται οι λογισμοί της φιληδονίας, φιλοδοξίας, φιλαργυρίας και απλά, όλοι οι καλούμενοι αισχροί λογισμοί.

Από δε το θυμικό γεννιούνται οι λογισμοί των φόνων, της εκδικήσεως, φθόνου, μίσους, ταραχής και απλά, όλοι οι καλούμενοι πονηροί λογισμοί.

Λοιπόν εσύ πρέπει να νικάς όλα αυτά με τις αντίθετες τους αρετές.

Δηλαδή, την απιστία, με την αδίστακτη πίστη στον Θεό,
την αχαριστία προς τον Θεό και τον γογγυσμό, με την ευχαριστία.
Την αδιακρισία, με την διάκριση του καλού και κακού.
Την αγνωσία, με την αληθινή γνώση των όντων.
Και τις βλασφημίες, με τις δοξολογίες.

Ομοίως την φιληδονία, με την εγκράτεια και την νηστεία.
Την φιλοδοξία, με την ταπείνωση
και την φιλαργυρία με την ολιγάρκεια.

Παρομοίως, τον φθόνο και μίσος, με την αγάπη.
Την εκδίκηση, με την πραότητα και υπομονή.
Την ταραχή με την ειρήνη της καρδιάς.

Και για να πω γενικά με τον Αγιο Μάξιμο: Το μεν λογιστικό της ψυχής σου, στόλιζε το με την αρετή της Προσευχής, και θείας Γνώσεως. Το επιθυμητικό, με την αρετή της εγκράτειας· και το θυμικό, με την αρετή της αγάπης. Και βέβαια το φως του νου σου δεν θα σκοτισθεί ποτέ, ούτε οι προηγούμενοι λογισμοί, μπορούν εύκολα να γεννηθούν από αυτούς].

Έτσι εάν εμείς δεν συνηθίσουμε με πολλές και συχνές πράξεις να αγαπάμε την καταφρόνηση και να χαιρόμαστε με αυτήν, πάνω στην οποία αγάπη της καταφρονήσεως θεμελιώνεται και ριζώνει η υπομονή, δεν θα ελευθερωθούμε ποτέ από την κακία της ανυπομονησίας, η οποία θεμελιώνεται πάνω στο μίσος της καταφρονήσεως.

Γι’ αυτό και μένοντας ζωντανή η ρίζα της κακίας, φυτρώνει πάντα με τρόπο που μαραίνει την αρετή, μερικές φορές δε και την πνίγει εντελώς. Και εμάς κάνει να κινδυνεύουμε, για να ξαναπέσουμε πάλι, με κάθε αφορμή που θα μας τύχει. Είναι, λοιπόν, βέβαιο, οτι χωρίς τις αντίθετες πράξεις που είπαμε, δεν είναι δυνατόν να αποκτήσουμε την αληθινή έξη των αρετών.

Γνώριζε δε και αυτό, ότι αυτές οι πράξεις πρέπει να είναι τόσο συχνές και τόσο πολλές, που να μπορούν να καταστρέψουν τελείως την έξη της κακίας, η οποία καθώς ριζώθηκε και κυρίευσε την καρδιά μας, από τις πολλές κακές πράξεις, έτσι πρέπει να ξεριζωθεί από αυτή, με τις πολλές καλές πράξεις. Και τότε να ριζώσουμε στην καρδιά μας την έξη των αρετών. Μάλιστα λέω, ότι πρέπει να είναι πολύ περισσότερες οι καλές πράξεις από τις κακές για να γίνει η έξη ενάρετη. Επειδή οι καλές πράξεις δεν είναι σαν τις πράξεις της κακίας που υποστηρίζονται από την φύση, η οποία είναι διεφθαρμένη από την αμαρτία.

Σου λέω ακόμη και τούτο, ότι αν η αρετή που ασκείσαι το απαιτεί, πρέπει ακόμη να κάνεις και εξωτερικές πράξεις παρόμοιες με τις εσωτερικές. Για παράδειγμα, για να αποκτήσεις την υπομονή, όχι μόνο πρέπει να αγαπάς με την καρδιά σου εκείνους που σε εξευτέλισαν ή σε ενόχλησαν με κάθε τρόπο, αλλά και να λες σε αυτούς λόγια πραότητας και αγάπης· και αν μπορείς και να τους υπηρετείς ακόμη με έργα και να τους βάλεις μετάνοια*.

* [Ο θείος Χρυσόστομος ομιλ. ιε’, Κεφαλ. ε’ του κατά Ματθαίον λέει, ότι ο Κύριος στο Κεφάλαιο αυτό διδάσκει εννέα βαθμούς, στους οποίους ανεβάζει όλους τους Χριστιανούς με τις άγιες του εντολές:
α΄, ότι, οι Χριστιανοί δεν πρέπει να αρχίσουν να αδικούν κάποιον·
β΄, ότι αν αρχίσει κάποιος να τους αδικεί, αυτοί πρέπει να μη τον εκδικούνται με την ίδια αδικία·
γ΄, ότι να μη κάνουν στους άλλους, εκείνα τα κακά που τους έκαναν εκείνοι, αλλά να τα υπομένουν και να ησυχάζουν·
δ΄, όχι μόνο να ησυχάζουν, αλλά και να δώσουν θεληματικά τον εαυτό τους στο να πάθουν τα κακά·
ε’, το και να δώσουν τον εαυτό τους στα πάθη περισσότερο και προθυμότερα, παρά όπου θέλει εκείνος που τους κακοποιεί·
ς’, το να μη μισήσουν εκείνον που τους κακοποιεί·
ζ΄, το και να τον αγαπήσουν από την καρδιά τους·
η΄. το και να τον ευεργετήσουν·
θ’, το να παρακαλούν και τον Θεό γι’ αυτόν.

Ο δε άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, στο λόγο σχετικά με την απάθεια και τα χαρίσματα της, προσθέτει κοντά στους εννέα βαθμούς και άλλους τρεις υψηλότερους, δηλαδή:
ένα μεν, το, όχι μόνο να προσευχόμαστε για αυτούς που μας κακοποίησαν, αλλά και το να τυπώνουμε νοερά στην φαντασία μας τα πρόσωπα τους και να τα φιλάμε με απάθεια, με δάκρυα αγάπης, σαν γνήσιους φίλους.
– Δεύτερο δε, το να φυλάμε προς αυτούς και στον ίδιο χρόνο που μας κακοποιούν, ίδια και αναλλοίωτη την διάθεση της καρδιάς μας.
– Και τρίτον, τα να ξεχνά κανείς τελείως, όλα όσα έπαθε και να μη τα θυμάται, τόσο όταν είναι παρόντες αυτοί που τον κακοποίησαν, όσο και όταν λείπουν. Αλλά να φέρεται σε αυτούς χωρίς κανένα συλλογισμό, καθώς φέρεται και στους φίλους του, συνομιλώντας και συντρώγοντας με αυτούς].

Και παρότι αυτές οι πράξεις και οι εσωτερικές και οι εξωτερικές, σου φαίνονται δύσκολες τόσο για την αδυναμία του νου σου, όσο και για την εναντιότητα που σου φέρνει σε αυτές η θέληση σου, όμως με κανένα τρόπο δεν πρέπει να τις εγκαταλείψεις, αλλά να αγωνίζεσαι να τις κάνεις. Γιατί, όσο αδύνατες και αν είναι, σε κρατούνε σταθερό και γενναίο στον πόλεμο και σου διευκολύνουν τον δρόμο για να νικήσεις.

Στάσου με προσοχή και συμμαζέψου καλά στον εαυτό σου, για να πολεμήσεις όχι μόνο τις μεγάλες και αποτελεσματικές επιθυμίες σου, άλλα ακόμη και τις μικρές και ελαφριές του κάθε σου πάθους. Γιατί οι μικρές ανοίγουν τον δρόμο στις μεγάλες. Οπότε και μετά από αυτά γεννιούνται μέσα μας οι κακές επιθυμίες· και από την λίγη φροντίδα που έχουν μερικοί στο να αποσπάσουν από την καρδιά τους τις μικρές επιθυμίες, αφού κυρίευσαν τις μεγάλες του ιδίου πάθους, ακολουθεί σε αυτούς ανέλπιστα και ξαφνικά, να βλαφθούν και να νικηθούν από τους εχθρούς τους με δύναμη και φθορά περισσότερη παρά από ότι πριν.

Σου υπενθυμίζω ακόμη, να περικόπτεις και να απονεκρώνεις τις επιθυμίες και τα θελήματα σου, ακόμη και για πράγματα που επιτρέπονται μεν, αλλά δεν είναι όμως αναγκαία (και τέτοια είναι ο γάμος, οι πολλές συνομιλίες, τα λιπαρότερα φαγητά και τα παρόμοια). Γιατί από αυτό θα σε ακολουθήσουν πολλά καλά. Γιατί αυτά θα σε κάνουν περισσότερο προετοιμασμένο και πιο πρόθυμο να νικάς τον εαυτό σου και στα άλλα. Γιατί θα γίνεις δυνατότερος και εμπειρότερος στον πόλεμο των πειρασμών· γιατί θα αποφύγεις διάφορες παγίδες του διαβόλου και θα κατορθώσεις πράγματα πολύ αρεστά στον Θεό.

Λοιπόν εάν ακολουθήσεις, αγαπητέ, με τον τρόπο αυτόν, που σου είπα αυτά τα άγια γυμνάσματα, να είσαι βέβαιος πως σε λίγο καιρό θα προκόψεις πολύ και θα γίνεις άνθρωπος πνευματικός αληθινά και πραγματικά και όχι ψευδώς και κατά το όνομα μόνο.

Γιατί αν επιχειρήσεις άλλο τρόπο και άλλα γυμνάσματα ευχάριστα στην επιθυμία σου, τόσο που να νομίζεις ότι ενώθηκες με τον Θεό και του συνομιλείς γλυκά, γνώριζε, ότι δεν είναι δυνατόν να αποκτήσεις τη χάρη του αγίου Πνεύματος ή καμμία αρετή, επειδή η χάρη του Πνεύματος, καθώς είπα στο α΄ κεφάλαιο, δεν αποτελείται ούτε γεννιέται από ηδονικά γυμνάσματα και παρόμοια με τη φύση μας, αλλά από εκείνα που βάζουν τη φύση στους σταυρούς και τις κακοπάθειες, και από εκείνα που ανακαινίζεται ο άνθρωπος μέσα από τις έξεις των ευαγγελικών αρετών και ενώνεται με τον εσταυρωμένο Ποιητή του.

Γνώριζε και αυτό, ότι καθώς οι έξεις των κακών γίνονται με πολλές και συχνές πράξεις της λογικής θελήσεως, επειδή αυτή είναι που παραδίνεται στις άλογες επιθυμίες της αισθήσεως.

Έτσι και οι έξεις των ευαγγελικών αρετών, αποκτώνται με το να κάνεις πράξεις συχνές και πολλές και να παραδίνεσαι στο θέλημα του Θεού, από το οποίο είμαστε προσκαλεσμένοι, πότε στη μία αρετή και πότε στην άλλη.

Γιατί καθώς η λογική θέληση μας, δεν μπορεί ποτέ να είναι κακή και γήινη, όσο και αν πολεμείται από την παράλογη επιθυμία της σάρκας και από την κακία, αν δεν παραδοθεί μόνη της σε αυτή και υποταχτεί.

Έτσι πάλι αυτή, δεν μπορεί ποτέ να είναι ενάρετη και ενωμένη με τον Θεό, αν και προσκαλείται από την χάρη του, αν δεν παραδοθεί ολοκληρωτικά στο θέλημα και στη χάρη αυτού, τόσο με τις εσωτερικές πράξεις όσο και με τις εξωτερικές.

Σχολιάστε

Σχολιάστε