Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Η βλασφημία.

Μπορείτε να διαβάσετε και τους υπόλοιπους λόγους αγίων εδώ: Η φωνή των πατέρων.


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Η βλασφημία

Πρόλογος

Την χαρακτήρισαν ως εθνικό πάθος μεγάλο στίγμα και πληγή κοινωνική. Άλλη μιά επίδοση του νεοέλληνα με πρωτοπορία παγκόσμια…

Δυστυχώς, και στις μέρες μας η βλασφημία εξακολουθεί να μολύνει με την παρουσία της τούς δρόμους, τα εργοστάσια, τα γραφεία, τα σχολεία, τα γήπεδα, το στρατό… Τα ονόματα του Χριστού και της Παναγίας, ο Τίμιος Σταυρός, τα ιερά και όσια της Πίστεώς μας, ευκαίρως – ακαίρως διασύρονται και σπιλώνονται αδιάντροπα. Πρόκειται πράγματι για πάθος που ρυπαίνει την κοινωνική ατμόσφαιρα και στιγματίζει τον ορθόδοξο πολιτισμό μας…

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας στηλιτεύουν τη βλασφημία ως τη χειρότερη αμαρτία. Και αυτό γιατί, όπως λέει ο M. Βασίλειος, “εκείνος πού αμαρτάνει παραβαίνει τον θείο νόμο, ενώ εκείνος πού βλαστημάει ασεβεί στόν ίδιο τόν Θεό”.

Στην Αποκάλυψη, ο Αντίχριστος είναι εκείνος που βλαστημάει τον Θεό και τους αγίους Του: “Και άνοιξε το στόμα του για βλασφημία κατά του Θεού, για να βλαστημήσει το όνομα Του και την κατοικία Του κι εκείνους που κατοικούν στον ουρανό ” ( Αποκ. 13,6).

“Βλασφημία!”, γράφει ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, Λέξη φοβερή, λέξη αποτρόπαιη… έκφραση μίσους κατά του Θεού… σύμβολο των αποστατών δαιμόνων… ηχώ του Ταρτάρου!…”. Τούς βλάσφημους μάλιστα στρατιώτες τους χαρακτηρίζει “τείχη σαθρά και ετοιμόρροπα, που δεν αντέχουν έφοδο και επιδρομή”!

Το τεύχος αυτό είναι μια σύνθεση από διάφορες ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου σε ελεύθερη απόδοση και απευθύνεται στις καλοπροαίρετες ψυχές των αδελφών μας εκείνων, που από άγνοια, επιπολαιότητα ή κυρίως από κακή συνήθεια παραμένουν ύποχείριοι της βλασφημίας.

Όσοι πάλι, με τη χάρη του Θεού, είναι απαλλαγμένοι από το φοβερό αυτό πάθος, ελπίζουμε πώς θα παρακινηθούν ν ‘ αναλάβουν μιά ιερή αντιβλασφημική σταυροφορία.

Είναι καιρός πια όλοι ν’ αντιδράσουμε, όλοι να επαναστατήσουμε, για να εξαλειφθεί η κοινωνική αυτή μάστιγα από τον τόπο μας! Γιατί δεν ταιριάζει σ ‘ αυτούς πού ύψωσαν έναν Παρθενώνα και μιά Αγία Σοφία. Γιατί είναι ντροπή για ένα λαό που φιλοδοξεί να πρωτοστατεί στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτιστικό χώρο: για ένα λαό πού αιώνες τώρα έμαθε να παλεύει για τη δικαιοσύνη και την αρετή, την τιμή και την αξιοπρέπεια…

Ευχή και ελπίδα μας είναι, οι αδελφοί μας, που κυριαρχούνται από το πάθος της βλασφημίας, αγνοώντας το βάρος και τις καταστροφικές της συνέπειες, να φωτιστούν και ν’ απαλλαγούν απ’ αυτήν.

Ο δρόμος που οδηγεί στη διόρθωση, περνάει από τη μετάνοια, την εξομολόγηση , την προσευχή, τη θεία κοινωνία. Είναι δρόμος μοναδικός, πού πείθει και τους πιο δύσπιστους για τη γλυκύτητα της αγάπης του Θεού και Πλάστη μας..

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Η βλασφημία

Τίποτε χειρότερο!

Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από  τη βλασφημία! Καμιά αμαρτία δεν συγκρίνεται μαζί της. Ούτε τίποτε άλλο παροργίζει τόσο τον Θεό, όσο το να βλασφημείται τ’ όνομά Του. Γι’ αυτό δεν πρέπει κανείς ούτε ν’ αμελήσει και να παρασυρθεί ο ίδιος, αλλ’ ούτε και ν ‘ αδιαφορήσει αν ακούσει το φίλο του ή τον εχθρό του να βλαστημάει. Αυτή η αμαρτία αυξάνει όλα τα κακά, ταράζει και συγχύζει όλη μας τη ζωή και στο τέλος μας ετοιμάζει ατέλειωτη κόλαση και αφόρητη τιμωρία .

Ο άνθρωπος πού ασεβεί και βλαστημάει τον Θεό, που εναντιώνεται στους νόμους του και δεν θέλει ποτέ να εγκαταλείψει την παρανοϊκή αυτή φιλονικία, μοιάζει με τον μεθυσμένο και τον τρελλό. Συμπεριφέρεται χειρότερα από εκείνους που βρίσκονται σε κατάσταση κραιπάλης και έχουν χάσει τα λογικά τους, έστω κι αν ο ίδιος φαίνεται ότι δεν το αισθάνεται.

Η βλασφημία και η αισχρολογία αν και γεννιούνται στην ψυχή, δεν μένουν όμως μέσα της, αλλά μολύνουν και τη γλώσσα που τις ξεστομίζει, μολύνουν και την ακοή πού τις ανέχεται. Σαν άλλα δηλητήρια φαρμακώνουν και την ψυχή και το σώμα.

Γιατί βλαστημάς;

Υπάρχουν μερικοί που μόλις κάνουν κάποιο λάθος ή ξαφνικά κάποιος τούς βρίσει ή αρρωστήσουν ή πονέσουν, αμέσως βλαστημάνε. Με τον τρόπο αυτό όμως, ούτε το σφάλμα διορθώνουν ούτε τον υβριστή τους εκδικούνται ούτε τον πόνο της αρρώστιας τους απαλύνουν, αλλά επί πλέον χάνουν και το πνευματικό κέρδος της υπομονής.

Πες μου, άνθρωπε, για ποιο λόγο βλαστημάς και ξεστομίζεις κακό λόγο; Μήπως θα σου γίνει ελαφρότερος ο πόνος; Αλλά κι αν ακόμη υποθέσουμε πώς θα γινόταν ελαφρότερος, θα τολμούσες να θυσιάσεις τη σωτηρία της ψυχής σου για να πετύχεις την παρηγοριά του σώματός σου;

Τι κάνεις, άνθρωπε μου; Τον Σωτήρα και ευεργέτη και προστάτη και κηδεμόνα σου βλαστημάς; Ή δεν αισθάνεσαι ότι τρέχεις προς τον γκρεμό και σπρώχνεις τον εαυτό σου στο βάραθρο της χειρότερης καταστροφής; Ο διάβολος τα πάντα μηχανεύεται για να σε ρίξει σ’ αυτό το βάραθρο. Κι αν δει ότι με τον πόνο βλαστημάς, αμέσως θα σου αυξήσει τον πόνο και θα τον κάνει μεγαλύτερο, ώστε να σε φέρει σε απελπισία. Αν δει όμως να τον υπομένεις γενναία και τόσο περισσότερο να ευχαριστείς τον Θεό όσο ο πόνος αυξάνει, τότε απομακρύνεται αμέσως επειδή μάταια σε πολιορκεί.

Και συμβαίνει ότι με τον σκύλο που στέκεται δίπλα στο τραπέζι. Αν αυτός δει τον άνθρωπο που τρώει να του ρίχνει κάτι απ’ αυτά πού είναι πάνω στο τραπέζι, μένει εκεί συνέχεια. Αν όμως σταθεί κοντά, μια και δυό φορές, χωρίς να πάρει τίποτε, απομακρύνεται πλέον, αφού θα’ ναι ανώφελο να περιμένει.

Έτσι και ο διάβολος έχει συνεχώς ανοιχτό το στόμα του σε μας. Αν του ρίξεις, όπως ακριβώς στο σκύλο, ένα λόγο βλάσφημο, αφού τον πάρει, πάλι θα επιτεθεί. Αν όμως επιμείνεις να ευχαριστείς τον Θεό , τον αφάνισες στην πείνα, και τον ανάγκασες αμέσως ν’ απομακρυνθεί.

Αντίδοτο, ή ευχαριστία.

Αντί λοιπόν να βλαστημάς στις δύσκολες στιγμές, να ευχαριστείς. Αντί να πέφτεις στην απελπισία, να δοξολογείς. Άνοιξε την καρδιά σου στον Κύριο, φώναζε δυνατά προσευχόμενος, φώναζε δυνατά δοξολογώντας τον Θεό. Έτσι και η συμφορά σου ανακουφίζεται, επειδή ο διάβολος φεύγει μακριά με την ευχαριστία, και η βοήθεια του Θεού έρχεται κοντά σου και σε προστατεύει.

Αν βλαστημήσεις, και τη συμμαχία του Θεού θα χάσεις, και το διάβολο θα κάνεις αγριότερο εναντίον σου, αλλά και τον εαυτό σου χειρότερα θα βλάψεις.

Κανένα αγαθό δεν είναι ίσο με την ευχαριστία, όπως ακριβώς και τίποτε δεν είναι χειρότερο από τη βλασφημία. Η ευχαριστία είναι μεγάλος θησαυρός, μεγάλος πλούτος, ακατάβλητο αγαθό, δυνατό όπλο. Αντίθετα, η βλασφημία το κακό το κάνει χειρότερο και από αυτά που χάσαμε μας κάνει να χάσουμε ακόμα περισσότερα.

Έχασες χρήματα; Αν ευχαριστήσεις τον Θεό, ωφέλησες την ψυχή σου και απόκτησες μεγαλύτερο πλούτο, επειδή κέρδισες την εύνοια του Θεού. Αν όμως βλαστημήσεις, εκτός από τα πράγματα που έχασες, χάνεις και τη σωτηρία σου. Έτσι, κι εκείνα δεν ξαναβρίσκεις και την ψυχή σου καταστρέφεις .

»Αλλά να”, θα μου δικαιολογηθείς, “παρασύρομαι στις δύσκολες περιστάσεις και χάνω τον έλεγχο”.

Όχι, δεν φταίνε γι’ αυτό οι περιστάσεις, αλλά η δική σου αδιαφορία. Mα μήπως φταίει τάχα ή φτώχεια;

Ούτε ή φτώχεια είναι η αιτία των βλασφημιών. Γιατί τότε έπρεπε όλοι οι φτωχοί να βλαστημάνε. Βλέπουμε όμως πολλούς που ζουν με ανέχεια και υπερβολικές στερήσεις συνεχώς να ευχαριστούν, ενώ άλλους, αν και απολαμβάνουν τον πλούτο και την τρυφή, να μην παύουν να βρίζουν και να βλαστημάνε.

Ας μη λέμε λοιπόν ότι μας αναγκάζουν να βλαστημάμε ή φτώχεια και η αρρώστια και οι δύσκολες περιστάσεις. Όχι ή φτώχεια, αλλά η ανοησία, όχι ή αρρώστια, αλλά η περιφρόνηση, όχι οι απανωτές συμφορές, αλλά ή έλλειψη ευλάβειας, οδηγεί και στη βλασφημία και σε κάθε κακία, εκείνους που δεν προσέχουν.

Παράδειγμα, ο Ιώβ.

Απόδειξη για όλα αυτά είναι ο μακάριος Ιώβ, ο οποίος ενώ βρισκόταν σε μεγάλη εξαθλίωση, όχι μόνο δεν βλαστήμησε, αλλά δοξολογούσε τον Θεό και έλεγε: “Ο Κύριος μου έδωσε τα αγαθά, ο Κύριος μου τα πήρε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι και έγινε. Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Κυρίου στους αιώνες” (Ιώβ 1,21 ) .

Όταν λοιπόν ο διάβολος νόμισε ότι νίκησε τον Ιώβ, τότε κίνησε να φύγει ντροπιασμένος χωρίς να πει λέξη.

“Στάσου, διάβολε! Γιατί φεύγεις; Δεν έγιναν όλα όσα θέλησες; Δεν κατέστρεψες όλα του τα κοπάδια; Δεν θανάτωσες τα παιδιά του; Δεν σακάτεψες και το δικό του σώμα; Γιατί λοιπόν φεύγεις; ”Φεύγω”, λέει ο διάβολος, “γιατί έγιναν μεν όλα όσα θέλησα, εκείνο όμως που κυρίως επιθυμούσα και για το όποιο σοφίστηκα όλα τ’ άλλα, δεν το κατόρθωσα .

Φεύγω, γιατί ο Ιώβ δεν βλαστήμησε. Του προκάλεσα τόσες συμφορές, για να τον κάνω να βλαστημήσει. Αφού όμως αυτό δεν το κατάφερα, τίποτα δεν κέρδισα: αντί να τον εξοντώσω, τον έκανα πιο λαμπρό και πιο ένδοξο».

Ο Ιώβ λοιπόν επαινείται όχι επειδή έπαθε τόσα κακά, αλλά επειδή όλα τα υπέμεινε ευχαριστώντας τον Θεό.

Άλλος άνθρωπος παθαίνει πολύ λιγότερα, και όμως βλαστημάει, αγανακτεί, καταριέται όλο τον κόσμο, οργίζεται εναντίον του Θεού… Αυτός ο άνθρωπος κατακρίνεται όχι γιατί έπαθε, αλλά επειδή βλαστήμησε. Και δεν τον ανάγκασαν οι δυστυχίες να βλαστημήσει, γιατί τότε θα’ πρεπε και ο Ιώβ να βλαστημήσει. Βλαστήμησε εξ αιτίας της αρρωστημένης του προαιρέσεως.

Ανάλογα λοιπόν με τη δική μας διάθεση, όλα γίνονται είτε υποφερτά είτε ανυπόφορα.

Μιά κακή συνήθεια

Πολλές φορές, από συνήθεια όρμα η γλώσσα να πει άσχημο λόγο. Τότε λοιπόν, πριν ξεστομίσει τη βλασφημία, δάγκωσε δυνατά τη γλώσσα σου, με τα δόντια σου. Είναι προτιμότερο να τρέξει αίμα τώρα, παρά να επιθυμήσει στην άλλη ζωή μιά σταγόνα νερού και να μην μπορέσει να πετύχει ούτε αυτή την παρηγοριά. Είναι καλύτερα να υπομείνει τον πρόσκαιρο πόνο τώρα, παρά να υποστεί την αιώνια τιμωρία τότε, όπως ακριβώς και η γλώσσα του πλούσιου της παραβολής, πού αν και φλεγόταν, δεν βρήκε καμιά ανακούφιση.

Και ποια συγγνώμη θα έχουμε ή ποια απολογία, έστω κι αν μύριες φορές προβάλουμε σαν δικαιολογία τη συνήθεια;

Λέγεται ότι κάποιος αρχαίος ρήτορας, (εννοεί τον Δημοσθένη), είχε τη συνήθεια να περπατάει κουνώντας συνέχεια τον δεξιό του ώμο. Νίκησε όμως τη συνήθεια αυτή με τον εξής τρόπο: Τοποθέτησε πάνω από τούς ώμους του ακονισμένα μαχαίρια και έτσι, από το φόβο μήπως κοπεί, θεραπεύτηκε από την κακή συνήθεια.

Αυτόν μιμήσου και συ για να δαμάσεις τη γλώσσα σου. Και αντί να τοποθετήσεις μαχαίρι, βάλε από πάνω της το φόβο της τιμωρίας του Θεού και οπωσδήποτε θα νικήσεις. Γιατί είναι αδύνατον να ηττηθούμε ποτέ, όταν φροντίζουμε με προσοχή και επιμέλεια να κάνουμε αυτό τον αγώνα.

Η μεγαλοσύνη του Θεού

Ο Θεός παρήγγειλε ν’ αγαπάς τούς εχθρούς σου, κι εσύ αποστρέφεσαι τον Θεό πού σ’ αγαπάει; Παρήγγειλε να λες καλά λόγια για όσους σε βρίζουν και να ευλογείς εκείνους που σε κακολογούν, κι εσύ κακολογείς τον ευεργέτη και προστάτη σου χωρίς να έχεις αδικηθεί σε τίποτε; Μήπως τάχα δεν θα μπορούσε να σ’ ελευθερώσει από τη δοκιμασία για την οποία τώρα τον βλαστημάς; Όμως δεν το έκανε, για να γίνεις πιο άξιος.

Δεν είναι άραγε παράλογο, εμείς να πιάνουμε στο στόμα μας με ασέβεια, περιφρόνηση και για το τίποτα το όνομα του Κυρίου των αγγέλων, τη στιγμή που οι ουράνιες αγγελικές δυνάμεις προφέρουν το άγιο όνομά Του , με τρόμο, με έκπληξη και θαυμασμό; “Είδα τον Κύριο”, λέει ο προφήτης Ησαΐας, “να κάθεται πάνω σε θρόνο υψηλό και μετέωρο, και τα Σεραφείμ πετούσαν γύρω του και φώναζε το ένα προς το άλλο και όλα μαζί έλεγαν: άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Κύριος των δυνάμεων γεμάτη είναι όλη η γη από τη δόξα Του” ( Ησ. 6,1-3 ).

Και ενώ αν χρειαστεί να πιάσεις το Ευαγγέλιο, πλένεις πρώτα τα χέρια, κι ύστερα το κρατάς με πολύ σεβασμό και ευλάβεια, δεν φρίττεις τον Δεσπότη του Ευαγγελίου να Τoν φέρνεις άκαιρα πάνω στη γλώσσα σου και να Τον διασύρεις;

Και τον Θεό βέβαια, κανένας δεν μπορεί να τον ζημιώσει με τις προσβολές του, ούτε και να τον καταστήσει λαμπρότερο με τις δοξολογίες του. Ο Θεός διατηρεί πάντοτε την ίδια δόξα, που ούτε αυξάνεται με τις εξυμνήσεις ούτε λιγοστεύει με τις βλασφημίες.

Στους ανθρώπους αντίθετα συμβαίνει το εξής παράδοξο: Όσοι Τον δοξάζουν αποκομίζουν οι ίδιοι την ωφέλεια από τη δοξολογία, ενώ όσοι Τον βλαστημούν και Τον εξευτελίζουν καταστρέφουν τον εαυτό τους.

Είπε κάποιος για όσους βλαστημούν τον Θεό: »Εκείνος πού πετάει το λιθάρι προς τα επάνω, το ρίχνει στο κεφάλι του” (Σοφ . Σειράχ 27, 28). Εκείνος δηλαδή πού πετάει μιά πέτρα προς τα επάνω, δέχεται τελικά δυνατό χτύπημα στο κεφάλι του, γιατί η πέτρα δεν θα μπορέσει να διασχίσει τον ουρανό, αλλά θα επιστρέψει σ’ αυτόν που την πέταξε. Έτσι λοιπόν κι εκείνος που εκτοξεύει βλασφημίες πρός τον ουρανό τον Θεό δεν θα μπορέσει να Τον βλάψει ποτέ και σε τίποτε, αφού είναι πολύ ανώτερος και υψηλότερος, ώστε να μη δέχεται καμιά βλάβη. Με την πράξη του όμως αυτή ακονίζει το ξίφος εναντίον της ψυχής του, δείχνοντας αχαριστία προς τον ευεργέτη του.

Δίκαιη ή τιμωρία

»Εκείνος”, λέει η Γραφή, “πού κακολογεί τον πατέρα του ή τη μητέρα του, να τιμωρείται με θάνατο” (Έξ. 21,16).

Η εντολή αυτή ίσχυε στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, όταν ή πνευματική ηλικία της ανθρωπότητας ήταν βρεφική. Τι θα μπορούσαμε να πούμε τώρα γι’ αυτούς πού, ενώ ζουν στην εποχή της χάριτος, δεν κακολογούν τον πατέρα ή τη μητέρα τους, αλλά τον ίδιο τον Θεό πού είναι ο δημιουργός και κυβερνήτης των πάντων;

Ποια τιμωρία θα επιβληθεί σ’ αυτούς; Ποια ανάλογη κόλαση θα επαρκέσει για την κακία τους; Ποιος πύρινος ποταμός, ποιο ακοίμητο σκουλήκι, ποιο σκότος εξώτερο, ποια δεσμά, ποιος βρυγμός, ποιος κλαυθμός; Όλα τα βασανιστήρια, και τα παρόντα και τα μέλλοντα, δεν φτάνουν για να τιμωρήσουν όπως πρέπει την ψυχή πού έφτασε σε τόση κακία.

Αλλά οι βλάσφημοι δεν αξίζουν ούτε τον ήλιο να βλέπουν. Είναι, δηλαδή, ανάξιοι αυτοί πού βλαστημούν τον Θεό, να απολαμβάνουν τα δικά του δημιουργήματα, τη στιγμή μάλιστα πού τα ίδια τα δημιουργήματα δοξάζουν και τιμούν τον Ποιητή τους. Όπως κι ένας γιος πού βρίζει και ατιμάζει τον πατέρα του δεν είναι άξιος να υπηρετείται από τους δούλους του πατέρα του. Αντίθετα, είναι άξιος βαριάς τιμωρίας.

Και εάν πάλι τιμωρούνται εκείνοι πού βλαστημούν τον επίγειο βασιλιά, πόσο περισσότερο πρέπει να τιμωρούνται όσοι βλαστημούν το βασιλιά των αγγέλων;

»Αλλά γιατί», θα ρωτήσει κάποιος, “μερικοί τιμωρούνται σ’ αυτή τη ζωή και μερικοί στην άλλη;”

Πράγματι, ο Θεός άλλους τους τιμωρεί εδώ, κι άλλους όχι. Τιμωρεί, δηλαδή, εδώ κάποιους βλάσφημους, για να σταματήσει την κακία τους και να ελαφρώσει την τιμωρία τους στη μέλλουσα ζωή ή και να τούς απαλλάξει τελείως. Οι υπόλοιποι βλάσφημοι, βλέποντας την παραδειγματική τους τιμωρία, μπορούν να γίνουν συνετότεροι. Άλλους πάλι ο Θεός δεν τούς τιμωρεί, για να ντραπούν τη μακροθυμία Του, να μετανοήσουν και να γλυτώσουν και την εδώ τιμωρία και την εκεί. Αν όμως επιμείνουν στην κακία τους θα υποστούν τότε μεγαλύτερη τιμωρία για την πλήρη περιφρόνηση της ανεξικακίας του Θεού *.

* Στο τέλος του κειμένου του ιερού Χρυσοστόμου, σημειώνουμε ενδεικτικά μερικά σύγχρονα παραδείγματα – ελάχιστα από τα πολλά – θείας τιμωρίας των βλασφήμων.

Ο Θεός μάς υπομένει

Ας απέχουμε λοιπόν από τις κακολογίες, τις αισχρολογίες και τις βλασφημίες. Ας μη βλαστημάμε ούτε τον πλησίον ούτε τον Θεό. Γιατί πολλοί απ’ αυτούς πού κακολογούν τους συνανθρώπους τους, έφτασαν και σ’ αυτήν ακόμα την τρέλλα, να υψώνουν τη γλώσσα τους εναντίον του Δεσπότου όλης της κτίσεως…

Και παρατηρείται ο Θεός να βρίζεται καθημερινά και κανένας να μη νοιάζεται. Τι λέω κάθε μέρα; Κάθε ώρα! Από πλούσιους και φτωχούς, απ’ όσους ευδοκιμούν κι απ’ όσους θλίβονται, από κατατρεγμένους και από δυνάστες… Και βρίζεται, ενώ είναι παρών και βλέπει και ακούει! Τον παροργίζουμε κάθε μέρα χωρίς να μετανιώνουμε κι Εκείνος μάς υπομένει με μεγάλη μακροθυμία.

Πρόσεξε με ποιο τρόπο μας μιλάει ο ίδιος ο Θεός όταν βρίζεται. Στην Παλαιά Διαθήκη λέει : “Λαέ μου, τι σου έκανα;” (Μιχ. 6,3). Και στην Καινή Διαθήκη : “Σαούλ , Σαούλ, γιατί μέ καταδιώκεις;” (Πραξ. 9,4). Ούτε κεραυνό έριξε, ούτε πρόσταξε τη θάλασσα να ξεσηκωθεί και να καταποντίσει τούς βλάσφημους, ούτε τη γη ν’ ανοίξει και να τους καταπιεί. Αλλά και τον ήλιο ανατέλλει και τη βροχή στέλνει και όλα τα χορηγεί άφθονα σ’ εκείνους πού Τον βλαστημούν.

Ο Θεός ανέχεται, μακροθυμεί και είναι έτοιμος να συγχωρήσει τούς βλάσφημους, άν μετανοήσουν και θποσχεθούν ότι ποτέ πια δεν θα βλαστημήσουν. Αρκεί μόνο να εξομολογηθεί κανείς το αμάρτημα του και θ’ απαλλαγεί από τη θεία τιμωρία .

Διόρθωση

Κλάψε λοιπόν, στέναξε, δώσε ελεημοσύνη, απολογήσου στον Θεό και συμφιλιώσου μαζί Του. Καθάρισε τη γλώσσα σου και μην Τον εξοργίζεις. Αν κάποιος με χέρια γεμάτα κοπριά έπιανε τα πόδια σου και σε παρακαλούσε, όχι μόνο δεν θα’ θελες να τον ακούσεις, αλλά και θα τον κλωτσούσες. Πώς τώρα εσύ τολμάς να πλησιάζεις τον Θεό με βρώμικη τη γλώσσα σου; Γιατί η γλώσσα είναι το χέρι όσων προσεύχονται και μ ‘ αυτήν ακουμπούν τα γόνατα του Θεού.

Επομένως μην την μολύνεις με τις βλασφημίες, για να μην πει και σ’ εσένα ο Θεός : «Αν αυξήσετε τις προσευχές σας, δεν θα σας ακούσω” (Ησ. 1,15), γιατί “από τη γλώσσα εξαρτάται η ζωή και ο θάνατος” (Παροιμ. 18,21 ) και “από τα λόγια σου θα δικαιωθείς και από τα λόγια σου θα καταδικαστείς” (Ματθ. 12,37 ). Φύλαγε τη γλώσσα σου περισσότερο από τα μάτια σου. Η γλώσσα είναι σαν άλογο βασιλικό. Αν της βάλεις χαλινάρι και τη μάθεις να κινείται πειθαρχημένα, θα μπορέσει να καθήσει πάνω της ο βασιλιάς. Αν όμως την αφήσεις χωρίς χαλινάρι να γυρίζει πέρα -δώθε και να ατακτεί, τότε γίνεται όχημα του διαβόλου και των δαιμόνων.

Σκέψου ότι όταν κοινωνάς, δέχεσαι στο στόμα σου το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και φύλαγε καθαρή τη γλώσσα από αισχρολογίες, βρισιές, βλασφημίες, επιορκίες, κ.λπ. Γιατί είναι ολέθριο πράγμα, τη γλώσσα πού βάφτηκε με το δεσποτικό Αίμα και έγινε χρυσό μαχαίρι, εσύ να τη χρησιμοποιείς σε βλασφημίες. Σεβάσου την τιμή με την οποία την τίμησε ο Θεός και μην την κατεβάσεις στην ευτέλεια της αμαρτίας.

Σήκωσε τον αδελφό σου!

Επειδή λοιπόν σας μίλησα για τη βλασφημία, θέλω να ζητήσω από όλους σας μιά χάρη: Να σωφρονίσετε τούς ανθρώπους πού βλαστημούν στην πόλη σας. Ας περιορίσουμε τη μανία τους. Ας συνετίσουμε τη διάνοιά τους. Ας φροντίσουμε για τη σωτηρία τους. Ας σταματήσουμε την παραφροσύνη τους αυτή. Ας βάλουμε φραγμό στα στόματά τους, ας τα κλείσουμε σαν να είναι θανατηφόρες πηγές κι ας τα μεταβάλουμε στο αντίθετο. Και αν χρειαστεί να πεθάνουμε για την πράξη μας αυτή, κάτι τέτοιο θα μας αποφέρει μεγάλο κέρδος. Ας μην αδιαφορούμε λοιπόν όταν βλέπουμε να βρίζεται ο κοινός μας Δεσπότης. Η αδιαφορία αυτή θα φέρει μεγάλο κακό σ’ όλη την πόλη. Γιατί βαραίνει όλους μας το έγκλημα της βλασφημίας. Είναι αδίκημα δημόσιο.

Και μη μου πεις τον ψυχρό αυτό λόγο : “Τι μ’ ενδιαφέρει εμένα ; Εγώ δεν έχω καμιά σχέση με το βλάσφημο» .

Μόνο με το διάβολο δεν έχουμε καμιά σχέση, ενώ με όλους τούς ανθρώπους έχουμε πολλά κοινά. Γιατί έχουν κι αυτοί την ίδια φύση με μας, κατοικούν στην ίδια γη, έχουν τον ίδιο Δεσπότη και προορίζονται ν ‘ απολαύσουν τα ίδια αγαθά μ’ εμάς. Ας μη λέμε λοιπόν ότι δεν έχουμε τίποτε κοινό μαζί τους, γιατί είναι σατανική φωνή αυτή και φανερώνει διαβολική απανθρωπιά .

Δεν είναι άραγε άτοπο, όταν δούμε στην αγορά συμπλοκή ανθρώπων να τρέχουμε να συμφιλιώσουμε τους διαπληκτιζόμενους και – γιατί ν’ αναφέρω ανθρώπους; – όταν δούμε κάποιο ζώο πεσμένο, όλοι να τρέχουμε να το βοηθήσουμε να σηκωθεί ενώ για τούς άδελφούς μας που χάνονται ν’ αδιαφορούμε;

Με φορτωμένο ζώο μοιάζει ο βλάσφημος, πού έπεσε γιατί δεν μπόρεσε να βαστάξει το φορτίο του θυμού του. Πλησίασε και σήκωσε τον. Και με τα λόγια και με τα έργα. Και με επιείκεια και με αυστηρότητα. Ας είναι ποικίλο το φάρμακο της θεραπείας .

Αν έτσι φροντίζουμε για τη σωτηρία του πλησίον, γρήγορα και οι βλάσφημοι θα διορθωθούν και εμείς θα γίνουμε ποθητοί και αξιαγάπητοι. Και το σπουδαιότερο, θ’ αξιωθούμε όλοι ν’ απολαύσουμε τα αγαθά πού μας έχουν ετοιμαστεί, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα ανήκει ή δόξα και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΤΙΜΩΡΙΑΣ ΤΩΝ ΒΛΑΣΦΗΜΩΝ

Αναφέρεται, ότι στον πόλεμο του 1940, η θεία δύναμη απαντούσε άμεσα και αμείλικτα σε όσους ξεστόμιζαν βλαστήμιες, γι’ αυτό και το φοβερό τούτο κακό είχε χαθεί τότε από τα στόματα των Ελλήνων πολεμιστών.

Υπήρχαν, βέβαια, και κάποιες εξαιρέσεις. Στο Τεπελένι, λ.χ., στις 27 Δεκεμβρίου 1940, μερικοί στρατιώτες, που μετέφεραν πυρομαχικά στην πρώτη γραμμή, συνάντησαν κάποιον τραυματία. Ήταν πληγωμένος στην κνήμη.
– Κουράγιο! του λένε. Θα γυρίσουμε να σε πάρουμε…

Εκείνος τότε βλαστήμησε την Παναγία. Έφριξαν οι φαντάροι.
– Για όνομα του Θεού, μη βλαστημάς ! Πες “Παναγία βοήθα”!
Αυτός όμως, μέσα στους πόνους του, συνέχισε να βλαστημάει.

Όταν επέστρεψαν, τον βρήκαν νεκρό. Λυπήθηκαν, πού η ψυχή του έφυγε με τέτοιο τρόπο.
Έσκαψαν πρόχειρα και τον έθαψαν. Δεν είχαν απομακρυνθεί ούτε είκοσι μέτρα, όταν μιά οβίδα έπεσε πάνω στον θαμμένο νεκρό, τον ξέθαψε και τον πέταξε μακριά. Οι φαντάροι έπεσαν στη γη για να φυλαχθούν, αλλά δεν ήρθε δεύτερη οβίδα. Κατάλαβαν τότε πώς ήταν σταλμένη για τον βλάσφημο…

Τον έθαψαν στον ίδιο λάκκο και κίνησαν να φύγουν. Μόλις προχώρησαν πάλι καμιά εικοσαριά μέτρα, ήρθε και άλλη οβίδα. Ξέθαψε τον νεκρό και τον πέταξε μακριά, όπως και πριν.

Τώρα οι φαντάροι συνειδητοποίησαν ότι τον βλάσφημο δεν τον δεχόταν ούτε η γη. Τον άφησαν λοιπόν άταφο και έφυγαν. Φόβος και τρόμος κυρίεψε τούς μαχητές, όταν το έμαθαν.

***

Δημοσιεύθηκε πριν από χρόνια σε επαρχιακή εφημερίδα το εξής γεγονός:

Ανήμερα των Θεοφανείων ο κ. Δ.Σ. βρισκόταν σε άσχημη ψυχική κατάσταση, γιατί είχε χάσει πολλά λεφτά στα χαρτιά. Όταν λοιπόν κάποιος του ευχήθηκε “Βοήθειά σας ο Τίμιος Σταυρός”, εκείνος αντέδρασε με μιά βαριά βλαστήμια εναντίον του Σταυρού. Δεν πέρασαν λίγα λεπτά, και άρχισε να κλαίει και να φωνάζει έντρομος. Είχε τυφλωθεί !

Οι εξετάσεις έδειξαν πώς η ασθένεια ήταν ανίατη.

Όμως ο Δ.Σ. μετανόησε με συντριβή. Έλιωσε στην προσευχή, εξομολογήθηκε, κοινώνησε, άλλαξε τρόπο ζωής. Και ο εύσπλαχνος Κύριος τον συγχώρησε και τον γιάτρεψε.

***

Στη γειτονική μας ομόδοξη και μαρτυρική Σερβία, διηγούνται μέχρι σήμερα το ακόλουθο περιστατικό :

Τον Αύγουστο του 1891 σ’ ένα σερβικό χωριό έπεσε τόσο πολύ χαλάζι, που κατέστρεψε όλα τ’ αμπέλια και τα χωράφια. Μετά τη θεομηνία, πολλοί χωρικοί ήταν μαζεμένοι σ ‘ ένα καφενείο κι έκλαιγαν τη “μοίρα” τους. Ενώ ο ένας καταριόταν κι ο άλλος βλαστημούσε, ο καφετζής, πιο οργισμένος από τους άλλους, αφού ξεστόμισε πολλές βλαστήμιες, είπε:
– Πάω να τουφεκίσω αυτόν τον Θεό , που μας στέλνει το χαλάζι!

Ξεκρέμασε το ντουφέκι του και βγήκε έξω για να τουφεκίσει τον ουρανό! Τον ακολούθησε κι ένας τσιγγάνος, φοβερά βλάσφημος κι αυτός.

Αλλά, μόλις ο καφετζής τράβηξε τη σκανδάλη, ένας κεραυνός έπεσε πάνω τους και τους άφησε νεκρούς και τούς δύο!

Σχολιάστε

Σχολιάστε