1. Την περασμένη Κυριακή η Εκκλησία μνημόνευε την απερίγραπτη φιλανθρωπία του Θεού προς εμάς που παρουσιάζεται με την παραβολή του σωσμένου Ασώτου. Την σημερινή Κυριακή διδάσκει περί της μελλούσης φρικωδέστατης κρίσεως του Θεού, χρησιμοποιώντας μια καλή τάξη και ακολουθώντας τις προφητικές φωνές· διότι, λέει, «θα σού ψάλω, Κύριε, έλεος και κρίση», και «μια φορά λάλησε ο Θεός και άκουσα τα δύο αυτά, ότι το κράτος είναι του Θεού και δικό σου, Κύριε, το έλεος, διότι εσύ θ’ αποδώσεις στον καθένα κατά τα έργα του».
2. Το έλεος λοιπόν και η μακροθυμία προηγείται της Θείας κρίσεως. Πραγματικά ο Θεός, έχοντας και περιέχοντας κατ’ εξοχή όλες τις αρετές, και όντας συγχρόνως δίκαιος και ελεήμων, επειδή το έλεος δεν συμβαδίζει με την κρίση, σύμφωνα με το γραμμένο, «να μη ευσπλαχνισθείς πτωχό κατά την κρίση», ευλόγως ο Θεός κατένειμε το καθένα στον καιρό του· τον παρόντα καιρό τον όρισε για την μακροθυμία, τον μέλλοντα για την ανταπόδοση. Γι’ αυτό τα τελούμενα στην Εκκλησία η Θεία Χάρη διέθεσε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε εμείς αντιλαμβανόμενοι τούτο, ότι την συγγνώμη για τα αμαρτήματα λαμβάνουμε από τα εδώ συμβαίνοντα, να σπεύσουμε, όσο ζούμε ακόμη στον παρόντα βίο, να επιτύχουμε το αιώνιο έλεος και να καταστήσουμε τους εαυτούς μας άξιους της Θείας φιλανθρωπίας. Διότι εκείνη η κρίση, η τελευταία, είναι ανελέητη γι’ αυτόν που δεν έδειξε έλεος.